Μείζον πολιτικό ζήτημα ανακύπτει από την ηχηρή υποβολή παραίτησης των οικονομικών εισαγγελέων Σπύρου Μουζακίτη και Γρηγόρη Πεπόνη, οι οποίοι καταγγέλλουν σε σκληρή γλώσσα παρεμβάσεις στο έργο τους από οικονομικά συμφέροντα και τους εκπροσώπους.
Οι δύο εισαγγελείς, οι οποίοι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν χειριστεί μεγάλες υποθέσεις, όσον αφορά στο οικονομικό έγκλημα, και είχαν πρωταγωνιστήσει στη σύλληψη οικονομικών παραγόντων για χρέη στο Δημόσιο, έλαβαν εσχάτως την πρωτοβουλία διεξαγωγής έρευνας για το ύψος δανειοδότησης από τράπεζες των δύο κομμάτων εξουσίας, της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Επίσης, τις τελευταίες ημέρες, οι δύο εισαγγελείς ανέμεναν να τους μεταβιβαστεί ολοκληρωμένη δικογραφία που αφορά πρωταγωνιστή στο μείζον οικονομικό σκάνδαλο των υποβρυχίων.
Ως εκ τούτου, η υποβολή παραίτησης από τους δύο δικαστικούς λειτουργούς προσλαμβάνει πολιτικές διαστάσεις και προκαλεί ερωτήματα, για τα οποία απαιτούνται άμεσα απαντήσεις. Επισημαίνεται ότι προ μηνός εκλήθη να καταθέσει στη Δικαιοσύνη ο γ.γ. του Υπουργείου Οικονομικών Κ. Καπελέρης και μάλιστα ως ύποπτος σχετικά με κωλυσιεργία στην επιβολή προστίμων σε εταιρείες οι οποίες αποδεδειγμένα δραστηριοποιούνταν στο λαθρεμπόριο καυσίμων.
Επίσης, προ ημερών ο πρώην γ.γ. Πληροφοριακών Συστημάτων Δ. Σπινέλλης σε δημόσια καταγγελία του, κατά τη διάρκεια ημερίδας για τη φοροδιαφυγή, αποκάλυψε πως εξακολουθεί να ισχύει η διαφθορά στις εφορίες και πως το σύστημα «λαδώματος» των εφοριακών είναι της τάξεως του (4-4-2). Δηλαδή το 40% στους εφοριακούς, το 40% στον ιδιώτη φορολογούμενο και μόλις το 20% στο κράτος. Κατόπιν τούτου, διετάχθη πάραυτα δικαστική έρευνα σχετική με τις καταγγελίες του ειδικού γραμματέα.
Τι καταγγέλλουν οι εισαγγελείς
Την παραίτησή τους υπέβαλαν αιφνιδίως το μεσημέρι της Τετάρτης στον αντιεισαγγελέα Α.Π. Νίκο Παντελή οι οικονομικοί εισαγγελείς Σπύρος Μουζακίτης και Γρηγόρης Πεπόνης, καταγγέλλοντας πολιτικές και προσκόμματα στο έργο τους.
Ζητούν, μάλιστα, να αντικατασταθούν από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
Στην επιστολή τους οι δύο εισαγγελείς τονίζουν ότι ανέλαβαν τα καθήκοντά τους, «παρά το γενικότερο αρνητικό κλίμα και με πλήρη επίγνωση της ιδιάζουσας σχέσης μεταξύ της νεοελληνικής πραγματικότητας και του εν Ελλάδει οικονομικού εγκλήματος». Όπως επισημαίνουν «αποδεχτήκαμε ασμένως τον διορισμό μας, εμφορούμενοι από ειλικρινή διάθεση, προσφορά και βαθιά προσήλωση στο υπηρεσιακό καθήκον μας. Δεν επιδιώξαμε να γίνουμε αρεστοί ούτε να εξασφαλίσουμε τις ανοχές των παντός είδους πολυποίκιλων οικονομικών συμφερόντων, έναντι των οποίων η συγκρουσιακή μας πορεία με γνώμονα πάντα τη νομιμότητα ήταν δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη».
Ωστόσο, τονίζουν ότι με σχέδιο νόμου που πρόκειται να κατατεθεί και ήδη τους κοινοποιήθηκε «όλως προφασιστικά και με δήθεν επιχειρήματα ως αιτιολογία επιχειρείται η αντικατάστασή μας και η απαλλαγή από την παρουσία μας.
Οι δύο εισαγγελείς υπογραμμίζουν ότι ουδέποτε διεκδίκησαν θέσεις και αξιώματα ως αυτοσκοπό.
«Δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ’ υπαγόρευση, πολλώ μάλλον δε δεν δεχόμαστε να αποτελέσουμε ένα άλλοθι και μία θεσμική κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλώνυμους εκφραστές τους που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος».
Να θυμίσουμε ότι οι δύο εισαγγελείς εξέταζαν επίσης τις υποθέσεις των CDS του αδελφού του Γιώργου Παπανδρέου, την ΕΛΣΤΑΤ, τις καταγγελίες Κουσελά για τη λίστα των φοροφυγάδων.
Για τους λόγους αυτούς υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους στον Α.Π..
Το θεσμικό παρασκήνιο
Ο θεσμός του οικονομικού εισαγγελέα δημιουργήθηκε τον περασμένο Ιούνιο, κατόπιν νομοθετικής ρύθμισης που προήλθε από το Υπουργείο Οικονομικών. Ήταν μια αιφνίδια απόφαση που ελήφθη από την πρώην ηγεσία του υπουργείου και προκάλεσε πολλά ερωτήματα στον νομικό κόσμο της χώρας, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή το γραφείο Οικονομικού Εγκλήματος, που λειτουργούσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών υπό την εποπτεία της κυρίας Ελένης Ράικου, είχε καταφέρει να περατώσει ορισμένες πολύ σημαντικές υποθέσεις.
Κατόπιν της νομοθετικής ρύθμισης και απόφασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, ο κ. Γρηγόρης Πεπόνης ορίστηκε ως οικονομικός εισαγγελέας, ενώ το τμήμα απαρτίστηκε από τους κ.κ. Σπύρο Μουζακίτη, Άρη Κορέα, Πόπη Παπανδρέου και Ελένη Σίσκου. Ως εποπτεύων ορίστηκε ο κ. Νίκος Παντελής, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Μέχρι σήμερα το εν λόγω τμήμα χειρίστηκε ουκ ολίγες δικογραφίες και διέταξε αρκετές προκαταρκτικές. Κατά πληροφορίες, οι δύο εισαγγελείς «θορυβήθηκαν» με το σχέδιο νόμου, το οποίο τους κοινοποιήθηκε και αναμένεται να έρθει προς ψήφιση στη Βουλή το προσεχές διάστημα. Βάσει αυτού, ο θεσμός του «οικονομικού εισαγγελέα» ουσιαστικά θα καταργούνταν, καθώς θα οριζόταν ανώτατος (αεροπαγίτης) εισαγγελικός λειτουργός, ο οποίος ουσιαστικά θα επόπτευε τις δικογραφίες και τις διώξεις που θα ασκούσαν οι εισαγγελείς πρωτοδικών.
Έτσι λοιπόν οι δύο λειτουργοί προτίμησαν, όπως λέγεται, να προχωρήσουν σε μια «ηρωική έξοδο». Εντύπωση, πάντως, προκαλεί το γεγονός ότι στην επιστολή οι εισαγγελείς αποφεύγουν να κατονομάσουν συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία –ενδεχομένως- παρενέβησαν στο έργο τους αλλά και ποια υπόθεση αφορούσε η παρέμβασή τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα για τις υποθέσεις που αφορούσαν σε οικονομικά εγκλήματα ακολουθούνταν η εξής διαδικασία: Ανεξάρτητα από το εάν η προκαταρκτική είχε διαταχθεί από τον κ. Πεπόνη ή όχι, οι εισαγγελείς που διενεργούσαν την έρευνα ήταν υποχρεωμένοι (μετά το πέρας της προκαταρκτικής) να συντάξουν πόρισμα που απέστελλαν στον κ. Πεπόνη. Ο πρώην οικονομικός εισαγγελέας ήταν εκείνος που είχε τον λόγο για την άσκηση ή όχι ποινικών διώξεων.
Ακέφαλο το τμήμα
Η παραίτηση των δύο εισαγγελέων αφήνει ένα κενό στο Τμήμα, ενώ δημιουργεί και ερωτήματα για το τι μέλλει γενέσθαι με τις δικογραφίες που εκκρεμούν. Το νέο νομοσχέδιο που καταργεί τον θεσμό του «οικονομικού εισαγγελέα» δεν έχει έρθει προς ψήφιση ακόμα και τυπικά προϊστάμενος του Τμήματος είναι ο κ. Νίκος Παντελής. Ωστόσο, το τοπίο εξακολουθεί και παραμένει «θολό».
zougla.gr
Οι δύο εισαγγελείς, οι οποίοι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν χειριστεί μεγάλες υποθέσεις, όσον αφορά στο οικονομικό έγκλημα, και είχαν πρωταγωνιστήσει στη σύλληψη οικονομικών παραγόντων για χρέη στο Δημόσιο, έλαβαν εσχάτως την πρωτοβουλία διεξαγωγής έρευνας για το ύψος δανειοδότησης από τράπεζες των δύο κομμάτων εξουσίας, της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Επίσης, τις τελευταίες ημέρες, οι δύο εισαγγελείς ανέμεναν να τους μεταβιβαστεί ολοκληρωμένη δικογραφία που αφορά πρωταγωνιστή στο μείζον οικονομικό σκάνδαλο των υποβρυχίων.
Ως εκ τούτου, η υποβολή παραίτησης από τους δύο δικαστικούς λειτουργούς προσλαμβάνει πολιτικές διαστάσεις και προκαλεί ερωτήματα, για τα οποία απαιτούνται άμεσα απαντήσεις. Επισημαίνεται ότι προ μηνός εκλήθη να καταθέσει στη Δικαιοσύνη ο γ.γ. του Υπουργείου Οικονομικών Κ. Καπελέρης και μάλιστα ως ύποπτος σχετικά με κωλυσιεργία στην επιβολή προστίμων σε εταιρείες οι οποίες αποδεδειγμένα δραστηριοποιούνταν στο λαθρεμπόριο καυσίμων.
Επίσης, προ ημερών ο πρώην γ.γ. Πληροφοριακών Συστημάτων Δ. Σπινέλλης σε δημόσια καταγγελία του, κατά τη διάρκεια ημερίδας για τη φοροδιαφυγή, αποκάλυψε πως εξακολουθεί να ισχύει η διαφθορά στις εφορίες και πως το σύστημα «λαδώματος» των εφοριακών είναι της τάξεως του (4-4-2). Δηλαδή το 40% στους εφοριακούς, το 40% στον ιδιώτη φορολογούμενο και μόλις το 20% στο κράτος. Κατόπιν τούτου, διετάχθη πάραυτα δικαστική έρευνα σχετική με τις καταγγελίες του ειδικού γραμματέα.
Τι καταγγέλλουν οι εισαγγελείς
Την παραίτησή τους υπέβαλαν αιφνιδίως το μεσημέρι της Τετάρτης στον αντιεισαγγελέα Α.Π. Νίκο Παντελή οι οικονομικοί εισαγγελείς Σπύρος Μουζακίτης και Γρηγόρης Πεπόνης, καταγγέλλοντας πολιτικές και προσκόμματα στο έργο τους.
Ζητούν, μάλιστα, να αντικατασταθούν από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
Στην επιστολή τους οι δύο εισαγγελείς τονίζουν ότι ανέλαβαν τα καθήκοντά τους, «παρά το γενικότερο αρνητικό κλίμα και με πλήρη επίγνωση της ιδιάζουσας σχέσης μεταξύ της νεοελληνικής πραγματικότητας και του εν Ελλάδει οικονομικού εγκλήματος». Όπως επισημαίνουν «αποδεχτήκαμε ασμένως τον διορισμό μας, εμφορούμενοι από ειλικρινή διάθεση, προσφορά και βαθιά προσήλωση στο υπηρεσιακό καθήκον μας. Δεν επιδιώξαμε να γίνουμε αρεστοί ούτε να εξασφαλίσουμε τις ανοχές των παντός είδους πολυποίκιλων οικονομικών συμφερόντων, έναντι των οποίων η συγκρουσιακή μας πορεία με γνώμονα πάντα τη νομιμότητα ήταν δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη».
Ωστόσο, τονίζουν ότι με σχέδιο νόμου που πρόκειται να κατατεθεί και ήδη τους κοινοποιήθηκε «όλως προφασιστικά και με δήθεν επιχειρήματα ως αιτιολογία επιχειρείται η αντικατάστασή μας και η απαλλαγή από την παρουσία μας.
Οι δύο εισαγγελείς υπογραμμίζουν ότι ουδέποτε διεκδίκησαν θέσεις και αξιώματα ως αυτοσκοπό.
«Δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ’ υπαγόρευση, πολλώ μάλλον δε δεν δεχόμαστε να αποτελέσουμε ένα άλλοθι και μία θεσμική κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλώνυμους εκφραστές τους που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος».
Να θυμίσουμε ότι οι δύο εισαγγελείς εξέταζαν επίσης τις υποθέσεις των CDS του αδελφού του Γιώργου Παπανδρέου, την ΕΛΣΤΑΤ, τις καταγγελίες Κουσελά για τη λίστα των φοροφυγάδων.
Για τους λόγους αυτούς υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους στον Α.Π..
Το θεσμικό παρασκήνιο
Ο θεσμός του οικονομικού εισαγγελέα δημιουργήθηκε τον περασμένο Ιούνιο, κατόπιν νομοθετικής ρύθμισης που προήλθε από το Υπουργείο Οικονομικών. Ήταν μια αιφνίδια απόφαση που ελήφθη από την πρώην ηγεσία του υπουργείου και προκάλεσε πολλά ερωτήματα στον νομικό κόσμο της χώρας, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή το γραφείο Οικονομικού Εγκλήματος, που λειτουργούσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών υπό την εποπτεία της κυρίας Ελένης Ράικου, είχε καταφέρει να περατώσει ορισμένες πολύ σημαντικές υποθέσεις.
Κατόπιν της νομοθετικής ρύθμισης και απόφασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, ο κ. Γρηγόρης Πεπόνης ορίστηκε ως οικονομικός εισαγγελέας, ενώ το τμήμα απαρτίστηκε από τους κ.κ. Σπύρο Μουζακίτη, Άρη Κορέα, Πόπη Παπανδρέου και Ελένη Σίσκου. Ως εποπτεύων ορίστηκε ο κ. Νίκος Παντελής, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Μέχρι σήμερα το εν λόγω τμήμα χειρίστηκε ουκ ολίγες δικογραφίες και διέταξε αρκετές προκαταρκτικές. Κατά πληροφορίες, οι δύο εισαγγελείς «θορυβήθηκαν» με το σχέδιο νόμου, το οποίο τους κοινοποιήθηκε και αναμένεται να έρθει προς ψήφιση στη Βουλή το προσεχές διάστημα. Βάσει αυτού, ο θεσμός του «οικονομικού εισαγγελέα» ουσιαστικά θα καταργούνταν, καθώς θα οριζόταν ανώτατος (αεροπαγίτης) εισαγγελικός λειτουργός, ο οποίος ουσιαστικά θα επόπτευε τις δικογραφίες και τις διώξεις που θα ασκούσαν οι εισαγγελείς πρωτοδικών.
Έτσι λοιπόν οι δύο λειτουργοί προτίμησαν, όπως λέγεται, να προχωρήσουν σε μια «ηρωική έξοδο». Εντύπωση, πάντως, προκαλεί το γεγονός ότι στην επιστολή οι εισαγγελείς αποφεύγουν να κατονομάσουν συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία –ενδεχομένως- παρενέβησαν στο έργο τους αλλά και ποια υπόθεση αφορούσε η παρέμβασή τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα για τις υποθέσεις που αφορούσαν σε οικονομικά εγκλήματα ακολουθούνταν η εξής διαδικασία: Ανεξάρτητα από το εάν η προκαταρκτική είχε διαταχθεί από τον κ. Πεπόνη ή όχι, οι εισαγγελείς που διενεργούσαν την έρευνα ήταν υποχρεωμένοι (μετά το πέρας της προκαταρκτικής) να συντάξουν πόρισμα που απέστελλαν στον κ. Πεπόνη. Ο πρώην οικονομικός εισαγγελέας ήταν εκείνος που είχε τον λόγο για την άσκηση ή όχι ποινικών διώξεων.
Ακέφαλο το τμήμα
Η παραίτηση των δύο εισαγγελέων αφήνει ένα κενό στο Τμήμα, ενώ δημιουργεί και ερωτήματα για το τι μέλλει γενέσθαι με τις δικογραφίες που εκκρεμούν. Το νέο νομοσχέδιο που καταργεί τον θεσμό του «οικονομικού εισαγγελέα» δεν έχει έρθει προς ψήφιση ακόμα και τυπικά προϊστάμενος του Τμήματος είναι ο κ. Νίκος Παντελής. Ωστόσο, το τοπίο εξακολουθεί και παραμένει «θολό».
zougla.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου