Η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να
αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα για να μεταφέρει ορθά στο εθνικό της δίκαιο τη
ν ενωσιακή νομοθεσία που ποινικοποιεί τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους.
Σκοπός της απόφασης-πλαισίου για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας
μέσω του ποινικού δικαίου είναι να διασφαλίσει ότι σοβαρές εκδηλώσεις
ρατσισμού και ξενοφοβίας, όπως η δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους,
τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές
κυρώσεις σε ολόκληρη την ΕΕ.
Σήμερα η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα, επειδή δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της όσον αφορά τη μεταφορά της απόφασης-πλαισίου στο εθνικό της δίκαιο. Τον Ιούνιο του 2021 η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα, ζητώντας
κατάλληλο επίπεδο ποινικοποίησης της ρητορικής μίσους. Οι απαντήσεις
της Ελλάδας δεν έκαμψαν επαρκώς τις ανησυχίες της Επιτροπής. Ως εκ
τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην
Ελλάδα, η οποία έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει. Εάν η
απάντηση δεν είναι ικανοποιητική, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να
παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της ΕΕ.
Η Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να μεταφέρει πλήρως στο εθνικό της
δίκαιο όλες τις διατάξεις της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής των
αιτούντων άσυλο
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει αποστέλλοντας προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα, το Βέλγιο, την Ισπανία και την Πορτογαλία επειδή δεν μετέφερε πλήρως στο εθνικό δίκαιο το σύνολο των διατάξεων της οδηγίας σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία.
Η διασφάλιση της πλήρους τήρησης της οδηγίας για τις συνθήκες
υποδοχής αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία του
κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και η Επιτροπή παρακολουθεί στενά
τον τρόπο με τον οποίο όλα τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την εν λόγω
νομοθεσία στο εθνικό δίκαιο. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ελλάδα και τα άλλα
τρία κράτη-μέλη έχουν μεταφέρει πλημμελώς ορισμένες διατάξεις της
οδηγίας και, πλέον, έχουν προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσουν στα επιχειρήματα της Επιτροπής. Η Επιτροπή, εάν δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση, μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.
Επιπλέον, η Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να συμμορφωθεί με την οδηγία για την αναγνώριση προσώπων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Η
Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει αποστέλλοντας
προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα, επειδή δεν μετέφερε με πλήρως
σύμμορφο τρόπο στο εθνικό της δίκαιο, το σύνολο των διατάξεων της
οδηγίας.
Η διασφάλιση της πλήρους τήρησης της εν λόγω οδηγίας αποτελεί
σημαντική προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία του κοινού ευρωπαϊκού
συστήματος ασύλου. Στόχος της οδηγίας είναι η διασφάλιση, αφενός, ότι τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κοινά κριτήρια για
τον προσδιορισμό των προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας και,
αφετέρου, ότι τα εν λόγω πρόσωπα έχουν πρόσβαση στο ελάχιστο επίπεδο
παροχών σε όλα τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ελλάδα, καθώς και η
Πορτογαλία και η Φινλανδία έχουν μεταφέρει ή εφαρμόσει πλημμελώς
ορισμένες διατάξεις της οδηγίας και, πλέον, έχουν προθεσμία δύο μηνών
για να απαντήσουν στα επιχειρήματα της Επιτροπής. Η Επιτροπή, εάν δεν
λάβει ικανοποιητική απάντηση, μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει
αιτιολογημένη γνώμη.
Τέλος, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας και άλλων 21 κρατών-μελών, γιατί δεν έχουν συμμορφωθεί πλήρως με τον κανονισμό για το τρομοκρατικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο.
Ο κανονισμός αυτός έχει θεμελιώδη σημασία για την πρόληψη της κατάχρησης του διαδικτύου από τρομοκράτες
με σκοπό τη διάδοση της ιδεολογίας τους, τον εκφοβισμό, τη
ριζοσπαστικοποίηση και τη στρατολόγηση πολιτών διαδικτυακά. Ο κανονισμός
παρέχει νομικό πλαίσιο για να διασφαλιστεί η αφαίρεση τρομοκρατικού
περιεχομένου από το διαδίκτυο εντός μίας ώρας από την παραλαβή εντολής
αφαίρεσης που εκδίδεται από αρμόδια εθνική αρχή και υποχρεώνει τις
εταιρείες να λαμβάνουν ειδικά μέτρα όταν οι πλατφόρμες τους εκτίθενται
σε τέτοιο περιεχόμενο. Ταυτόχρονα, θεσπίζει αυστηρές διασφαλίσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί ο πλήρης σεβασμός της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης.
Ο κανονισμός τέθηκε σε εφαρμογή στις 7 Ιουνίου 2022. Ωστόσο, δεν έχουν
όλα τα κράτη μέλη θεσπίσει το σύνολο των αναγκαίων μέτρων που
προβλέπονται σ’ αυτόν.
Η Επιτροπή, εάν δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση, μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.
Η Επιτροπή παραπέμπει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της ΕΕ, επειδή δεν
απέτρεψε την πρόκληση ζημιών στη φύση από χωροκατακτητικά ξένα είδη
Η Επιτροπή αποφάσισε σήμερα να παραπέμψει την Ελλάδα και άλλα πέντε κράτη μέλη στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή δεν απέτρεψε την πρόκληση ζημιών στη φύση από ξένα είδη φυτών και ζώων (χωροκατακτητικά ξένα είδη).
Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη είναι φυτά και ζώα τα οποία εισάγονται τυχαία ή σκοπίμως σε φυσικό περιβάλλον στο οποίο δεν απαντώνται κανονικά.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η Ελλάδα δεν εφάρμοσε διάφορες διατάξεις του
ευρωπαϊκού κανονισμού για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και
εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών. Ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει
μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε ολόκληρη την ΕΕ. Η Ελλάδα δεν
εκπόνησε, δεν εφάρμοσε και δεν κοινοποίησε στην Επιτροπή σχέδιο δράσης
για την αντιμετώπιση των σημαντικότερων διαδρομών εισαγωγής και
εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών. Η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2021 και αιτιολογημένη γνώμη το Φεβρουάριο του 2022.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η Ελλάδα, καθώς και πέντε ακόμη κράτη-μέλη
(Βουλγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λετονία, Πορτογαλία) δεν έχουν συμμορφωθεί
πλήρως με τις υποχρεώσεις τους και οι προσπάθειες που έχουν καταβάλει
μέχρι σήμερα δεν ήταν ικανοποιητικές και επαρκείς. Επομένως, η Επιτροπή
παραπέμπει τα εν λόγω κράτη μέλη στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να τηρήσει τους κανόνες της ΕΕ για τις δημόσιες προμήθειες στον τομέα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας λόγω μη συμμόρφωσης της εθνικής της νομοθεσίας με τους ενωσιακούς κανόνες για τις δημόσιες προμήθειες στον τομέα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.
Η ελληνική νομοθεσία προβλέπει ότι οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν ειδική διαδικασία υποβολής προσφορών, τον λεγόμενο «συνοπτικό διαγωνισμό»,
όσον αφορά την ανάθεση όλων των δημόσιων συμβάσεων για την προσωρινή
εγκατάσταση και λειτουργία μονάδων αφαλάτωσης συγκεκριμένης
δυναμικότητας σε νησιά στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από την αξία των
συμβάσεων. Ωστόσο, η διαδικασία «συνοπτικού διαγωνισμού»
για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων των οποίων η αξία ισούται ή
υπερβαίνει τα κατώτατα όρια της ΕΕ δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις
διαφάνειας που προβλέπει η οδηγία. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι η
ελληνική νομική διάταξη που επιτρέπει τη χρήση της επίμαχης διαδικασίας
για τις συγκεκριμένες συμβάσεις παραβιάζει σαφώς το δίκαιο της ΕΕ.
Η Ελλάδα έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει στους
προβληματισμούς που εξέφρασε η Επιτροπή. Διαφορετικά, η Επιτροπή μπορεί
να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.
Η Επιτροπή ζητά από την Ελλάδα να μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο όλες
τις απαιτήσεις της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει προειδοποιητική επιστολή σε τέσσερα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, για να διασφαλίσει την ορθή μεταφορά στο εθνικό δίκαιο όλων των απαιτήσεων της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.
Η οδηγία 2011/93/ΕΕ αποτελεί ουσιώδες μέρος του νομικού πλαισίου της
ΕΕ για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και ζητά από
τα κράτη μέλη να εισαγάγουν ελάχιστους κανόνες σχετικά με τον ορισμό
των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων στον τομέα της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, της παιδικής πορνογραφίας και της άγρας παιδιών για σεξουαλικούς σκοπούς. Καθιερώνει επίσης διατάξεις για την ενίσχυση της πρόληψης των εν λόγω εγκλημάτων και την προστασία των θυμάτων τους.
Η Ελλάδα, καθώς και άλλα τρία κράτη-μέλη (Τσεχία, Εσθονία, Κροατία)
έχουν πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσουν στα επιχειρήματα της
Επιτροπής. Η Επιτροπή, εάν δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση, θα
αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.