Αργά χθες το απόγευμα ο
Κυριάκος Μητσοτάκης κατέβαινε χαμογελαστός τα σκαλιά του Μεγάρου Μαξίμου φορώντας ένα καλοκαιρινό γκρι t-shirt.
Μόλις είχε τελειώσει η πιο δύσκολη μέρα από την ανάληψη των καθηκόντων του στην Πρωθυπουργία, με την παραίτηση του Γενικού Γραμματέα του γραφείου του και αγαπημένου του ανιψιού, αλλά και του Διοικητή της ΕΥΠ, που ο ίδιος είχε επιλέξει, αλλάζοντας μάλιστα τον σχετικό νόμο, προκειμένου να «χαμηλώσει το κατώφλι» εισόδου για τον Παναγιώτη Κοντολέοντα,
ο οποίος τυπικά, δεν πληρούσε τα κριτήρια, αλλά και για να υπάγεται
πλέον ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της χώρας απευθείας στον
Πρωθυπουργό.
Οι δύο αυτοί «πυλώνες» του επιτελικού κράτους Μητσοτάκη, από χθες, υπό το βάρος των εξελίξεων, γκρεμίστηκαν.
Με την παραίτησή τους, για τους λόγους
που ανακοινώθηκαν ή για αυτούς που (ενδεχομένως) δεν ανακοινώθηκαν, να
αποτελεί, ακόμα και για ανθρώπους που τον στήριξαν και εξακολουθούν να
τον στηρίζουν, μια αδιαμφισβήτητη πολιτική ήττα για τον ίδιο τον κ.
Μητσοτάκη, την μεγαλύτερη από την ημέρα που ο ελληνικός λαός του έδωσε
την σαφή εντολή να εκριζώσει το καθεστώς των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και να
εμπεδώσει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, με δομές και λειτουργία που
αρμόζουν στις ανάγκες και τις προοπτικές του τόπου.
Ρητορική πόλωσης με άτυπη συναίνεση για πολιτική σταθερότητα
Κι όμως, ο Κ. Μητσοτάκης,
παρά το ισχυρό ωστικό κύμα που προκάλεσαν και εξακολουθούν να προκαλούν
οι καταιγιστικές εξελίξεις γύρω από την πολυδαίδαλη υπόθεση των
παρακολουθήσεων του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη,
εξακολουθεί να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, έχοντας κερδίσει, με
τα μέχρι στιγμής δεδομένα, δύο πολύ μεγαλύτερους πολιτικούς στόχους: Την
πολιτική σταθερότητα για τη χώρα και τη διαφάνεια στη διαλεύκανση της
γεμάτης σκιές αυτής υπόθεσης.
Στην επίτευξη του πρώτου στόχου, ο Πρωθυπουργός φαίνεται πως βρίσκει δύο ανέλπιστους συμμάχους.
Τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, καθώς Αλέξης Τσίπρας και Νίκος Ανδρουλάκης, παρά τους οξείς τόνους στη ρητορική τους, δεν διέβησαν τον πολιτικό «Ρουβίκωνα» ζητώντας, σε αυτή τη φάση, εκλογές.
Προφανώς έχοντας πλήρη επίγνωση των σοβαρότατων (εξωτερικών) απειλών που θα κληθεί άμεσα να αντιμετωπίσει η χώρα.
Ο κ. Ανδρουλάκης το έκανε ήδη με τη
χθεσινή δημόσια δήλωσή του και ο κ. Τσίπρας αναμένεται πως θα το πράξει,
προ εκπλήξεως, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Πολιτικής
Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, που συνεδριάζει εκτάκτως σήμερα, με την
υιοθέτηση του αιτήματος Ανδρουλάκη.
Έτσι, με αυτή την άτυπη, άκρως πολιτική και δημόσια «συμφωνία Κυρίων»,
η εντονότατη πολιτική αντιπαράθεση για το μείζον πρόβλημα των
παρακολουθήσεων και των όποιων απολήξεων αυτής της ντροπιαστικής για μια
σύγχρονη δημοκρατία κατάστασης, θα οριοθετηθεί εντός των τειχών του
Κοινοβουλίου, με την εκ νέου σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και
Διαφάνειας της Βουλής και με τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, που
μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να λάβει και τη μορφή Προανακριτικής.
Αυτό, βεβαίως, επ’ ουδενί σημαίνει πως
ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα «αποστεωθούν» πολιτικά, το αντίθετο. Αρκετοί
μάλιστα, διαβλέπουν πως και οι δύο πολιτικοί οργανισμοί, από
διαφορετικές αφετηρίες και με διαφορετικές στοχεύσεις, θα πυκνώσουν την
εντονότατη κριτική για τα όσα συνέβησαν πίσω από τις κλειστές πόρτες των
κέντρων (και πιθανών παράκεντρων) εξουσίας.
Επιχειρώντας να στοχοποιήσουν περαιτέρω ή
και να απομονώσουν πολιτικά τον Κ. Μητσοτάκη, διαμορφώνοντας
ενδεχομένως, λένε κάποιοι, και πεδία συγκλίσεων για την επόμενη μέρα.
Όσο κι αν αυτό μοιάζει ελάχιστα πιθανό, με βάση τις δημόσιες δηλώσεις
Ανδρουλάκη, μοιάζει πλέον πιθανότερο με δεδομένο το ρήγμα στις σχέσεις
Μητσοτάκη- Ανδρουλάκη.
Αναπάντητα ερωτήματα
Ωστόσο, τα σοβαρά ερωτήματα που
ταλανίζουν οριζοντίως το πολιτικό προσωπικό, κυρίως όμως τους ψηφοφόρους
(τουλάχιστον αυτούς που εξακολουθούν να ενδιαφέρονται για τον δημόσιο
βίο και τη δημοκρατία) εξακολουθούν να υπάρχουν και, πιθανότατα θα
βαίνουν εντεινόμενα.
Γιατί ο πρώην πλέον Διοικητής της ΕΥΠ Π. Κοντολέων έκρινε ότι πρέπει να παρακολουθείται ο κ. Ανδρουλάκης;
Για ποιο λόγο παρακολουθείτο επί τόσο
χρονικό διάστημα έναν υποψήφιος, τότε, και αρχηγός έκτοτε, του τρίτου
μεγαλύτερου κοινοβουλευτικού κόμματος;
Ποιος το αποφάσισε πολιτικά; Γιατί το
έκανε και που ανέφερε το περιεχόμενο των παρακολουθήσεων; Είναι τόσο
στεγανά τα όρια μεταξύ της δικαστικής και της πολιτικής εξουσίας;
Εμπλέκονται στην υπόθεση μυστικές ή άλλες υπηρεσίες ξένων χωρών, ποιες και ποιων χωρών;
Ποια ήταν η ξένη υπηρεσία που ζήτησε
αρμοδίως την παρακολούθηση του κινητού Ανδρουλάκη και για ποιο λόγο το
αίτημα έγινε αρμοδίως αποδεκτό;
Έχει σχέση η υπόθεση με τον πόλεμο στην Ουκρανία και ποια;
Πώς εμπλέκεται, αν εμπλέκεται, η Αρμενία;
Σχετίζεται με την υπόθεση το γεγονός ότι ο κ. Ανδρουλάκης ως ευρωβουλευτής, συμμετείχε σε Επιτροπή για τις σχέσεις με την Κίνα;
Γιατί η άρση απορρήτου στο τηλέφωνο του
κ. Ανδρουλάκη συμπίπτει σχεδόν, με την προσπάθεια παγίδευσής του με το
παράνομο κακόβουλο λογισμικό;
Είναι δυνατόν να υπάρχει αίτημα για
παρακολούθηση του τηλεφώνου πολιτικού προσωπικού και να μην
ενημερώνονται οι πολιτικοί αρχηγοί;
Γιατί ο Διοικητής της ΕΥΠ, δεν ανέφερε
τα όσα προέκυψαν για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη στην Επιτροπή Θεσμών
και Διαφάνειας της Βουλής, όπως καταγγέλλεται μιας και η συνεδρίαση ήταν
και κλεισμένων των θυρών;
Γνώριζε ο Γενικός Γραμματέας του
πρωθυπουργικού γραφείου τα όσα βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη; Είχε
ενημερώσει τον Πρωθυπουργό και αν όχι για ποιο λόγο;
Και τελικά, πώς είναι δυνατόν ο κ.
Μητσοτάκης να μην γνώριζε; Πώς είναι δυνατόν η ΕΥΠ, η οποία υπάγεται στο
Μέγαρο Μαξίμου, να παρακολουθεί τον Ν. Ανδρουλάκη, από τη στιγμή που
ήταν υποψήφιος μέχρι τη στιγμή που εξελέγη, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος
ο Πρωθυπουργός;
Αν δεν ενημερώθηκε ο Πρωθυπουργός γι’
αυτή την τόσο σοβαρή υπόθεση, μήπως υπάρχουν κι άλλες, εξίσου σοβαρές ή
και σοβαρότερες, για τις οποίες δεν έχει ενημερωθεί;
Σε κάθε περίπτωση, το να παρακολουθείται
ο αρχηγός κοινοβουλευτικού κόμματος και να μην το γνωρίζει ο
Πρωθυπουργός είναι κάτι το οποίο προκαλεί κάτι περισσότερο από ανησυχία
και προβληματισμό που υπερβαίνει τη λειτουργία ενός επιτελικού κράτους.
mononews