Οι ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες της φετινής θερινής περιόδου
(καύσωνες, παρατεταμένες περίοδοι υψηλών θερμοκρασιών, ξηρασία) είχαν ως
αποτέλεσμα να μειωθούν θεαματικά οι πληθυσμοί των κουνουπιών. Θα
περίμενε κανείς αυτό να έχει αντίστοιχη επίπτωση και στην κυκλοφορία του
ιού του Δυτικού Νείλου, που μεταδίδεται με το κοινό κουνούπι
culex pipiens, όμως αυτό δεν συμβαίνει.
Σύμφωνα με την επιδημιολογική επιτήρηση, ο ιός βρίσκεται σε έξαρση, με τα κρούσματα και τους θανάτους να ακολουθούν το υψηλό μοτίβο κυκλοφορίας των τελευταίων δύο ετών, με 100 καταγεγραμμένα κρούσματα και 12 θανάτους μέχρι σήμερα.
Άλλο χαρακτηριστικό της φετινής περιόδου είναι η περαιτέρω γεωγραφική εξάπλωση των κρουσμάτων.
Ο ιός που ενώ τα προηγούμενα χρόνια αφορούσε σε συντριπτικό ποσοστό την
Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, σήμερα έχει διασπορά σε 9 από τις 13
Περιφέρειες της χώρας, έναντι 5 Περιφερειών τα προηγούμενα δύο χρόνια
και 4 τη διετία 2020-2021.
Δύο ειδικοί επιστήμονες που
παρακολουθούν στενά την επιδημιολογία του ιού περιγράφουν στο
Euro2day.gr το σύνθετο σκηνικό και δίνουν τις ερμηνείες.
Στο 1/4 ο πληθυσμός των κουνουπιών
Οι
πληθυσμοί των κουνουπιών culex pipiens που ενέχονται στη μετάδοση του
ιού είναι φέτος μειωμένοι σε ποσοστά από 70% ως και 80% σε σχέση με
αυτούς της προηγούμενης πενταετίας, όπως λέει ο Σπύρος Μουρελάτος,
Δρ Βιολογίας και επικεφαλής της «Οικοανάπτυξης», που εκπονεί
προγράμματα καταγραφής σε συνεργασία με το ΑΠΘ. Αυτό, όπως εξηγεί,
οφείλεται στις καιρικές συνθήκες, αφενός στις πολύ μικρές συλλογές νερών
και από την άλλη, στη μεγάλη καταπόνηση των ακμαίων, που περιόρισε
δραματικά το προσδόκιμο επιβίωσής τους.
«Αυτό θα περίμενε κανείς
να μεταφραστεί και σε μικρότερη μολυσματικότητα, όμως βλέπουμε πάνω-κάτω
τα ίδια ποσοστά θετικότητας στα κουνούπια και τα ίδια ποσοστά
οροθετικότητας στα πτηνά-δείκτες, από τα οποία κάνουμε αιμοληψίες σε 200
θέσεις στην Ελλάδα», σημειώνει ο κ. Μουρελάτος.
Ο
ίδιος επισημαίνει τη μεγάλη γεωγραφική επέκταση στα νότια και δυτικά
της χώρας, με την Κεντρική Μακεδονία να αντιπροσωπεύει πλέον περίπου το
1/3 των κρουσμάτων, ενώ εκτιμά πως η χρονιά θα κυμανθεί στα υψηλά
επίπεδα των τελευταίων δύο ετών, με βάση τη μέχρι σήμερα επιδημιολογία.
«Συνήθως τέτοια περίοδο βρισκόμαστε στο peak και όταν φτάσουμε 30 Αυγούστου, που
θα γνωρίζουμε τι έχει συμβεί μέχρι τις 20 Αυγούστου, είμαστε περίπου
στο 50% των κρουσμάτων, σύμφωνα με τις καμπύλες των τελευταίων ετών»,
αναφέρει.
Κύκλοι εξάρσεων και υφέσεων
Όπως εξηγεί ο Χρυσόστομος Δόβας,
καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας στην Κτηνιατρική Σχολή του ΑΠΘ, ο
ενζωοτικός κύκλος μετάδοσης του ιού είναι περισσότερο σύνθετος και δεν
εξαρτάται μόνο από τον πληθυσμό των διαβιβαστών. «Μπορεί να έχουμε
λιγότερα κουνούπια φέτος, αλλά το ποσοστό των μολυσμένων κουνουπιών να
είναι μεγαλύτερο», σημειώνει, επικεντρώνοντας στις «δεξαμενές» του ιού,
που είναι τα άγρια πτηνά.
«Υπάρχουν κύκλοι εξάρσεων και υφέσεων
ανά 3 με 4 χρόνια. Όταν τα άγρια πτηνά μετά από μια μεγάλη επιζωοτία
γίνουν οροθετικά σε μεγάλο ποσοστό, αποκτούν ανοσία, κι έτσι δεν μπορεί
να λειτουργήσει αυτός ο ενζωοτικός κύκλος μετάδοσης και τότε έχουμε
χαμηλή κυκλοφορία του ιού», εξηγεί και συμπληρώνει:
«Στις
περιόδους των υφέσεων, υπάρχει ανανέωση πληθυσμού, έχουμε νέα πτηνά που
δεν έχουν ανοσία και έτσι δημιουργείται ένα υπόβαθρο να κυκλοφορήσει
πάλι ο ιός, και μπορεί πάλι να λειτουργήσει αυτός ο ενζωοτικός κύκλος
μετάδοσης ανάμεσα σε άγρια πτηνά και κουνούπια».
Με βάση τα δεδομένα της φετινής περιόδου, ο καθηγητής συνιστά τη λήψη ατομικών μέτρων προφύλαξης από τσιμπήματα κουνουπιών στις περιοχές αυξημένης κυκλοφορίας του ιού.
«Από
τη στιγμή που έχουμε αυξημένη κυκλοφορία του ιού, στις περιοχές όπου
διαπιστώνεται αυτή η αυξημένη κυκλοφορία μέσω της επιτήρησης, καλό είναι
να υπάρχει μέριμνα προφύλαξης, κυρίως από τους ηλικιωμένους και όσους
έχουν υποκείμενα νοσήματα», καταλήγει.
Δάγκειος πυρετός
Σε
ό,τι αφορά το ενδεχόμενο εμφάνισης περιστατικών δάγκειου πυρετού στην
Ελλάδα, ο κ. Μουρελάτος αναφέρει πως αυτό εξαρτάται κυρίως από την
επίσκεψη ανθρώπου-φορέα του ιού.
Ο προνομιακός διαβιβαστής του δάγκειου είναι το κουνούπι aedes aegypti
(κουνούπι «τίγρης»), το οποίο υπήρχε στην Ελλάδα μέχρι τη δεκαετία του
1930 και μετά παραδόξως εξαφανίστηκε. Ο λιγότερο προνομιακός διαβιβαστής
είναι ο aedes albopictus (ασιατικό κουνούπι «τίγρης»), ο οποίος υπάρχει παντού στην Ελλάδα», λέει και προσθέτει:
«Αν
έρθει κάποιος άνθρωπος φορέας του δάγκειου από τη Νοτιοανατολική Ασία ή
από τη Νότια Αμερική που είναι οι βασικές εστίες, θα έχουμε θέμα.
Μπορεί να δημιουργήσει μια μικρή τοπική συρροή κρουσμάτων».
euro2day