Πουλάει ακριβά και αγοράζει φθηνά ρεύμα από τη ΔΕΗ
Τροποποιώντας την άδεια του εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, κατόπιν γνωμοδότησης της ΡΑΕ, ο Ομιλος Μυτιληναίου κατέστη συμπαραγωγός, κερδίζοντας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ από τη διαφορά στις τιμές πώλησης ρεύματος προς τη ΔΕΗ και την αγορά ρεύματος από αυτήν για τις ανάγκες της βιομηχανικής του παραγωγής
Τον Φεβρουάριο του 2008, ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ Νίκος Φωτόπουλος φώναζε ότι η «Η πολιτεία και η ΡΑΕ είναι αβανταδόροι των ιδιωτών και νεκροθάφτες της ΔΕΗ». Ο λόγος που ο Φωτόπουλος ωρυόταν, ήταν μία γνωμοδότηση της ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) η οποία άναβε το «πράσινο φως» στον Ομιλο Μυτιληναίου να εισέλθει στο χώρο της ενέργειας, τροποποιώντας την άδεια του εργοστασίου του. Επρόκειτο για μία μονάδα ηλεκτρικής ενέργειας η οποία κατασκευάστηκε με επιδοτήσεις εκατομμυρίων ευρώ, με σκοπό αποκλειστικά την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών που απαιτούσαν οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις του ομίλου.
Με τη συγκεκριμένη όμως γνωμοδότηση της ΡΑΕ, εφεξής ο Ομιλος Μυτιληναίου θα είχε τη δυνατότητα να εμπορεύεται ελεύθερα το παραγόμενο ρεύμα της προαναφερθείσας μονάδας όχι πια για ιδία χρήση, αλλά για να το διαθέτει προς πώληση σε τρίτους. Οπερ σημαίνει, να το διαθέτει προς πώληση στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στις ακριβές τιμές της αγοράς, ενώ η ΔΕΗ, διατηρώντας την υποχρέωση του «τελευταίου καταφυγίου» (δηλαδή να τροφοδοτεί με ρεύμα όποιον της το ζητά), να πουλάει την ενέργεια σε φθηνότερες ρυθμιζόμενες τιμές.
Πολλά λεφτά
Σε... απλή μετάφραση, ο Ομιλος Μυτιληναίου «θα είχε πια την ευχέρεια να πουλάει στη ΔΕΗ ακριβά το ρεύμα που παράγει από τη μονάδα του και -αντιστοίχως- να αγοράζει φθηνά (επί ζημία της ΔΕΗ) από αυτή, για τις ανάγκες της βιομηχανικής του παραγωγής, κερδίζοντας τη διαφορά: Ζημιώνοντας δηλαδή τη ΔΕΗ με 80 έως 90 εκατομμύρια ετησίως για το χρόνο ζωής της μονάδας», όπως χαρακτηριστικά δήλωνε τότε ο κ. Φωτόπουλος:
«Η Αλουμίνιον θα πουλούσε στη χονδρεμπορική αγορά στην τιμή των 80-90 ευρώ/mwh που ήταν τότε η Οριακή Τιμή του Συστήματος και, ταυτόχρονα, αγόραζε για τις ανάγκες της από τη ΔΕΗ στην προνομιακή τιμή των 45-50 ευρώ/mwh, όπως προέβλεπε το τιμολόγιο υψηλής τάσης Α-150», εξηγεί το συνδικαλιστικό στέλεχος της ΓΕΝΟΠ.
«Η Αλουμίνιον θα μπορεί να πουλά όσο θέλει και να καλύπτει οπωσδήποτε το κόστος της. Η ΔΕΗ Α.Ε., όμως, γιατί πρέπει να είναι υποχρεωμένη, παρ' ότι η συγκεκριμένη βιομηχανία έχει τη δική της μονάδα, να την ηλεκτροδοτεί με ρυθμιζόμενο τιμολόγιο κάτω του κόστους και να ζημιώνεται με δεκάδες εκατομμύρια; Τη ζημιά αυτή της χαριστικής απόφασης ο χρόνος έδειξε ότι την πλήρωσε ο ελληνικός λαός με αυξήσεις στα τιμολόγια», λέει σήμερα ο τέως πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ.
Για να γίνουν όμως πράξη τα παραπάνω, έπρεπε η οριακή γνωμοδότηση της ΡΑΕ (4-3, με τη διπλή ψήφο του προέδρου) να γίνει δεκτή από την κυβέρνηση. Οπερ και εγένετο με υπουργική απόφαση που υπέγραψε ο τότε υφυπουργός Ανάπτυξης Χ. Φώλιας. Εφεξής ο Ομιλος Μυτιληναίου θα μπορούσε να παράγει ηλεκτρική ενέργεια, όχι πλέον ως Αυτοπαραγωγός - Συμπαραγωγός, αλλά ως Συμπαραγωγός (ΣΗΘ-Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού Θερμότητας) και να βγει στην αγορά ενέργειας.
Υπήρξε όμως και συνέχεια, «καθώς οι χαριστικές ρυθμίσεις ήταν αλλεπάλληλες», όπως είπαν στην «Κ.Ε.» βουλευτές της αντιπολίτευσης, αλλά και άνθρωποι που γνωρίζουν το χώρο της ενέργειας. Η πρώην υπουργός Περιβάλλοντος, Τ. Μπιρμπίλη, μετέτρεψε την άδεια από ΣΗΘ σε ΣΗΘΥΑ.
Τα δύο τελευταία αυτά γράμματα, που σημαίνουν «Υψηλή Αποδοτικότητα», έδωσαν ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στα επιχειρηματικά σχέδια της εταιρείας στο χώρο της ενέργειας, καθώς τις ΣΗΘΥΑ η Ε.Ε. τις εξομοιώνει με τις ΑΠΕ, που σημαίνει, βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, ακόμη μεγαλύτερα προνόμια.
Ωστόσο, η τότε υπουργός, αφού πρώτα μετέτρεψε βέβαια την άδεια από ΣΗΘ σε ΣΗΘΥΑ, έβαλε κάποιο «φρένο» κι άφησε το προνόμιο των ΑΠΕ στα επίπεδα που προϋπήρχαν, δηλαδή στα 35 mw (αυξάνοντας μόνο την τιμή αποζημίωσης), και όχι στο σύνολο της συμπαραγωγής, που για την Αλουμίνιον ήταν τα 130mw.
«Κάτι» που «διόρθωσε» στη συνέχεια ο πρώην υπουργός ΠΕΚΑ Γ. Παπακωνσταντίνου, με το περίφημο άρθρο 197 του νόμου 2011, το οποίο -παρά το όποιο λίφτινγκ υπέστη, εξαιτίας των αντιδράσεων από τους φορείς της αγοράς ενέργειας, μερίδας συνδικαλιστών, αλλά και των κομμάτων της αντιπολίτευσης- έδωσε μοναδικά προνόμια στο συγκεκριμένο όμιλο.
Πιο συγκεκριμένα, καταργήθηκε ο περιορισμός των 35 mw και το σύνολο της συμπαραγωγής των 130 mw της μονάδας της εταιρείας εκλαμβάνεται πλέον ως ΑΠΕ. Αυτό σημαίνει ότι τα 130 μεγαβάτ εντάσσονται για λειτουργία στο σύστημα κατά προτεραιότητα έναντι κάθε άλλης μονάδας συμβατικών καυσίμων (λιγνίτης-φυσικό αέριο) και χρυσοπληρώνονται με 90 ευρώ τη μεγαβατώρα.
Τα δε υπόλοιπα 204, καθώς η συνολική ισχύς της συγκεκριμένης μονάδας είναι 334 mw, πληρώνονται με βάση τους κανόνες της αγοράς, που σημαίνει ότι παίρνουν τουλάχιστον το μεταβλητό τους κόστος, δηλαδή το κόστος του καυσίμου, αλλά και την αμοιβή για την ισχύ, που σήμερα φθάνει τα 80 χιλιάδες ευρώ το mw το έτος -βάσει της σκανδαλώδους απόφασης της ΡΑΕ που εκδόθηκε το καλοκαίρι του 2013, όπως τουλάχιστον τη χαρακτήρισαν στην «Κ.Ε.» προσωπικότητες που γνωρίζουν καλά το χώρο της ενέργειας.
Βάσει των όσων προβλέπονται, ο διαχειριστής της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ) αλλά και του Συστήματος (ΑΔΜΗΕ) υποχρεούται να απορροφά κατά προτεραιότητα το ρεύμα που δίνουν οι μονάδες ΣΗΘΥΑ και βεβαίως των ΑΠΕ, γεγονός από το οποίο εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι για την εν λόγω εταιρεία αυτό σημαίνει παραγωγή χωρίς ρίσκο.
Στις διατάξεις του νόμου συμπεριελήφθη και μαθηματικός τύπος, βάσει του οποίου το ρεύμα από τις μονάδες ΣΗΘΥΑ θα πληρώνεται με τιμολόγιο αιολικής ενέργειας συν τη ρήτρα φυσικού αερίου, δηλαδή 130 ευρώ ανά MWh αντί 80 με 90 ευρώ, που εισπράττει μία παρόμοιας τεχνολογίας μονάδα φυσικού αερίου από τη χονδρεμπορική αγορά.
Για τους ανθρώπους της αγοράς, «η τιμολογιακή αυτή εξομοίωση σημαίνει υπερκέρδη για την Αλουμίνιον, που ξεπερνούν τα 70 εκατ. ευρώ το χρόνο», ή στη χειρότερη περίπτωση πάνω από 50 εκατ., όπως είχαν αναφέρει οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, Θ. Πετράκος και Ευ. Ουζουνίδου, σε ερώτηση που κατέθεσαν τον Νοέμβριο του 2012.
«Μερικούς μήνες νωρίτερα, ο υφυπουργός ΠΕΚΑ, Γ. Μανιάτης, με την υπ' αριθμόν Δ5-ΗΛ/Γ/Φ1/749, εισήγαγε σειρά ρυθμίσεων ώστε να αρθούν τα όποια νομικοτεχνικά εμπόδια υπήρχαν, ούτως ώστε ο Ομιλος Μυτιληναίου να καρπωθεί τα όποια ευεργετήματα του άρθρου 197», σημειώνουν επιστήμονες που γνωρίζουν καλά τα ψιλά γράμματα των δυσνόητων ρυθμίσεων που περιελάμβανε η εν λόγω απόφαση.
«Η επιβάρυνση που προκύπτει από αυτή την τιμολογιακή εξομοίωση των ΑΠΕ με τις ΣΗΘΥΑ, όπου στην ουσία εξομοιώνεται η καθαρή με τη ρυπόγονο ενέργεια, πέρασε στο τέλος ΑΠΕ. Ενα τέλος, που αυξήθηκε 6.933% σε δυόμισι χρόνια κι από 0,30 ευρώ/MWH, έφτασε τα 20,8 ευρώ! για τους οικιακούς καταναλωτές». Σύμφωνα με την τελευταία απόφαση της ΡΑΕ, η αύξηση του τέλους αυτού είναι θηριώδης.
Κι όπως σημειώνουν προσωπικότητες από το χώρο της ενέργειας, «εάν δε ληφθούν άλλα μέτρα, όπως π.χ. το ψαλίδισμα των εγγυημένων τιμών των φωτοβολταϊκών, η συμμετοχή του κόστους του ΕΤΜΕΑΡ στην οικιακή μεγαβατώρα θα φτάσει τα 38,6 ευρώ, δηλαδή η αύξηση θα ανέλθει στα 12.000.866%».
ΑΠΕ
Το τέλος ΑΠΕ, που πληρώνουμε όλοι μας με το λογαριασμό της ΔΕΗ, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον επίσημο διαδικτυακό ιστότοπο της εταιρείας, «καλύπτει το ακριβότερο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, έναντι παραγωγής από τα συμβατικά καύσιμα. Από ουσιαστική άποψη, αυτή η χρέωση αποτελεί ένα "ανταποδοτικό τέλος" που η Πολιτεία διά του Ν.2773/99 έχει επιβάλει για να καλυφθεί το κόστος του περιβαλλοντικού αγαθού που προσφέρει στους πολίτες, δηλαδή της καθαρής ενέργειας».
Σήμερα, βάσει του μεταγενέστερου νόμου 4001/2011, ονομάζεται ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Ρύπων). Η ΔΕΗ και κάθε προμηθευτής καταβάλλουν το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ στον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) που καταλήγει στο λογαριασμό του Λειτουργού της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ), προκειμένου αυτός να καλύψει μέρος του απαιτούμενου ποσού που καταβάλλει στους παραγωγούς ΑΠΕ, για την αγορά από αυτούς ολόκληρης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουν...
enet
Τροποποιώντας την άδεια του εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, κατόπιν γνωμοδότησης της ΡΑΕ, ο Ομιλος Μυτιληναίου κατέστη συμπαραγωγός, κερδίζοντας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ από τη διαφορά στις τιμές πώλησης ρεύματος προς τη ΔΕΗ και την αγορά ρεύματος από αυτήν για τις ανάγκες της βιομηχανικής του παραγωγής
Τον Φεβρουάριο του 2008, ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ Νίκος Φωτόπουλος φώναζε ότι η «Η πολιτεία και η ΡΑΕ είναι αβανταδόροι των ιδιωτών και νεκροθάφτες της ΔΕΗ». Ο λόγος που ο Φωτόπουλος ωρυόταν, ήταν μία γνωμοδότηση της ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) η οποία άναβε το «πράσινο φως» στον Ομιλο Μυτιληναίου να εισέλθει στο χώρο της ενέργειας, τροποποιώντας την άδεια του εργοστασίου του. Επρόκειτο για μία μονάδα ηλεκτρικής ενέργειας η οποία κατασκευάστηκε με επιδοτήσεις εκατομμυρίων ευρώ, με σκοπό αποκλειστικά την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών που απαιτούσαν οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις του ομίλου.
Με τη συγκεκριμένη όμως γνωμοδότηση της ΡΑΕ, εφεξής ο Ομιλος Μυτιληναίου θα είχε τη δυνατότητα να εμπορεύεται ελεύθερα το παραγόμενο ρεύμα της προαναφερθείσας μονάδας όχι πια για ιδία χρήση, αλλά για να το διαθέτει προς πώληση σε τρίτους. Οπερ σημαίνει, να το διαθέτει προς πώληση στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στις ακριβές τιμές της αγοράς, ενώ η ΔΕΗ, διατηρώντας την υποχρέωση του «τελευταίου καταφυγίου» (δηλαδή να τροφοδοτεί με ρεύμα όποιον της το ζητά), να πουλάει την ενέργεια σε φθηνότερες ρυθμιζόμενες τιμές.
Πολλά λεφτά
Σε... απλή μετάφραση, ο Ομιλος Μυτιληναίου «θα είχε πια την ευχέρεια να πουλάει στη ΔΕΗ ακριβά το ρεύμα που παράγει από τη μονάδα του και -αντιστοίχως- να αγοράζει φθηνά (επί ζημία της ΔΕΗ) από αυτή, για τις ανάγκες της βιομηχανικής του παραγωγής, κερδίζοντας τη διαφορά: Ζημιώνοντας δηλαδή τη ΔΕΗ με 80 έως 90 εκατομμύρια ετησίως για το χρόνο ζωής της μονάδας», όπως χαρακτηριστικά δήλωνε τότε ο κ. Φωτόπουλος:
«Η Αλουμίνιον θα πουλούσε στη χονδρεμπορική αγορά στην τιμή των 80-90 ευρώ/mwh που ήταν τότε η Οριακή Τιμή του Συστήματος και, ταυτόχρονα, αγόραζε για τις ανάγκες της από τη ΔΕΗ στην προνομιακή τιμή των 45-50 ευρώ/mwh, όπως προέβλεπε το τιμολόγιο υψηλής τάσης Α-150», εξηγεί το συνδικαλιστικό στέλεχος της ΓΕΝΟΠ.
«Η Αλουμίνιον θα μπορεί να πουλά όσο θέλει και να καλύπτει οπωσδήποτε το κόστος της. Η ΔΕΗ Α.Ε., όμως, γιατί πρέπει να είναι υποχρεωμένη, παρ' ότι η συγκεκριμένη βιομηχανία έχει τη δική της μονάδα, να την ηλεκτροδοτεί με ρυθμιζόμενο τιμολόγιο κάτω του κόστους και να ζημιώνεται με δεκάδες εκατομμύρια; Τη ζημιά αυτή της χαριστικής απόφασης ο χρόνος έδειξε ότι την πλήρωσε ο ελληνικός λαός με αυξήσεις στα τιμολόγια», λέει σήμερα ο τέως πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ.
Για να γίνουν όμως πράξη τα παραπάνω, έπρεπε η οριακή γνωμοδότηση της ΡΑΕ (4-3, με τη διπλή ψήφο του προέδρου) να γίνει δεκτή από την κυβέρνηση. Οπερ και εγένετο με υπουργική απόφαση που υπέγραψε ο τότε υφυπουργός Ανάπτυξης Χ. Φώλιας. Εφεξής ο Ομιλος Μυτιληναίου θα μπορούσε να παράγει ηλεκτρική ενέργεια, όχι πλέον ως Αυτοπαραγωγός - Συμπαραγωγός, αλλά ως Συμπαραγωγός (ΣΗΘ-Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού Θερμότητας) και να βγει στην αγορά ενέργειας.
Υπήρξε όμως και συνέχεια, «καθώς οι χαριστικές ρυθμίσεις ήταν αλλεπάλληλες», όπως είπαν στην «Κ.Ε.» βουλευτές της αντιπολίτευσης, αλλά και άνθρωποι που γνωρίζουν το χώρο της ενέργειας. Η πρώην υπουργός Περιβάλλοντος, Τ. Μπιρμπίλη, μετέτρεψε την άδεια από ΣΗΘ σε ΣΗΘΥΑ.
Τα δύο τελευταία αυτά γράμματα, που σημαίνουν «Υψηλή Αποδοτικότητα», έδωσαν ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στα επιχειρηματικά σχέδια της εταιρείας στο χώρο της ενέργειας, καθώς τις ΣΗΘΥΑ η Ε.Ε. τις εξομοιώνει με τις ΑΠΕ, που σημαίνει, βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, ακόμη μεγαλύτερα προνόμια.
Ωστόσο, η τότε υπουργός, αφού πρώτα μετέτρεψε βέβαια την άδεια από ΣΗΘ σε ΣΗΘΥΑ, έβαλε κάποιο «φρένο» κι άφησε το προνόμιο των ΑΠΕ στα επίπεδα που προϋπήρχαν, δηλαδή στα 35 mw (αυξάνοντας μόνο την τιμή αποζημίωσης), και όχι στο σύνολο της συμπαραγωγής, που για την Αλουμίνιον ήταν τα 130mw.
«Κάτι» που «διόρθωσε» στη συνέχεια ο πρώην υπουργός ΠΕΚΑ Γ. Παπακωνσταντίνου, με το περίφημο άρθρο 197 του νόμου 2011, το οποίο -παρά το όποιο λίφτινγκ υπέστη, εξαιτίας των αντιδράσεων από τους φορείς της αγοράς ενέργειας, μερίδας συνδικαλιστών, αλλά και των κομμάτων της αντιπολίτευσης- έδωσε μοναδικά προνόμια στο συγκεκριμένο όμιλο.
Πιο συγκεκριμένα, καταργήθηκε ο περιορισμός των 35 mw και το σύνολο της συμπαραγωγής των 130 mw της μονάδας της εταιρείας εκλαμβάνεται πλέον ως ΑΠΕ. Αυτό σημαίνει ότι τα 130 μεγαβάτ εντάσσονται για λειτουργία στο σύστημα κατά προτεραιότητα έναντι κάθε άλλης μονάδας συμβατικών καυσίμων (λιγνίτης-φυσικό αέριο) και χρυσοπληρώνονται με 90 ευρώ τη μεγαβατώρα.
Τα δε υπόλοιπα 204, καθώς η συνολική ισχύς της συγκεκριμένης μονάδας είναι 334 mw, πληρώνονται με βάση τους κανόνες της αγοράς, που σημαίνει ότι παίρνουν τουλάχιστον το μεταβλητό τους κόστος, δηλαδή το κόστος του καυσίμου, αλλά και την αμοιβή για την ισχύ, που σήμερα φθάνει τα 80 χιλιάδες ευρώ το mw το έτος -βάσει της σκανδαλώδους απόφασης της ΡΑΕ που εκδόθηκε το καλοκαίρι του 2013, όπως τουλάχιστον τη χαρακτήρισαν στην «Κ.Ε.» προσωπικότητες που γνωρίζουν καλά το χώρο της ενέργειας.
Βάσει των όσων προβλέπονται, ο διαχειριστής της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ) αλλά και του Συστήματος (ΑΔΜΗΕ) υποχρεούται να απορροφά κατά προτεραιότητα το ρεύμα που δίνουν οι μονάδες ΣΗΘΥΑ και βεβαίως των ΑΠΕ, γεγονός από το οποίο εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι για την εν λόγω εταιρεία αυτό σημαίνει παραγωγή χωρίς ρίσκο.
Στις διατάξεις του νόμου συμπεριελήφθη και μαθηματικός τύπος, βάσει του οποίου το ρεύμα από τις μονάδες ΣΗΘΥΑ θα πληρώνεται με τιμολόγιο αιολικής ενέργειας συν τη ρήτρα φυσικού αερίου, δηλαδή 130 ευρώ ανά MWh αντί 80 με 90 ευρώ, που εισπράττει μία παρόμοιας τεχνολογίας μονάδα φυσικού αερίου από τη χονδρεμπορική αγορά.
Για τους ανθρώπους της αγοράς, «η τιμολογιακή αυτή εξομοίωση σημαίνει υπερκέρδη για την Αλουμίνιον, που ξεπερνούν τα 70 εκατ. ευρώ το χρόνο», ή στη χειρότερη περίπτωση πάνω από 50 εκατ., όπως είχαν αναφέρει οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, Θ. Πετράκος και Ευ. Ουζουνίδου, σε ερώτηση που κατέθεσαν τον Νοέμβριο του 2012.
«Μερικούς μήνες νωρίτερα, ο υφυπουργός ΠΕΚΑ, Γ. Μανιάτης, με την υπ' αριθμόν Δ5-ΗΛ/Γ/Φ1/749, εισήγαγε σειρά ρυθμίσεων ώστε να αρθούν τα όποια νομικοτεχνικά εμπόδια υπήρχαν, ούτως ώστε ο Ομιλος Μυτιληναίου να καρπωθεί τα όποια ευεργετήματα του άρθρου 197», σημειώνουν επιστήμονες που γνωρίζουν καλά τα ψιλά γράμματα των δυσνόητων ρυθμίσεων που περιελάμβανε η εν λόγω απόφαση.
«Η επιβάρυνση που προκύπτει από αυτή την τιμολογιακή εξομοίωση των ΑΠΕ με τις ΣΗΘΥΑ, όπου στην ουσία εξομοιώνεται η καθαρή με τη ρυπόγονο ενέργεια, πέρασε στο τέλος ΑΠΕ. Ενα τέλος, που αυξήθηκε 6.933% σε δυόμισι χρόνια κι από 0,30 ευρώ/MWH, έφτασε τα 20,8 ευρώ! για τους οικιακούς καταναλωτές». Σύμφωνα με την τελευταία απόφαση της ΡΑΕ, η αύξηση του τέλους αυτού είναι θηριώδης.
Κι όπως σημειώνουν προσωπικότητες από το χώρο της ενέργειας, «εάν δε ληφθούν άλλα μέτρα, όπως π.χ. το ψαλίδισμα των εγγυημένων τιμών των φωτοβολταϊκών, η συμμετοχή του κόστους του ΕΤΜΕΑΡ στην οικιακή μεγαβατώρα θα φτάσει τα 38,6 ευρώ, δηλαδή η αύξηση θα ανέλθει στα 12.000.866%».
ΑΠΕ
Το τέλος ΑΠΕ, που πληρώνουμε όλοι μας με το λογαριασμό της ΔΕΗ, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον επίσημο διαδικτυακό ιστότοπο της εταιρείας, «καλύπτει το ακριβότερο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, έναντι παραγωγής από τα συμβατικά καύσιμα. Από ουσιαστική άποψη, αυτή η χρέωση αποτελεί ένα "ανταποδοτικό τέλος" που η Πολιτεία διά του Ν.2773/99 έχει επιβάλει για να καλυφθεί το κόστος του περιβαλλοντικού αγαθού που προσφέρει στους πολίτες, δηλαδή της καθαρής ενέργειας».
Σήμερα, βάσει του μεταγενέστερου νόμου 4001/2011, ονομάζεται ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Ρύπων). Η ΔΕΗ και κάθε προμηθευτής καταβάλλουν το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ στον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) που καταλήγει στο λογαριασμό του Λειτουργού της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ), προκειμένου αυτός να καλύψει μέρος του απαιτούμενου ποσού που καταβάλλει στους παραγωγούς ΑΠΕ, για την αγορά από αυτούς ολόκληρης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουν...
enet