Συγκεκριμένα, τα κόμματα στη δημοσκόπηση λαμβάνουν:
- ΝΔ 29%
- ΣΥΡΙΖΑ 24,6%
- ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ 9,5%
- ΚΚΕ 5,8%
- ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ 4,1%
- ΜΕΡΑ25 3,7%
- ΕΛΛΗΝΕΣ 3,4%
- ΛΟΙΠΟΙ 4,9%
- ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ 15,1% (*περιλαμβάνει: άκυρο – λευκό, αποχή, αναποφάσιστους, «Δεν γνωρίζω / Δεν απαντώ»)
«Για τη Νέα Δημοκρατία το πρώτο κύμα αυτών των δημοσκοπήσεων έδωσε μέσο όρο στην πρόθεση ψήφου γύρω στο 28%. Το δεύτερο την ανεβάζει κοντά στο 29%» επισήμανε μεταξύ αλλων αναλύοντας το αποτέλεσμα της δημοσκόπησης, ο εκλογολόγος Παναγιώτης Κουστένης. Ενώ πρόσθεσε:
«Να θυμίσουμε ότι την περασμένη φορά, με βάση τις έρευνες, στο “κύμα” Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου η μέση πρόθεση ψήφου για το κυβερνών κόμμα ήταν περίπου 31%. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε ήδη να διαπιστώσουμε μία πρώτη επίδραση του δυστυχήματος των Τεμπών.
Γι’ αυτές τις τρεις μονάδες που χάθηκαν στο πρώτο “κύμα” από τη Νέα Δημοκρατία, φαίνεται ότι στο δεύτερο, υπάρχει μια μικρή ανάκαμψη, αλλά σίγουρα φαίνεται ότι παραμένει σε αυτές τις δημοσκοπήσεις πολύ χαμηλότερα από τη μέχρι τότε καταγραφή.
Το βασικό είναι ότι ήδη στο πρώτο κύμα -για πρώτη φορά- είδαμε σχεδόν σε όλες τις έρευνες της πρόθεσης ψήφου της Νέας Δημοκρατίας να κινούνται κάτω από το 30%.
(…) Σε κάθε περίπτωση παραμένει πολύ χαμηλότερα από την πρώτη καταγραφή».
Σε ότι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, ο ίδιος σημείωσε:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι καταγράφει μια σχετική σταθερότητα, με τον μέσο όρο της πρόθεσης ψήφου του να είναι από 24,5% που το είχαμε υπολογίσει την προηγούμενη φορά -αφού έπεσε στο 24,2% στο πρώτο κύμα- ανέβηκε ελαφρώς στο 24,6% στο δεύτερο.
Σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι παραμένει σε αυτά τα επίπεδα, τα οποία είναι συγκρίσιμα ή ελαφρώς χαμηλότερα από τις αντίστοιχες προθέσεις ψήφου που είχαν υπολογιστεί για τον ΣΥΡΙΖΑ στην προεκλογική περίοδο του 2019, εκείνο τον τελευταίο μήνα. Δηλαδή το κόμμα ακόμα “παλεύει” με εκείνα τα επίπεδα. Βεβαίως, τότε, ήταν ελαφρώς πιο περιορισμένη η γκρίζα ζώνη».
Συγκριτικά με το πρώτο «γκάλοπ των γκάλοπ», στον παρακάτω πίνακα φαίνονται τα ποσοστά των κομμάτων στα δύο «κύματα».
Ως προς τα ευρήματα της έρευνας για τα υπόλοιπα κόμματα, ο κ. Κουστένης υπογράμμισε:
«Το τρίτο κόμμα που είναι το ΠΑΣΟΚ ήταν στο 9,2%. Στο πρώτο “κύμα” ανέβηκε στο 10,3% στις αρχές του χρόνου. Αυτό δείχνει δηλαδή ότι και το ΠΑΣΟΚ παρουσίασε μια πτωτική τάση. Ουσιαστικά, έρχεται περισσότερο ως συνέχεια της πτωτικής τάσης που καταγράφεται από το Ιανουάριο του 2022 και μετά. Δηλαδή, μετά από τον αρχικό ενθουσιασμό που ακολούθησε την εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος».
(…) Ένα δεύτερο εύρημα είναι η αύξηση της επιρροής των μικρότερων κοινοβουλευτικών κομμάτων – και του ΚΚΕ και της Ελληνικής Λύσης. Ωστόσο θα πρέπει να προσεχθεί η αύξηση που παρουσίασε το ΜέΡΑ25. Το ποσοστό του στις αρχές του χρόνου, ενώ έδειχνε να παλινδρομεί σε τιμές από 2,3% ως 3,1% στην πρόθεση ψήφου, πλέον ακολούθησε δύο διαδοχικές αυξήσεις σε αυτά τα δύο κύματα κατά μισή μονάδα περίπου στην καθεμία.
Ήδη, από τα μέσα Μαρτίου σε όλες τις δημοσκοπήσεις καταγράφεται πάνω από το 3%. Άρα είναι η πρώτη φορά που φαίνεται να έχει μια σχετική ασφάλεια εισόδου στη Βουλή.
(…) Σε ό,τι αφορά το κόμμα Έλληνες, από τις αρχές του 2022 μέχρι και τον Νοέμβρη του 2022 ήταν περίπου στο 2% με μικρές αυξομειώσεις το Δεκέμβρη και το Γενάρη ήταν γύρω στο 2,5%. Στα δυο τελευταία κύματα παρουσιάζει μια σημαντική αύξηση 2,9% μέσο όρο στα μέσα Μαρτίου, και 3,4% αυτή τη στιγμή».
Για το τι δείχνουν τα στοιχεία του γκάλοπ σε σχέση με την υπόθεση των Τεμπών, o σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας Ευτύχης Βαρδουλάκης, από την πλευρά του τόνισε:
«Σε πρώτη φάση φαίνεται ότι έκανε μια ζημιά η οποία ήταν ευδιάκριτη. Καταγράφηκε σε όλες τις έρευνες. Βλέπουμε ότι υπάρχει μια σταδιακή επιστροφή ψηφοφόρων. Από τις τρεις μονάδες της ΝΔ πήρε πίσω τη μία. Και είχαμε και μία επαναφορά από την γκρίζα ζώνη προς την κομματική ψήφο.
Ουσιαστικά, και από τις δύο μονάδες που επέστρεψαν, η μία ήταν στη Νέα Δημοκρατία και η άλλη μία μοιράστηκε στα υπόλοιπα κόμματα.
Αυτό που σίγουρα έπληξε τη Νέα Δημοκρατία σε επίπεδο αφηγήματος, ήταν το κομμάτι της αποτελεσματικότητας του εκσυγχρονισμού του κράτους – αυτό αμφισβητήθηκε. Δεν μπορούμε να πούμε όμως ότι αυτό έχει μόνιμο χαρακτήρα, διότι όσο απομακρυνόμαστε από το τραγικό γεγονός, μπαίνουν και άλλα επιχειρήματα, όπως και άλλα δεδομένα στην εξίσωση.
Ήδη έχουμε δει την καμπάνια των κομμάτων να “τρέχει”. Όλα τα κόμματα βγάζουν τα σποτ τους, οπότε σταδιακά η συζήτηση “θα φύγει”. Δεν θα είναι μονοθεματική όπως ήταν όλο το προηγούμενο διάστημα. Ήδη μετακινείται, οπότε “στο τέλος της ημέρας”, θα μπουν όλες οι παράμετροι στη συζήτηση».
Αποτιμώντας τη δημοσκόπηση, ο Καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής του Παντείου, Γεράσιμος Μοσχονάς, μιλώντας στην ίδια εκπομπή, ανέφερε:
«Είναι προφανές ότι δεν έχουν σταθεροποιηθεί ακόμα οι τάσεις. Και επίσης είναι προφανές ότι για μας, αυτούς που θέλουν να αναλύσουν τα γεγονότα, είναι δύσκολο να αποτιμήσουμε καθώς πλησιάζουμε προς την εκλογική αναμέτρηση, πού και πόσο επηρεάζει το δραματικό γεγονός των Τεμπών, αλλά και πού και πόσο επηρεάζει το γεγονός ότι έχουμε εκλογές με απλή αναλογική.
Έχουμε μια μείωση της Νέας Δημοκρατίας. Είναι σαφές αυτό. Μια ελάχιστη ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ. Και σαν γενική τάση έχουμε μια ενίσχυση των μικρότερων κομμάτων. Αυτή είναι η γενική τάση.
Έχουμε στο τελευταίο κύμα μια πολύ μικρή ανάκαμψη της Νέας Δημοκρατίας που είναι ένας παράγοντας σταθεροποίησης. Η όποια μικρή ανάκαμψη, συνδέεται επίσης και από μια ελάχιστη μικρή ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ.
Αν δούμε όμως τη μεγάλη εικόνα, μπορούμε να πούμε το εξής: Η απόσταση από τον Ιανουάριο του 2022 μέχρι σήμερα ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η μικρότερη που είχαμε ποτέ».
Οι ειδικοί στην εκπομπή έκαναν λόγο για μια «σχετικά σταθερή πορεία».
Ως προς το αν είναι πολιτικά εφικτή η αλλαγή της σειράς των κομμάτων μέχρι τις εκλογές, συγκριτικά με αυτήν που εμφανίζεται στη δημοσκόπηση, o σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας Ευτύχης Βαρδουλάκης υπογράμμισε:
«Γεγονότα πάντα υπάρχουν, όμως στο τέλος της ημέρας ο κόσμος δεν κρίνει με βάση μόνο ένα γεγονός, αλλά κρίνει με βάση κάποιες παγιωμένες αντιλήψεις. Το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας που είδαμε τον τελευταίο χρόνο, διατηρείται σχεδόν επτά χρόνια. Από την άνοιξη του 2016 πέρασε μπροστά η ΝΔ και συμπληρώνονται επτά χρόνια που έχει σταθερό προβάδισμα χωρίς ποτέ να έχει αμφισβητηθεί ή έστω και να πέσει κάτω από τις τρεις μονάδες.
Άρα αυτό δείχνει ότι υπάρχουν κάποιες παγιωμένες αντιλήψεις οι οποίες έχουν να κάνουν με τις δημοτικές, με την κυβερνησιμότητα, με τα θετικά ή αρνητικά αντανακλαστικά που προκαλεί καθένας από τους πρωταγωνιστές».
«Τα τρία κόμματα της ευρείας κεντροαριστεράς – Αριστεράς, δηλαδή ΣΥΡΙΖΑ, ΜέΡΑ25 και ΠΑΣΟΚ μόνο σε συνθήκες πολύ ευνοϊκού αποτελέσματος και για τα τρία ή για δύο από αυτά θα μπορούσαν να κάνουν μια κυβέρνηση, η οποία όμως είναι πολύ δύσκολο να γίνει.
Επιπλέον, οι “παίχτες” δηλαδή το ΜέΡΑ25 έχει ξεκάθαρα δηλώσει ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει. Δεν έχει γίνει πολύ γνωστό στη δημοσιότητα αυτό, άλλωστε είναι ισχυρή θέση της οργάνωσής του. Δεν ξέρω τι θα γίνει σε μια φάση όπου ένας τέτοιος συνασπισμός είναι δυνατός, αλλά εκεί θα υπάρχει μια άλλου τύπου πίεση.
Δεν πρέπει να αναφέρω επίσης την κυβέρνηση των ηττημένων, δηλαδή τη θέση του Αλέξη Τσίπρα. Όλα αυτά καθιστούν το σχηματισμό κυβέρνησης δύσκολο, αλλά κάτω από συγκεκριμένες εκλογικές συνθήκες, όχι αδύνατον. Μην το θεωρούμε αδύνατον αυτή τη στιγμή με τους συσχετισμούς που καταγράφονται εδώ και τώρα», τόνισε ο Καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής του Παντείου, Γεράσιμος Μοσχονάς.
«Αυτό το οποίο σχολιάσαμε είναι αυτό το οποίο καταγράψαμε στο πρώτο κύμα: Η σχεδόν εκρηκτική άνοδος της γκρίζας ζώνης ήδη φάνηκε να “μαζεύεται”. Ωστόσο, αυτή η επιστροφή δεν επέστρεψε ολόκληρη στη Νέα Δημοκρατία. Εξακολουθεί να μετακινείται προς τα μικρότερα κοινοβουλευτικά κόμματα.
Στις δημοσκοπήσεις που βλέπαμε μέχρι και τον Φλεβάρη ήταν ασυνήθιστα υψηλές οι καταγραφές των δύο βασικών κομμάτων, για εκλογές που πρόκειται να γίνουν με την απλή αναλογική, ενδεχομένως γιατί ο κόσμος δεν το είχε λάβει υπόψη του στις απαντήσεις.
Πάντως με τον έναν τον άλλον τρόπο δεν φαίνεται να είχε εντυπωθεί στις δημοσκοπήσεις. Φαίνεται εν τέλει ότι αυτή η διασπορά που έχει αρχίσει τώρα να καταγράφεται, θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε ένα συμπέρασμα ότι αυτό το οποίο δεν μπορούσε να κάνει η απλή αναλογική το έκαναν τα Τέμπη», ανέφερε ο εκλογολόγος Παναγιώτης Κουστένης.
Στα γραφήματα παρακάτω αποτυπώνεται η εξέλιξη, για την ίδια περίοδο, της πρόθεσης ψήφους σε ό,τι αφορά την λεγόμενη «Γκρίζα Ζώνη» (*περιλαμβάνει: άκυρο – λευκό, αποχή, αναποφάσιστους, «Δεν γνωρίζω / Δεν απαντώ»).
Ακολουθεί ολόκληρη η εκπομπή με την ανάλυση των ειδικών και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη δημοσκόπηση.
ertnews