Την πικρία τους για το γεγονός ότι η κυβέρνηση ουδέποτε κάλεσε επισήμως το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει ή να εκφράσει τις παρατηρήσεις του για τη σύνταξη του νομοσχεδίου για τις αδειοδοτήσεις των τηλεοπτικών καναλιών εξέφρασαν τα μέλη του Συμβουλίου.
«Δεν κληθήκαμε ποτέ επισήμως σε διαβούλευση», σημείωσε η αντιπρόεδρος του Συμβουλίου, Λίνα Αλεξίου.
Όπως σημείωσε η κ. Αλεξίου, το Συμβούλιο είχε στείλει στις 16 Σεπτεμβρίου μια επιστολή στην οποία εξέθεταν δύο βασικές παρατηρήσεις.
«Η μία αφορούσε το ότι δεν είχε γίνει μελέτη για τη σύσταση του νομοσχεδίου σε σχέση με το τηλεοπτικό φάσμα, αλλά και γενικότερα τη βιωσιμότητα των τηλεοπτικών σταθμών. Η άλλη αφορούσε στο γεγονός ότι το νομοσχέδιο δεν προέβλεπε την εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Δεν είχε δηλαδή λάβει υπόψη τις οδηγίες και της συστάσεις της ΕΕ, η εφαρμογή των οποίων έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα για την χώρα μας.»
» Χθες μάθαμε ότι το νομοσχέδιο κατατέθηκε στη Βουλή. Σήμερα στείλαμε κείμενο με τις πλήρεις παρατηρήσεις μας» τόνισε και πρόσθεσε ότι το νομοσχέδιο «δεν βλέπει προς τα εμπρός, ιδίως σε τεχνολογικό επίπεδο, αλλά προς τα πίσω».
» Το νομοσχέδιο ρυθμίζει μόνο την αδειοδότηση παρόχων γραμμικών οπτικο-ακουστικών υπηρεσιών, επαναλαμβάνοντας σε μεγάλο βαθμό διατάξεις που ρύθμιζαν την αναλογική τηλεόραση και το ραδιόφωνο, πολλές από τις οποίες ανάγονται στο 1995» σημειώνεται στο κείμενο με τις παρατηρήσεις που έστειλε το ΕΣΡ στην κυβέρνηση.
«Η έλλειψη οιασδήποτε μελέτης τόσο από την πλευρά του κράτους, όσο και των παρόχων επιτείνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα μη επιτρέποντας στον νομοθέτη να έχει εικόνα των αλλαγών που έχουν ήδη επέλθει στην αγορά» τονίζεται.
Όπως σημειώνουν τα μέλη του Συμβουλίου «ο λεπτομερής προσδιορισμός των αδειών ανά είδος προγράμματος δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό και περιορίζει την ελευθερία των παρόχων να προσαρμόζονται στις ανάγκες της αγοράς».
Η κ. Αλεξίου τόνισε ότι «το νομοσχέδιο δεν περιέχει διατάξεις που να ρυθμίζουν τη λειτουργία των εταιριών ΜΜΕ μετά την αδειοδότηση, καθώς και τις ελεγκτικές αρμοδιότητες του ΕΣΡ σε σχέση με αυτή».
«Θεωρούμε μη αναγκαίο τον προσδιορισμό των αδειών που θα χορηγηθούν κατά είδος προγράμματος, πέραν ενδεχομένως των δύο βασικών κατηγοριών (ενημερωτικό-μη ενημερωτικό) δεδομένου ότι ο προσδιορισμός αυτός δημιουργεί αδυναμία προσαρμογής στις ανάγκες της αγοράς. Τέτοια διάκριση δεν φαίνεται να υπάρχει σε κανένα άλλο κράτος της ΕΕ» τονίζεται στο κείμενο με τις παρατηρήσεις.
Επίσης τα μέλη του Συμβουλίου εξέφρασαν την αντίθεσή τους με τα άρθρα του νομοσχεδίου που επιβάλλουν ελάχιστο αριθμό εργαζόμενων στα κανάλια λέγοντας ότι κάτι τέτοιο αποτελεί παρέμβαση και στρέβλωση της ελεύθερης αγοράς.
Τέλος, η κ. Αλεξίου τόνισε ότι στο ΕΣΡ δεν υπάρχει ικανοποιητική στελέχωση «για το φάσμα του έργου που έχουμε να επιτελέσουμε» και σημείωσε ότι η σύνθεση του Συμβουλίου πρέπει να συμπληρωθεί.
«Δυσκολευόμαστε πολύ να λειτουργήσουμε με μόνο τέσσερα μέλη» ανέφερε και πρόσθεσε ότι νομικά μπορεί πιθανόν να αδειοδοτήσει, αλλά θεσμικά αυτό θα σήμαινε ότι φθίνει το κύρος της Ανεξάρτητης Αρχής.
Newsroom ΔΟΛ
«Δεν κληθήκαμε ποτέ επισήμως σε διαβούλευση», σημείωσε η αντιπρόεδρος του Συμβουλίου, Λίνα Αλεξίου.
Όπως σημείωσε η κ. Αλεξίου, το Συμβούλιο είχε στείλει στις 16 Σεπτεμβρίου μια επιστολή στην οποία εξέθεταν δύο βασικές παρατηρήσεις.
«Η μία αφορούσε το ότι δεν είχε γίνει μελέτη για τη σύσταση του νομοσχεδίου σε σχέση με το τηλεοπτικό φάσμα, αλλά και γενικότερα τη βιωσιμότητα των τηλεοπτικών σταθμών. Η άλλη αφορούσε στο γεγονός ότι το νομοσχέδιο δεν προέβλεπε την εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Δεν είχε δηλαδή λάβει υπόψη τις οδηγίες και της συστάσεις της ΕΕ, η εφαρμογή των οποίων έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα για την χώρα μας.»
» Χθες μάθαμε ότι το νομοσχέδιο κατατέθηκε στη Βουλή. Σήμερα στείλαμε κείμενο με τις πλήρεις παρατηρήσεις μας» τόνισε και πρόσθεσε ότι το νομοσχέδιο «δεν βλέπει προς τα εμπρός, ιδίως σε τεχνολογικό επίπεδο, αλλά προς τα πίσω».
» Το νομοσχέδιο ρυθμίζει μόνο την αδειοδότηση παρόχων γραμμικών οπτικο-ακουστικών υπηρεσιών, επαναλαμβάνοντας σε μεγάλο βαθμό διατάξεις που ρύθμιζαν την αναλογική τηλεόραση και το ραδιόφωνο, πολλές από τις οποίες ανάγονται στο 1995» σημειώνεται στο κείμενο με τις παρατηρήσεις που έστειλε το ΕΣΡ στην κυβέρνηση.
«Η έλλειψη οιασδήποτε μελέτης τόσο από την πλευρά του κράτους, όσο και των παρόχων επιτείνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα μη επιτρέποντας στον νομοθέτη να έχει εικόνα των αλλαγών που έχουν ήδη επέλθει στην αγορά» τονίζεται.
Όπως σημειώνουν τα μέλη του Συμβουλίου «ο λεπτομερής προσδιορισμός των αδειών ανά είδος προγράμματος δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό και περιορίζει την ελευθερία των παρόχων να προσαρμόζονται στις ανάγκες της αγοράς».
Η κ. Αλεξίου τόνισε ότι «το νομοσχέδιο δεν περιέχει διατάξεις που να ρυθμίζουν τη λειτουργία των εταιριών ΜΜΕ μετά την αδειοδότηση, καθώς και τις ελεγκτικές αρμοδιότητες του ΕΣΡ σε σχέση με αυτή».
«Θεωρούμε μη αναγκαίο τον προσδιορισμό των αδειών που θα χορηγηθούν κατά είδος προγράμματος, πέραν ενδεχομένως των δύο βασικών κατηγοριών (ενημερωτικό-μη ενημερωτικό) δεδομένου ότι ο προσδιορισμός αυτός δημιουργεί αδυναμία προσαρμογής στις ανάγκες της αγοράς. Τέτοια διάκριση δεν φαίνεται να υπάρχει σε κανένα άλλο κράτος της ΕΕ» τονίζεται στο κείμενο με τις παρατηρήσεις.
Επίσης τα μέλη του Συμβουλίου εξέφρασαν την αντίθεσή τους με τα άρθρα του νομοσχεδίου που επιβάλλουν ελάχιστο αριθμό εργαζόμενων στα κανάλια λέγοντας ότι κάτι τέτοιο αποτελεί παρέμβαση και στρέβλωση της ελεύθερης αγοράς.
Τέλος, η κ. Αλεξίου τόνισε ότι στο ΕΣΡ δεν υπάρχει ικανοποιητική στελέχωση «για το φάσμα του έργου που έχουμε να επιτελέσουμε» και σημείωσε ότι η σύνθεση του Συμβουλίου πρέπει να συμπληρωθεί.
«Δυσκολευόμαστε πολύ να λειτουργήσουμε με μόνο τέσσερα μέλη» ανέφερε και πρόσθεσε ότι νομικά μπορεί πιθανόν να αδειοδοτήσει, αλλά θεσμικά αυτό θα σήμαινε ότι φθίνει το κύρος της Ανεξάρτητης Αρχής.
Newsroom ΔΟΛ