Ενώ η προσοχή όλων είναι στραμμένη στις πολιτικές παρενέργειες του δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ, ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιμένουν ότι «το μείζον ερώτημα των επερχόμενων εκλογών δεν θα αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά την κοινωνική και οικονομική πολιτική».
Η κυβέρνηση προχωράει με βάση το σχεδιασμό της -τουλάχιστον αυτό διαβεβαιώνουν καλά πληροφορημένες πηγές. Η εκλογική εξίσωση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δύο βασικούς παράγοντες: Τη μη περικοπή των συντάξεων και την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 50 ευρώ.
Οι παροχές
Στον ΣΥΡΙΖΑ είναι αποφασισμένοι να πάνε τη Συμφωνία των Πρεσπών μέχρι το τέλος. Αν σπάσει το «deal», θα είναι με ευθύνη της άλλης πλευράς. Ωστόσο, ουδείς στο κυβερνών κόμμα εθελοτυφλεί μπροστά στην πραγματικότητα. Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει κάνει ζημιά στην κυβέρνηση, ιδιαίτερα στην ενδοχώρα της Μακεδονίας –λιγότερο στην Α΄ Θεσσαλονίκης.
Προνομιακό πεδίο για τον ΣΥΡΙΖΑ θεωρείται λοιπόν η κοινωνική/οικονομική πολιτική. Για να γίνουμε πιο ακριβείς, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες εκτιμούν ότι μπορεί να αλλάξει το πολιτικό τοπίο με τα μέτρα υπέρ των πιο αδύναμων που πρόκειται να ληφθούν το επόμενο διάστημα. Στην ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών για την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι:
«Η βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας επιτρέπει τη σταδιακή αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής, με σκοπό την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, την υποστήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης και την αντιμετώπιση, με τρόπο στοχευμένο, χρονίων ελλειμμάτων στον τομέα της κοινωνικής προστασίας.»
Η τεκμηρίωση του αφηγήματος
Πέρα από αυτή καθεαυτή την πολιτική ωφέλεια που φέρνουν σε μια κυβέρνηση τα μέτρα υπέρ των αδυνάμων, ο ΣΥΡΙΖΑ θα τα χρησιμοποιήσει για να τεκμηριώσει το εκλογικό αφήγημά του. Στον πυρήνα αυτού του αφηγήματος βρίσκονται δύο παραδοχές:
Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να πάρει σκληρά μέτρα λιτότητας με τα οποία όμως δεν συμφωνεί.
Δεύτερον, το κόμμα του κ. Τσίπρα παραμένει ο πολιτικός εκπρόσωπος των «πολλών».
Τα «φιλολαϊκά μέτρα» που λαμβάνονται αμέσως μετά τη λήξη του μνημονιακού προγράμματος, έρχονται προς επίρρωση των επιχειρημάτων της Κουμουνδούρου. Σε άρθρο του στην εφημερίδα Εποχή, ο βουλευτής Χριστόφορος Παπαδόπουλος (δεξί χέρι του Ευκλείδη Τσακαλώτου και εκ των «ιδεολόγων» του ΣΥΙΡΙΖΑ) γράφει σχετικά: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υιοθέτησε ποτέ τις μνημονιακές υποχρεώσεις ως δικό του πρόγραμμα, […] ο πολιτικός του λόγος και οι κυβερνητικές του προτεραιότητες ήταν στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού, παρά τους καταναγκασμούς και τα ασφυκτικά δημοσιονομικά όρια.»
Το Κοινωνικό Μέρισμα
Πέρα από τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ και περιελήφθησαν στο προσχέδιο του προϋπολογισμού (μείωση φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών, επιδότηση ενοικίου κτλ), είναι βέβαιο ότι στο τέλος της χρονιάς θα δοθεί εκ νέου Κοινωνικό Μέρισμα ύψους περίπου 700 εκατομμυρίων. Αυτή τη στιγμή δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα δοθούν αυτά τα χρήματα. Το πιο πιθανό είναι να μην πάρει το Κοινωνικό Μέρισμα τη μορφή της 13ης σύνταξης.
Οι συντάξεις και ο βασικός μισθός
Όμως οι βασικοί παράγοντες της εκλογικής εξίσωσης του ΣΥΙΡΖΑ είναι η μη περικοπή των συντάξεων και η αύξηση του κατώτατου μισθού. Σε ό,τι αφορά τις συντάξεις στο προσχέδιο του προϋπολογισμού υπάρχει η (παγκόσμια μάλλον) πρωτοτυπία της συμπερίληψης δύο εκδοχών: και της περικοπής και της μη περικοπής. Ωστόσο, το πού πάει το πράγμα φάνηκε από τη δήλωση του προέδρου του Eurogroup Μάριο Σεντένο οποίος επανέλαβε το κύριο ελληνικό επιχείρημα: Η περικοπή των συντάξεων δεν αποτελεί διαθρωτικά μέτρα. Σύμφωνα με πολύ καλά πληροφορημένες πηγές, είναι βέβαιο ότι το ζήτημα των συντάξεων θα λήξει με ευνοϊκό τρόπο για τους Έλληνες συνταξιούχους.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού θεωρείται από ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους όπως ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, «εμβληματικό μέτρο μιας αριστερής κυβέρνησης». Φαίνεται ότι η κυβέρνηση δεν επιδιώκει μια «συμβολική» αύξηση, αλλά μια αύξηση της τάξης των 50 ευρώ τον μήνα, που θα «κάνει τη διαφορά» για τους χαμηλόμισθους.
Η επιδίωξη αυτή προσκρούει στις αντιδράσεις του ΣΕΒ. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας είπε μεταξύ άλλων στη Γενική Συνέλευση του συνδέσμου: «Το ύψος των μισθών, και μεταξύ αυτών και το ύψος των κατώτατων μισθών, που μπορεί να έχει μια οικονομία συνδέεται με την παραγωγή και την παραγωγικότητά της. Με την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξή της. Ο κίνδυνος μιας τεχνικά μη επαρκώς τεκμηριωμένης αύξησης των μισθών να λειτουργήσει σε βάρος της νόμιμης απασχόλησης είναι υπαρκτός.» Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει σύμφωνα με τον σχεδιασμό της… εκλογικής εξίσωσής της. Ο άγνωστος Χ είναι βέβαια οι ψηφοφόροι.
newpost
Η κυβέρνηση προχωράει με βάση το σχεδιασμό της -τουλάχιστον αυτό διαβεβαιώνουν καλά πληροφορημένες πηγές. Η εκλογική εξίσωση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δύο βασικούς παράγοντες: Τη μη περικοπή των συντάξεων και την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 50 ευρώ.
Οι παροχές
Στον ΣΥΡΙΖΑ είναι αποφασισμένοι να πάνε τη Συμφωνία των Πρεσπών μέχρι το τέλος. Αν σπάσει το «deal», θα είναι με ευθύνη της άλλης πλευράς. Ωστόσο, ουδείς στο κυβερνών κόμμα εθελοτυφλεί μπροστά στην πραγματικότητα. Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει κάνει ζημιά στην κυβέρνηση, ιδιαίτερα στην ενδοχώρα της Μακεδονίας –λιγότερο στην Α΄ Θεσσαλονίκης.
Προνομιακό πεδίο για τον ΣΥΡΙΖΑ θεωρείται λοιπόν η κοινωνική/οικονομική πολιτική. Για να γίνουμε πιο ακριβείς, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες εκτιμούν ότι μπορεί να αλλάξει το πολιτικό τοπίο με τα μέτρα υπέρ των πιο αδύναμων που πρόκειται να ληφθούν το επόμενο διάστημα. Στην ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών για την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι:
«Η βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας επιτρέπει τη σταδιακή αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής, με σκοπό την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, την υποστήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης και την αντιμετώπιση, με τρόπο στοχευμένο, χρονίων ελλειμμάτων στον τομέα της κοινωνικής προστασίας.»
Η τεκμηρίωση του αφηγήματος
Πέρα από αυτή καθεαυτή την πολιτική ωφέλεια που φέρνουν σε μια κυβέρνηση τα μέτρα υπέρ των αδυνάμων, ο ΣΥΡΙΖΑ θα τα χρησιμοποιήσει για να τεκμηριώσει το εκλογικό αφήγημά του. Στον πυρήνα αυτού του αφηγήματος βρίσκονται δύο παραδοχές:
Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να πάρει σκληρά μέτρα λιτότητας με τα οποία όμως δεν συμφωνεί.
Δεύτερον, το κόμμα του κ. Τσίπρα παραμένει ο πολιτικός εκπρόσωπος των «πολλών».
Τα «φιλολαϊκά μέτρα» που λαμβάνονται αμέσως μετά τη λήξη του μνημονιακού προγράμματος, έρχονται προς επίρρωση των επιχειρημάτων της Κουμουνδούρου. Σε άρθρο του στην εφημερίδα Εποχή, ο βουλευτής Χριστόφορος Παπαδόπουλος (δεξί χέρι του Ευκλείδη Τσακαλώτου και εκ των «ιδεολόγων» του ΣΥΙΡΙΖΑ) γράφει σχετικά: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υιοθέτησε ποτέ τις μνημονιακές υποχρεώσεις ως δικό του πρόγραμμα, […] ο πολιτικός του λόγος και οι κυβερνητικές του προτεραιότητες ήταν στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού, παρά τους καταναγκασμούς και τα ασφυκτικά δημοσιονομικά όρια.»
Το Κοινωνικό Μέρισμα
Πέρα από τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ και περιελήφθησαν στο προσχέδιο του προϋπολογισμού (μείωση φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών, επιδότηση ενοικίου κτλ), είναι βέβαιο ότι στο τέλος της χρονιάς θα δοθεί εκ νέου Κοινωνικό Μέρισμα ύψους περίπου 700 εκατομμυρίων. Αυτή τη στιγμή δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα δοθούν αυτά τα χρήματα. Το πιο πιθανό είναι να μην πάρει το Κοινωνικό Μέρισμα τη μορφή της 13ης σύνταξης.
Οι συντάξεις και ο βασικός μισθός
Όμως οι βασικοί παράγοντες της εκλογικής εξίσωσης του ΣΥΙΡΖΑ είναι η μη περικοπή των συντάξεων και η αύξηση του κατώτατου μισθού. Σε ό,τι αφορά τις συντάξεις στο προσχέδιο του προϋπολογισμού υπάρχει η (παγκόσμια μάλλον) πρωτοτυπία της συμπερίληψης δύο εκδοχών: και της περικοπής και της μη περικοπής. Ωστόσο, το πού πάει το πράγμα φάνηκε από τη δήλωση του προέδρου του Eurogroup Μάριο Σεντένο οποίος επανέλαβε το κύριο ελληνικό επιχείρημα: Η περικοπή των συντάξεων δεν αποτελεί διαθρωτικά μέτρα. Σύμφωνα με πολύ καλά πληροφορημένες πηγές, είναι βέβαιο ότι το ζήτημα των συντάξεων θα λήξει με ευνοϊκό τρόπο για τους Έλληνες συνταξιούχους.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού θεωρείται από ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους όπως ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, «εμβληματικό μέτρο μιας αριστερής κυβέρνησης». Φαίνεται ότι η κυβέρνηση δεν επιδιώκει μια «συμβολική» αύξηση, αλλά μια αύξηση της τάξης των 50 ευρώ τον μήνα, που θα «κάνει τη διαφορά» για τους χαμηλόμισθους.
Η επιδίωξη αυτή προσκρούει στις αντιδράσεις του ΣΕΒ. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας είπε μεταξύ άλλων στη Γενική Συνέλευση του συνδέσμου: «Το ύψος των μισθών, και μεταξύ αυτών και το ύψος των κατώτατων μισθών, που μπορεί να έχει μια οικονομία συνδέεται με την παραγωγή και την παραγωγικότητά της. Με την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξή της. Ο κίνδυνος μιας τεχνικά μη επαρκώς τεκμηριωμένης αύξησης των μισθών να λειτουργήσει σε βάρος της νόμιμης απασχόλησης είναι υπαρκτός.» Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει σύμφωνα με τον σχεδιασμό της… εκλογικής εξίσωσής της. Ο άγνωστος Χ είναι βέβαια οι ψηφοφόροι.
newpost
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου