Για μια νέα ελληνική κρίση όταν η Ελλάδα χρειαστεί νέα οικονομική βοήθεια, το 2020 ή ενδεχομένως και νωρίτερα, προειδοποιεί σε νέα έκθεσή της η Capital Economics καταρρίπτοντας το αφήγημα της εξόδου από τα μνημόνια.
Οι αναλυτές της εταιρείας ερευνών κρούουν το «καμπανάκι του κινδύνου» υποστηρίζοντας ότι το αυξανόμενο κόστος δανεισμού θα «πνίξει» την ανάκαμψη της οικονομίας, μιλώντας ξεκάθαρα πλέον για την απειλή μιας νέας κρίσης.
Έπειτα από ένα ισχυρό ξεκίνημα φέτος, το ΑΕΠ μετά βίας αυξήθηκε στο δεύτερο τρίμηνο του έτους και η τελευταία εξασθένηση του οικονομικού κλίματος δείχνει ότι η πρόβλεψη της κυβέρνησης για εκ νέου επιτάχυνση του ΑΕΠ είναι υπερβολικά αισιόδοξη, εξηγεί η Capital Economics.
Η μη επίτευξη των προβλέψεων για το ΑΕΠ θα σήμαινε αποτυχία σε σχέση με τους στόχους που ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του 3,5% για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
«Οποιαδήποτε δημοσιονομική ολίσθηση μπορεί να επιδεινωθεί από τις προσδοκίες κατά την προετοιμασία για τις εκλογές που αναμένονται κατά το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους» τονίζουν οι αναλυτές, θυμίζοντας την προσπάθεια της κυβέρνησης να ακυρώσει τις ήδη συμφωνημένες μειώσεις στις συντάξεις.
Και ενώ μια λιγότερο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να δώσει στην οικονομία χώρο για ανάπτυξη, είναι πιθανό ότι οποιαδήποτε ώθηση στο ΑΕΠ θα αντισταθμιστεί από την αύξηση του κόστους δανεισμού και τις δυσμενείς οικονομικές της επιπτώσεις που αυτή θα επιφέρει.
Άλλωστε, η Capital Economics επισημαίνει ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που είδε τα ομόλογά της να συμπαρασύρονται στην πτώση από τα τελευταία προβλήματα της Ιταλίας.
«Σε αυτό το περιβάλλον, οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν μια μεγάλη ανησυχία», προσθέτει η ανάλυση.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται στο 45% του συνόλου και τα μέτρα για την εξάλειψή τους μπορεί να ανακοπούν από την έλλειψη αγοραστικής διάθεσης, όπως προκύπτει από την πολύ απότομη πτώση των τιμών των μετοχών των τραπεζών.
Συνολικά, η αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί σε μόλις 1% έως το 2020, οδηγώντας τα δημόσια οικονομικά σε επιδείνωση και τις αποδόσεις των ομολόγων σε αύξηση.
Μετά από αυτά, η Capital Economics προβλέπει πτώση της ανάπτυξης μόλις στο 1% έως το 2020, με αποτέλεσμα τα δημόσια οικονομικά να επιδεινωθούν και οι αποδόσεις των ομολόγων να αυξηθούν.
«Πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση θα χρειαστεί και άλλη οικονομική στήριξη μόλις εξαντληθεί το μαξιλάρι ρευστότητας (cash buffer) εκείνη τη χρονιά (δηλαδή το 2020)», είναι η πρόβλεψη της Capital Economics, η οποία μάλιστα εκτιμά υπάρχει τα πράγματα να φτάσουν εκεί πολύ νωρίτερα.
mononews
Οι αναλυτές της εταιρείας ερευνών κρούουν το «καμπανάκι του κινδύνου» υποστηρίζοντας ότι το αυξανόμενο κόστος δανεισμού θα «πνίξει» την ανάκαμψη της οικονομίας, μιλώντας ξεκάθαρα πλέον για την απειλή μιας νέας κρίσης.
Έπειτα από ένα ισχυρό ξεκίνημα φέτος, το ΑΕΠ μετά βίας αυξήθηκε στο δεύτερο τρίμηνο του έτους και η τελευταία εξασθένηση του οικονομικού κλίματος δείχνει ότι η πρόβλεψη της κυβέρνησης για εκ νέου επιτάχυνση του ΑΕΠ είναι υπερβολικά αισιόδοξη, εξηγεί η Capital Economics.
Η μη επίτευξη των προβλέψεων για το ΑΕΠ θα σήμαινε αποτυχία σε σχέση με τους στόχους που ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του 3,5% για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
«Οποιαδήποτε δημοσιονομική ολίσθηση μπορεί να επιδεινωθεί από τις προσδοκίες κατά την προετοιμασία για τις εκλογές που αναμένονται κατά το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους» τονίζουν οι αναλυτές, θυμίζοντας την προσπάθεια της κυβέρνησης να ακυρώσει τις ήδη συμφωνημένες μειώσεις στις συντάξεις.
Και ενώ μια λιγότερο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να δώσει στην οικονομία χώρο για ανάπτυξη, είναι πιθανό ότι οποιαδήποτε ώθηση στο ΑΕΠ θα αντισταθμιστεί από την αύξηση του κόστους δανεισμού και τις δυσμενείς οικονομικές της επιπτώσεις που αυτή θα επιφέρει.
Άλλωστε, η Capital Economics επισημαίνει ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που είδε τα ομόλογά της να συμπαρασύρονται στην πτώση από τα τελευταία προβλήματα της Ιταλίας.
«Σε αυτό το περιβάλλον, οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν μια μεγάλη ανησυχία», προσθέτει η ανάλυση.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται στο 45% του συνόλου και τα μέτρα για την εξάλειψή τους μπορεί να ανακοπούν από την έλλειψη αγοραστικής διάθεσης, όπως προκύπτει από την πολύ απότομη πτώση των τιμών των μετοχών των τραπεζών.
Συνολικά, η αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί σε μόλις 1% έως το 2020, οδηγώντας τα δημόσια οικονομικά σε επιδείνωση και τις αποδόσεις των ομολόγων σε αύξηση.
Μετά από αυτά, η Capital Economics προβλέπει πτώση της ανάπτυξης μόλις στο 1% έως το 2020, με αποτέλεσμα τα δημόσια οικονομικά να επιδεινωθούν και οι αποδόσεις των ομολόγων να αυξηθούν.
«Πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση θα χρειαστεί και άλλη οικονομική στήριξη μόλις εξαντληθεί το μαξιλάρι ρευστότητας (cash buffer) εκείνη τη χρονιά (δηλαδή το 2020)», είναι η πρόβλεψη της Capital Economics, η οποία μάλιστα εκτιμά υπάρχει τα πράγματα να φτάσουν εκεί πολύ νωρίτερα.
mononews
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου