Ο Ρικάρντο Χάουσμαν υπήρξε υπουργός Ανάπτυξης στη Βενεζουέλα και
επικεφαλής οικονομολόγος στην αμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης. Τώρα είναι
καθηγητής στο φημισμένο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και μάλλον κάτι έχει
να πει για το πρόβλημα της Ελλάδας.
Αυτό που τονίζει στο τελευταίο του άρθρο είναι ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι η λιτότητα (έτσι άλλωστε επιγράφει και το κείμενό του), αλλά το γεγονός ότι για πολλά χρόνια ακολούθησε ένα αντιπαραγωγικό μοντέλο που στηριζόταν στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή, τις εξαγωγές και τις επενδύσεις.
Προλογικά αναφέρει: «Όταν κοιτάς από το παράθυρο είναι εύκολο να ξεγελαστείς και αντί να δεις τον εξωτερικό κόσμο να βλέπεις μόνο το πρόσωπό σου. Κάπως έτσι συμβαίνει με τους Αμερικανούς αναλυτές που ασχολούνται με την Ελλάδα. Για παράδειγμα ο Στίγκλιτς βλέπει τη λιτότητα στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα κακών οικονομικών ή ιδεολογικής επιλογής. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία γιατί κάποιος να ψηφίσει υπέρ της λιτότητας όταν υπάρχουν κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή το Podemos που του λένε πως θα την ανακόψουν; Η Ελλάδα συσσώρευσε ένα μεγάλο χρέος κατά την περίοδο αιχμής, μέχρι που οι αγορές, το 2009, της είπαν ''τέλος''».
Ο Ρικάρντο Χάουσμαν
Τι έγινε στη συνέχεια; Ο Χάουσμαν αναφέρει: «Δόθηκαν στην Ελλάδα πρωτοφανή ποσά με σκοπό να μειωθούν σταδιακά οι δαπάνες. Όμως, μετά από όλη αυτή την ευρωπαϊκή και παγκόσμια γενναιοδωρία, ο Στίγκλιτς και άλλοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως πρέπει να συγχωρεθεί μέρος του ελληνικού χρέους, έτσι ώστε να δημιουργηθεί χώρος για περισσότερες δαπάνες. Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος, καθώς μέχρι το 2014 δεν έδωσε ούτε ένα ευρώ σε τόκους. Η κατάσταση άλλαξε μέσα στο 2014 όταν έτρεξε ένα πρωτογενές πλεόνασμα. Η εμπειρία της Ελλάδας δείχνει κάτι για την μακροοικονομική πολιτική που δεν πρέπει να παραβλέπεται: ο κόσμος δεν κυριαρχείται από ανθρώπους που πιστεύουν στη λιτότητα. Αντιθέτως, οι περισσότερες χώρες έχουν πρόβλημα εξισορρόπησης των προϋπολογισμών τους».
Ο αυτοέλεγχος
Η έλλειψη αυτοελέγχου ήταν αυτό που οδήγησε την Ελλάδα σε μπελάδες. Όπου σε αυτή την κατηγορία μπαίνει η έλλειψη φορολογικών ελέγχων, τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Κατά τον Χάουσμαν: «Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ότι απέτυχε η λιτότητα, αλλά ότι η δημοσιονομική πολιτική της χρειάζεται σημαντικές προσαρμογές. Το 2007 η Ελλάδα δαπανούσε περισσότερα από όσα παρήγαγε, σε ποσοστό άνω του 14% του ΑΕΠ της. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κενό που μπορούσε να συναντήσει κανείς στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες χώρες, στην Ελλάδα αυτό το δημοσιονομικό χάσμα χρησιμοποιήθηκε για κατανάλωση και όχι για επενδύσεις».
Η κριτική του Χάουσμαν συνεχίζεται ως εξής: «Συχνά η έλλειψη ανάπτυξης οδηγεί σε μια ξαφνική διακοπή στην εισροή κεφαλαίων, υποχρεώνοντας τις χώρες να μειώσουν τις δαπάνες τους σύμφωνα με όσα παράγουν. Στην Ελλάδα υπήρξε πρωτοφανής γενναιοδωρία από την πλευρά των δανειστών, σε αντίθεση με ότι έγινε στη Λετονία και την Ιρλανδία. Ακόμη και μέσα στην ύφεση, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε περισσότερο από τη Δανία, την Ιταλία, την Κύπρο και την Πορτογαλία».
Ο Τζότζεφ Στίγκλιτς
Αύξηση των εξαγωγών
Ο μόνος δρόμος για να επανέλθει η Ελλάδα στην κανονικότητα είναι να ενισχύσει τις εξαγωγές της και να περικόψει τις δαπάνες της. Γράφει, ωστόσο, ο Χάουσμαν: «Το θέμα είναι ότι η Ελλάδα παράγει λίγα πράγματα από αυτά που θέλει ο κόσμος να καταναλώσει. Τα εξαγώγιμα προϊόντα της είναι γεωργικά και μόλις το 0,2% αυτών καταναλώνονται από τους Γερμανούς. Ο τουρισμός είναι μια σοβαρή βιομηχανία, αλλά από την άλλη η Ελλάδα δεν παράγει μηχανές, ηλεκτρονικά ή χημικές ουσίες. Σκεφτείτε πως η Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόλις το 0,01 των χρημάτων που παράγονται στο παγκόσμιο εμπόριο, στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών. Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ παραγωγική δομή για να είναι πλούσια. Έτσι, το εισόδημά της ήταν τα τεράστια δάνεια που λάμβανε και τα οποία δεν πήγαιναν στην αναβάθμιση της παραγωγικής ικανότητάς της.
Η Ελλάδα έμεινε με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Στίγκλιτς
Αντί η Ελλάδα να επικεντρώνεται στην Τρόικα, θα πρέπει να αναπτύξει τις παραγωγικές ικανότητές της και να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αντ΄αυτού, επικεντρώθηκε στην ακτιβιστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και όχι στην προσέλκυση επενδυτών όπως κάνει η Ιρλανδία. Δυστυχώς, αυτό πιστεύουν και στην Ισπανία. Αυτοί που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ θέλουν αύξηση μισθών και δεν κάνουν λόγο για εξαγωγές, σημειώνει ο Χάουσμαν και καταλήγει, «θα ήταν καλό να θυμόμαστε πως τέτοιου είδους πολιτικές δεν έσωσαν τη Βενεζουέλα από την υπερπληθωριστική καταστροφή της».
Αυτό που τονίζει στο τελευταίο του άρθρο είναι ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι η λιτότητα (έτσι άλλωστε επιγράφει και το κείμενό του), αλλά το γεγονός ότι για πολλά χρόνια ακολούθησε ένα αντιπαραγωγικό μοντέλο που στηριζόταν στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή, τις εξαγωγές και τις επενδύσεις.
Προλογικά αναφέρει: «Όταν κοιτάς από το παράθυρο είναι εύκολο να ξεγελαστείς και αντί να δεις τον εξωτερικό κόσμο να βλέπεις μόνο το πρόσωπό σου. Κάπως έτσι συμβαίνει με τους Αμερικανούς αναλυτές που ασχολούνται με την Ελλάδα. Για παράδειγμα ο Στίγκλιτς βλέπει τη λιτότητα στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα κακών οικονομικών ή ιδεολογικής επιλογής. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία γιατί κάποιος να ψηφίσει υπέρ της λιτότητας όταν υπάρχουν κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή το Podemos που του λένε πως θα την ανακόψουν; Η Ελλάδα συσσώρευσε ένα μεγάλο χρέος κατά την περίοδο αιχμής, μέχρι που οι αγορές, το 2009, της είπαν ''τέλος''».
Ο Ρικάρντο Χάουσμαν
Τι έγινε στη συνέχεια; Ο Χάουσμαν αναφέρει: «Δόθηκαν στην Ελλάδα πρωτοφανή ποσά με σκοπό να μειωθούν σταδιακά οι δαπάνες. Όμως, μετά από όλη αυτή την ευρωπαϊκή και παγκόσμια γενναιοδωρία, ο Στίγκλιτς και άλλοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως πρέπει να συγχωρεθεί μέρος του ελληνικού χρέους, έτσι ώστε να δημιουργηθεί χώρος για περισσότερες δαπάνες. Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος, καθώς μέχρι το 2014 δεν έδωσε ούτε ένα ευρώ σε τόκους. Η κατάσταση άλλαξε μέσα στο 2014 όταν έτρεξε ένα πρωτογενές πλεόνασμα. Η εμπειρία της Ελλάδας δείχνει κάτι για την μακροοικονομική πολιτική που δεν πρέπει να παραβλέπεται: ο κόσμος δεν κυριαρχείται από ανθρώπους που πιστεύουν στη λιτότητα. Αντιθέτως, οι περισσότερες χώρες έχουν πρόβλημα εξισορρόπησης των προϋπολογισμών τους».
Ο αυτοέλεγχος
Η έλλειψη αυτοελέγχου ήταν αυτό που οδήγησε την Ελλάδα σε μπελάδες. Όπου σε αυτή την κατηγορία μπαίνει η έλλειψη φορολογικών ελέγχων, τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Κατά τον Χάουσμαν: «Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ότι απέτυχε η λιτότητα, αλλά ότι η δημοσιονομική πολιτική της χρειάζεται σημαντικές προσαρμογές. Το 2007 η Ελλάδα δαπανούσε περισσότερα από όσα παρήγαγε, σε ποσοστό άνω του 14% του ΑΕΠ της. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κενό που μπορούσε να συναντήσει κανείς στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες χώρες, στην Ελλάδα αυτό το δημοσιονομικό χάσμα χρησιμοποιήθηκε για κατανάλωση και όχι για επενδύσεις».
Η κριτική του Χάουσμαν συνεχίζεται ως εξής: «Συχνά η έλλειψη ανάπτυξης οδηγεί σε μια ξαφνική διακοπή στην εισροή κεφαλαίων, υποχρεώνοντας τις χώρες να μειώσουν τις δαπάνες τους σύμφωνα με όσα παράγουν. Στην Ελλάδα υπήρξε πρωτοφανής γενναιοδωρία από την πλευρά των δανειστών, σε αντίθεση με ότι έγινε στη Λετονία και την Ιρλανδία. Ακόμη και μέσα στην ύφεση, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε περισσότερο από τη Δανία, την Ιταλία, την Κύπρο και την Πορτογαλία».
Ο Τζότζεφ Στίγκλιτς
Αύξηση των εξαγωγών
Ο μόνος δρόμος για να επανέλθει η Ελλάδα στην κανονικότητα είναι να ενισχύσει τις εξαγωγές της και να περικόψει τις δαπάνες της. Γράφει, ωστόσο, ο Χάουσμαν: «Το θέμα είναι ότι η Ελλάδα παράγει λίγα πράγματα από αυτά που θέλει ο κόσμος να καταναλώσει. Τα εξαγώγιμα προϊόντα της είναι γεωργικά και μόλις το 0,2% αυτών καταναλώνονται από τους Γερμανούς. Ο τουρισμός είναι μια σοβαρή βιομηχανία, αλλά από την άλλη η Ελλάδα δεν παράγει μηχανές, ηλεκτρονικά ή χημικές ουσίες. Σκεφτείτε πως η Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόλις το 0,01 των χρημάτων που παράγονται στο παγκόσμιο εμπόριο, στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών. Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ παραγωγική δομή για να είναι πλούσια. Έτσι, το εισόδημά της ήταν τα τεράστια δάνεια που λάμβανε και τα οποία δεν πήγαιναν στην αναβάθμιση της παραγωγικής ικανότητάς της.
Η Ελλάδα έμεινε με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Στίγκλιτς
Αντί η Ελλάδα να επικεντρώνεται στην Τρόικα, θα πρέπει να αναπτύξει τις παραγωγικές ικανότητές της και να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αντ΄αυτού, επικεντρώθηκε στην ακτιβιστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και όχι στην προσέλκυση επενδυτών όπως κάνει η Ιρλανδία. Δυστυχώς, αυτό πιστεύουν και στην Ισπανία. Αυτοί που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ θέλουν αύξηση μισθών και δεν κάνουν λόγο για εξαγωγές, σημειώνει ο Χάουσμαν και καταλήγει, «θα ήταν καλό να θυμόμαστε πως τέτοιου είδους πολιτικές δεν έσωσαν τη Βενεζουέλα από την υπερπληθωριστική καταστροφή της».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου