Εκπνέουν τις επόμενες μέρες τα πιστοποιητικά νόσησης περίπου 4.000 ανεμβολίαστων υγειονομικών, που είχαν επιστρέψει προσωρινά στην εργασία τους μετά από ανάρρωση από Covid-19 και αφού μειώθηκε η ισχύς του πιστοποιητικού, από τους έξι στους τρεις μήνες.
Εάν δεν εμβολιαστούν θα τεθούν και πάλι σε αναστολή εργασίας, καθώς πήρε παράταση έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2022 η σχετική διάταξη του Υπουργείου Υγείας για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού στους υγειονομικούς.
Αξίζει να σημειωθεί πως μετά την εφαρμογή του νόμου για την υποχρεωτικότητα, το ποσοστό των υγειονομικών που εμβολιάστηκαν στη χώρα μας σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα Υγείας, έφτασε το 90,4%, σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων (CDC).
Δείτε το σχετικό διάγραμμα του ECDC:
Παρά τα συντριπτικά υψηλά ποσοστά εμβολιασμού που σημειώνουν άλλες χώρες στο υγειονομικό τους προσωπικό, η Ελλάδα έχει θλιβερή αρνητική παράδοση στην εμβολιαστική θωράκιση των επαγγελματιών υγείας, από την εποχή του εμβολιασμού της γρίπης.
Αν και από το 2019 και έως σήμερα υπήρξε θετική στροφή από τους εργαζόμενους στο ΕΣΥ, διαχρονικά το ποσοστό του αντιγριπικού εμβολιασμού των υγειονομικών υπαλλήλων δεν ξεπέρασε ποτέ στη χώρα μας το 30%.
Μελέτη διερεύνησης της εμβολιαστικής κάλυψης κατά της COVID-19 των επαγγελματιών υγείας στην Ελλάδα, που διεξήχθη από το Τμήμα Νοσηλευτικής του ΕΚΠΑ, ρίχνει φως στα αίτια και τους παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση των υγειονομικών να εμβολιαστούν.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Journal of Occupational and Environmental Medicine, και πραγματοποιήθηκε από τον επικ. Καθηγητή Πέτρο Γαλάνη, την Καθηγήτρια Δάφνη Καϊτελίδου, την επικ. Καθηγήτρια Όλγα Σίσκου, τη Διδάκτορα Ολυμπία Κωνσταντακοπούλου και την μεταπτυχιακή φοιτήτρια Αγλαΐα Κατσιρούμπα.
Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 2021 και το ποσοστό των επαγγελματιών υγείας που είχαν εμβολιαστεί κατά της COVID-19 ήταν εξαιρετικά υψηλό (91,5%), ενώ το ποσοστό εμβολιασμού για την εποχική γρίπη το 2020 ήταν σημαντικά μικρότερο (64,6%).
Ο μελετώμενος πληθυσμός περιλάμβανε 885 επαγγελματίες υγείας από όλη την Ελλάδα και συγκεκριμένα:
- 45,3% νοσηλευτές,
- 25,2% γιατρούς
- 29,5% άλλες επαγγελματικές ομάδες.
“Οι σημαντικότερες αιτίες άρνησης του εμβολιασμού από τους επαγγελματίες υγείας ήταν οι αμφιβολίες για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της COVID-19 και ο φόβος για πιθανές παρενέργειες των εμβολίων”, αναφέρουν οι μελετητές στα συμπεράσματά τους. Στην ίδια μελέτη “ενοχοποιείται” η περιορισμένη γνώση σχετικά με τα εμβόλια, η οποία κατά κανόνα οδηγεί σε χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Πιο συγκεκριμένα, αποδείχθηκε πως οι επαγγελματίες υγείας που είχαν εμβολιαστεί για την εποχική γρίπη το 2020 και οι γυναίκες, είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να εμβολιαστούν κατά της COVID-19.
Επιπλέον, οι επαγγελματίες υγείας που είχαν περισσότερες γνώσεις για την COVID-19, εκείνοι που εμπιστεύονταν περισσότερο τα εμβόλια κατά της COVID-19 και εκείνοι που εμπιστεύονταν περισσότερο την κυβερνητική ενημέρωση για τις πληροφορίες αναφορικά με τον εμβολιασμό κατά της COVID-19 είχαν αυξημένη πιθανότητα εμβολιασμού.
Στον αντίποδα, η περιορισμένη γνώση αναφορικά με τα εμβόλια κατά της COVID-19 σχετίζονταν με μειωμένη πιθανότητα εμβολιασμού.
Στα συμπεράσματά τους οι επιστήμονες επισημαίνουν πως το υψηλό ποσοστό εμβολιασμού των επαγγελματιών υγείας στην Ελλάδα σήμερα, αναδεικνύει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν στην καλύτερη δυνατή διαχείριση της πανδημίας.
Επιπλέον, “ο ρόλος των επαγγελματιών υγείας είναι καθοριστικός, καθώς η θετική τους στάση μπορεί να επηρεάσει το ευρύ κοινό και να συμβάλλει στην αύξηση του ποσοστού του εμβολιασμού κατά της COVID-19, ιδιαίτερα στην περίπτωση που χρειαστεί ο εμβολιασμός να είναι σε τακτά χρονικά διαστήματα ενδεχομένως ετησίως”, καταλήγει η μελέτη.
iatropedia
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου