Με τα λόγια «Εγώ δίνω τον τόνο» τιτλοφορείται η νέα συνέντευξη του Γ. Βαρουφάκη στη γνωστή εφημερίδα die Zeit. Πρόκειται για την εκτενέστερη συνέντευξή του μετά το τελευταίο, αρνητικό για τον ίδιο Eurogroup. Ο κ. Βαρουφάκης κλήθηκε να απαντήσει εφ' όλης της ύλης, τόσο για την προσωπική του συμμετοχή στις εξελίξεις όσο και για τη συνολική πορεία της διαπραγμάτευσης.
Στο ερώτημα αν ο ίδιος σήμερα βρίσκεται εκτός διαπραγματεύσεων, απαντησε αρνητικά. «Εγώ ηγούμαι των διαπραγματεύσεων» ανέφερε, ενώ ταυτόχρονα δήλωσε, ότι η ελληνική κυβέρνηση και οι δανειστές είναι πιο κοντά από όσο πιστεύουν οι περισσότεροι.
Ο κ. Βαρουφάκης διαβεβαίωσε ότι δεν βλέπει τον εαυτό του ως απομονωμένο. Σε ερώτηση αν αισθάνεται ότι κανείς από το Eurogroup δεν θέλει πλέον να διαπραγματευτεί μαζί του, απάντησε πως κάτι τέτοιο είναι λογικό: «Είμαστε η πρώτη κυβέρνηση, που αμφισβητεί τη μέχρι τώρα πολιτική λιτότητας. Ότι θα συναντούσαμε μεγάλη αντίσταση στο Eurogroup με αυτό, ήταν βέβαια ξεκάθαρο».
Όσον αφορά στους χαρακτηρισμούς που μεταδόθηκαν από τα ΜΜΕ για το άτομό του αποδιδόμενοι σε μέλη του Eurogroup, o Βαρουφάκης εμφανίζεται δύσπιστος: «Είναι λυπηρό», δήλωσε, «ότι κάποια μέσα αναφέρουν πράγματα που ποτέ δε συνέβησαν. Οι συνάδελφοί μου στο Eurogroup είναι πολύ σοβαροί και πολιτισμένοι άνθρωποι. Δε θα με χαρακτήριζαν ποτέ έτσι. Παρά τις σκληρές διαπραγματεύσεις διατηρούμε μια πολύ συναδελφική επαφή. Είμαστε επαγγελματίες».
Αναγνώρισε ωστόσο ότι είναι πιθανόν οι υπόλοιποι υπουργοί στο Eurogroup να μην βρίσκουν αρεστή την ελληνική θέση στις διαπραγματεύσεις. Πιθανόν μάλιστα να είναι απογοητευμένοι, για το ότι η Ελλάδα είναι μετά από 5 χρόνια χώρα σε κρίση. Ωστόσο αντιδρούν σε αυτό ορθολογικά, ήρεμα και με κατανόηση. «Εμείς οι Έλληνες είμαστε ακόμα πιο απογοητευμένοι για το γεγονός ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει για τη χώρα μας», τόνισε ο κ. Βαρουφάκης.
Για τον πρόσφατο σχηματισμό της ομάδας διαπραγμάτευσης ο υπ. Οικονομικών ισχυρίστηκε ότι συνεργαζόταν με πολλά από τα μέλη της μέχρι τώρα και μάλιστα επί μονίμου βάσεως. Τώρα, αυτοί εντάχθηκαν κι επίσημα σε μια ομάδα, η οποία απέκτησε απλώς ένα όνομα. Ο κ. Βαρουφάκης, όπως είπε, προεδρεύει αυτής της ομάδας, η οποία λειτουργεί υπό την αρμοδιότητά του. Κι όπως άλλωστε πρόσθεσε: «Εγώ λαμβάνω τις αποφάσεις».
«Ο πρωθυπουργός δήλωσε στην ελληνική τηλεόραση ότι είμαι σημαντικό μέλος της κυβέρνησης κι ότι παίζω και για αυτόν προσωπικά ένα σημαντικό ρόλο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το σημείο, ο δημοσιογράφος ρώτησε τον κ. Βαρουφάκη αν ηγείται ακόμα των διαπραγματεύσεων από την ελληνική πλευρά. «Ναι, εγώ δίνω τον τόνο», απάντησε ο Έλληνας υπουργός. «Είμαι ακόμα υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις με το Eurogroup. Και σε αυτές τις διαπραγματεύσεις υποστηρίζομαι από πολλά μέλη της κυβέρνησης – μεταξύ άλλων από τον καλό μου φίλο, Ευκλείδη Τσακαλώτο. Το ότι πολλά ΜΜΕ το παρουσιάζουν σαν να με αντικαθιστά στις διαπραγματεύσεις είναι μία ακόμα απόδειξη πόσο χαμηλά έχουν πέσει εν τω μεταξύ τα δημοσιογραφικά standard».
Στις φήμες που τον φέρουν να πηγαίνει απροετοίμαστος στις διαπραγματεύσεις, ο κ. Βαρουφάκης απάντησε: «Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανείς, ο οποίος τους προηγούμενους τρεις μήνες δούλεψε σκληρότερα για να φτάσουμε σε συμφωνία με τους εταίρους μας. Το πρόβλημα είναι μόνο: Οι θεσμοί δε συζητούν πραγματικά τις προτάσεις μας για μεταρρυθμίσεις, ενώ ταυτόχρονα δεν προσφέρουν εναλλακτικές.»
Στην ερώτηση αν αυτό είναι θέμα εμπιστοσύνης, ο κ. Βαρουφάκης απάντησε ότι αυτό είναι καθήκον της ελληνικής πλευράς: «Πρέπει να πείσουμε τους εταίρους μας ότι η πρόθεσή μας για μεταρρύθμιση της Ελλάδας είναι κάτι που εννοούμε στα σοβαρά κι ότι με εμάς δε θα υπάρξουν άλλα πρωτογενή ελλείμματα. Δεν διαπραγματευόμαστε για να γυρίσουμε στις παλιές κακές εποχές. Αυτό όμως συνεπάγεται και από την πλευρά των θεσμών ότι θα επανεξετάσουν την μέχρι τώρα στρατηγική τους. Θα πρέπει να επανεκτιμήσουν τη λογική των προγραμμάτων διάσωσης. Υπήρξαν καταστροφικά για την Ελλάδα».
Θα είναι πράγματι δύσκολο, πρόσθεσε, 18 χώρες να πειστούν ότι η μέχρι τώρα πολιτική τους ήταν λάθος. Το Εurogroup είναι ένα πολύπλοκο όργανο, όπου είναι δύσκολο να παραδεχτεί κανείς τα λάθη του. Η Ελλάδα έκανε τις προηγούμενες δεκαετίες μία σειρά λαθών και έχει μάθει από αυτά. Τώρα όμως είναι ώρα να παραδεχτεί και η άλλη πλευρά τα λάθη της, πρόσθεσε
Σε ερώτηση, αν μια τέτοια συζήτηση για το παρελθόν έχει τώρα σημασία, ο κ. Βαρουφάκης είπε ότι μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου. τα μέτρα που συζητούν οι θεσμοί δεν είναι όσα έχει προτείνει η κυβέρνηση – και αποτελούν σημεία που όλοι θα μπορούσαν γρήγορα να συμφωνήσουν –, αλλά ένα προς ένα τα μέτρα του παλαιού μνημονίου. Αυτό εξέπληξε τους Έλληνες, διότι οι θεσμοί έκαναν σαν να μην υπάρχει η νέα συμφωνία του Φλεβάρη. Ωστόσο, η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να συζητήσει το μνημόνιο, καθώς αποτελεί συμφωνία της προηγούμενης κυβέρνησης, την οποία η νέα εκλέχθηκε για να αμφισβητήσει.
Πάντως, ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες ο κ. Βαρουφάκης δήλωσε πεπεισμένος, ότι θα υπάρξει συμφωνία. «δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να πω, τι μορφή θα έχει ο συμβιβασμός. Υπάρχει ήδη μια μακρά λίστα μεταρρυθμίσεων για τις οποίες όλοι οι μετέχοντες, δηλαδή οι θεσμοί, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας κι εμείς, πιστεύουν ότι είναι ουσιώδεις.
Η βάση λοιπόν υπάρχει ήδη. Μόνο που η μέθοδος με την οποία οι θεσμοί θέλουν να εφαρμόσουν αυτή τη λίστα, δεν βοηθάει ιδιαίτερα. Απαιτούν, η λίστα αυτή να συμπεριληφθεί στο προηγούμενο πρόγραμμα. Κι εμείς στο τέλος θα έχουμε μόνο μια μικρή ευελιξία. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα: Οι θεσμοί μας επιτρέπουν, να μη μειώσουμε τις συντάξεις: αλλά σε αντιστάθμισμα απαιτούν, να αυξήσουμε τον ΦΠΑ σε κάποια νησιά διακοπών. Έτσι δεν μπορεί όμως να λειτουργήσει το πράγμα».
Kάπως όμως θα πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα τα χρέη της, αντέτεινε ο συνομιλητής του υπ. Οικονομικών. Και ο κ. Βαρουφάκης απάντησε «Ακριβώς! Αλλά γι' αυτό χρειαζόμαστε ανάπτυξη. Οι απαιτήσεις της Τρόικα βασίζονται σε μία απλή ανάλυση: το 2020 τα χρέη της Ελλάδας θα πρέπει να είναι 120% του ΑΕΠ της. Κι από εκεί μετράνε ανάποδα για το πόσο υψηλό θα πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας το 2019, το 2018, 2017. Έτσι φτάνουν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει το 2016 να έχουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 4,5%. Aυτό όμως συνεπάγεται παραμονή μας στην παγίδα της λιτότητας. Και η ανάπτυξη, την οποία η Ελλάδα τόσο επειγόντως χρειάζεται, θα σβήσει παντελώς».
Αυτό που θα πρέπει όμως πρώτα από όλα να κοιτάξουμε, σύμφωνα με τον υπ. Οικονομίας, είναι ποιες επενδύσεις και τι ανάπτυξη πρέπει να προσδοκούμε, καθώς και το τι είδους πρωτογενή πλεονάσματα είναι βραχυπρόθεσμα εφικτά. «Αν αυτό στο τέλος σημαίνει, ότι τα χρέη της Ελλάδας το 2020 θα είναι υψηλότερα από το 120% του ΑΕΠ, θα πρέπει να το αποδεχτούμε».
Όσον αφορά στην επίτευξη συμφωνίας μέσα κατά το επόμενο Eurogroup στις 11 Μαΐου ο υπ. Οικονομικών είπε: «Δεν είμαι προφήτης, αλλά είναι προς το συμφέρον μας να φτάσουμε σε έναν συμβιβασμό το συντομότερο δυνατόν. Και είμαστε πιο κοντά σε αυτόν το στόχο, από ό,τι πιστεύουν πολλά ΜΜΕ».
euro2day
Στο ερώτημα αν ο ίδιος σήμερα βρίσκεται εκτός διαπραγματεύσεων, απαντησε αρνητικά. «Εγώ ηγούμαι των διαπραγματεύσεων» ανέφερε, ενώ ταυτόχρονα δήλωσε, ότι η ελληνική κυβέρνηση και οι δανειστές είναι πιο κοντά από όσο πιστεύουν οι περισσότεροι.
Ο κ. Βαρουφάκης διαβεβαίωσε ότι δεν βλέπει τον εαυτό του ως απομονωμένο. Σε ερώτηση αν αισθάνεται ότι κανείς από το Eurogroup δεν θέλει πλέον να διαπραγματευτεί μαζί του, απάντησε πως κάτι τέτοιο είναι λογικό: «Είμαστε η πρώτη κυβέρνηση, που αμφισβητεί τη μέχρι τώρα πολιτική λιτότητας. Ότι θα συναντούσαμε μεγάλη αντίσταση στο Eurogroup με αυτό, ήταν βέβαια ξεκάθαρο».
Όσον αφορά στους χαρακτηρισμούς που μεταδόθηκαν από τα ΜΜΕ για το άτομό του αποδιδόμενοι σε μέλη του Eurogroup, o Βαρουφάκης εμφανίζεται δύσπιστος: «Είναι λυπηρό», δήλωσε, «ότι κάποια μέσα αναφέρουν πράγματα που ποτέ δε συνέβησαν. Οι συνάδελφοί μου στο Eurogroup είναι πολύ σοβαροί και πολιτισμένοι άνθρωποι. Δε θα με χαρακτήριζαν ποτέ έτσι. Παρά τις σκληρές διαπραγματεύσεις διατηρούμε μια πολύ συναδελφική επαφή. Είμαστε επαγγελματίες».
Αναγνώρισε ωστόσο ότι είναι πιθανόν οι υπόλοιποι υπουργοί στο Eurogroup να μην βρίσκουν αρεστή την ελληνική θέση στις διαπραγματεύσεις. Πιθανόν μάλιστα να είναι απογοητευμένοι, για το ότι η Ελλάδα είναι μετά από 5 χρόνια χώρα σε κρίση. Ωστόσο αντιδρούν σε αυτό ορθολογικά, ήρεμα και με κατανόηση. «Εμείς οι Έλληνες είμαστε ακόμα πιο απογοητευμένοι για το γεγονός ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει για τη χώρα μας», τόνισε ο κ. Βαρουφάκης.
Για τον πρόσφατο σχηματισμό της ομάδας διαπραγμάτευσης ο υπ. Οικονομικών ισχυρίστηκε ότι συνεργαζόταν με πολλά από τα μέλη της μέχρι τώρα και μάλιστα επί μονίμου βάσεως. Τώρα, αυτοί εντάχθηκαν κι επίσημα σε μια ομάδα, η οποία απέκτησε απλώς ένα όνομα. Ο κ. Βαρουφάκης, όπως είπε, προεδρεύει αυτής της ομάδας, η οποία λειτουργεί υπό την αρμοδιότητά του. Κι όπως άλλωστε πρόσθεσε: «Εγώ λαμβάνω τις αποφάσεις».
«Ο πρωθυπουργός δήλωσε στην ελληνική τηλεόραση ότι είμαι σημαντικό μέλος της κυβέρνησης κι ότι παίζω και για αυτόν προσωπικά ένα σημαντικό ρόλο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το σημείο, ο δημοσιογράφος ρώτησε τον κ. Βαρουφάκη αν ηγείται ακόμα των διαπραγματεύσεων από την ελληνική πλευρά. «Ναι, εγώ δίνω τον τόνο», απάντησε ο Έλληνας υπουργός. «Είμαι ακόμα υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις με το Eurogroup. Και σε αυτές τις διαπραγματεύσεις υποστηρίζομαι από πολλά μέλη της κυβέρνησης – μεταξύ άλλων από τον καλό μου φίλο, Ευκλείδη Τσακαλώτο. Το ότι πολλά ΜΜΕ το παρουσιάζουν σαν να με αντικαθιστά στις διαπραγματεύσεις είναι μία ακόμα απόδειξη πόσο χαμηλά έχουν πέσει εν τω μεταξύ τα δημοσιογραφικά standard».
Στις φήμες που τον φέρουν να πηγαίνει απροετοίμαστος στις διαπραγματεύσεις, ο κ. Βαρουφάκης απάντησε: «Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανείς, ο οποίος τους προηγούμενους τρεις μήνες δούλεψε σκληρότερα για να φτάσουμε σε συμφωνία με τους εταίρους μας. Το πρόβλημα είναι μόνο: Οι θεσμοί δε συζητούν πραγματικά τις προτάσεις μας για μεταρρυθμίσεις, ενώ ταυτόχρονα δεν προσφέρουν εναλλακτικές.»
Στην ερώτηση αν αυτό είναι θέμα εμπιστοσύνης, ο κ. Βαρουφάκης απάντησε ότι αυτό είναι καθήκον της ελληνικής πλευράς: «Πρέπει να πείσουμε τους εταίρους μας ότι η πρόθεσή μας για μεταρρύθμιση της Ελλάδας είναι κάτι που εννοούμε στα σοβαρά κι ότι με εμάς δε θα υπάρξουν άλλα πρωτογενή ελλείμματα. Δεν διαπραγματευόμαστε για να γυρίσουμε στις παλιές κακές εποχές. Αυτό όμως συνεπάγεται και από την πλευρά των θεσμών ότι θα επανεξετάσουν την μέχρι τώρα στρατηγική τους. Θα πρέπει να επανεκτιμήσουν τη λογική των προγραμμάτων διάσωσης. Υπήρξαν καταστροφικά για την Ελλάδα».
Θα είναι πράγματι δύσκολο, πρόσθεσε, 18 χώρες να πειστούν ότι η μέχρι τώρα πολιτική τους ήταν λάθος. Το Εurogroup είναι ένα πολύπλοκο όργανο, όπου είναι δύσκολο να παραδεχτεί κανείς τα λάθη του. Η Ελλάδα έκανε τις προηγούμενες δεκαετίες μία σειρά λαθών και έχει μάθει από αυτά. Τώρα όμως είναι ώρα να παραδεχτεί και η άλλη πλευρά τα λάθη της, πρόσθεσε
Σε ερώτηση, αν μια τέτοια συζήτηση για το παρελθόν έχει τώρα σημασία, ο κ. Βαρουφάκης είπε ότι μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου. τα μέτρα που συζητούν οι θεσμοί δεν είναι όσα έχει προτείνει η κυβέρνηση – και αποτελούν σημεία που όλοι θα μπορούσαν γρήγορα να συμφωνήσουν –, αλλά ένα προς ένα τα μέτρα του παλαιού μνημονίου. Αυτό εξέπληξε τους Έλληνες, διότι οι θεσμοί έκαναν σαν να μην υπάρχει η νέα συμφωνία του Φλεβάρη. Ωστόσο, η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να συζητήσει το μνημόνιο, καθώς αποτελεί συμφωνία της προηγούμενης κυβέρνησης, την οποία η νέα εκλέχθηκε για να αμφισβητήσει.
Πάντως, ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες ο κ. Βαρουφάκης δήλωσε πεπεισμένος, ότι θα υπάρξει συμφωνία. «δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να πω, τι μορφή θα έχει ο συμβιβασμός. Υπάρχει ήδη μια μακρά λίστα μεταρρυθμίσεων για τις οποίες όλοι οι μετέχοντες, δηλαδή οι θεσμοί, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας κι εμείς, πιστεύουν ότι είναι ουσιώδεις.
Η βάση λοιπόν υπάρχει ήδη. Μόνο που η μέθοδος με την οποία οι θεσμοί θέλουν να εφαρμόσουν αυτή τη λίστα, δεν βοηθάει ιδιαίτερα. Απαιτούν, η λίστα αυτή να συμπεριληφθεί στο προηγούμενο πρόγραμμα. Κι εμείς στο τέλος θα έχουμε μόνο μια μικρή ευελιξία. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα: Οι θεσμοί μας επιτρέπουν, να μη μειώσουμε τις συντάξεις: αλλά σε αντιστάθμισμα απαιτούν, να αυξήσουμε τον ΦΠΑ σε κάποια νησιά διακοπών. Έτσι δεν μπορεί όμως να λειτουργήσει το πράγμα».
Kάπως όμως θα πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα τα χρέη της, αντέτεινε ο συνομιλητής του υπ. Οικονομικών. Και ο κ. Βαρουφάκης απάντησε «Ακριβώς! Αλλά γι' αυτό χρειαζόμαστε ανάπτυξη. Οι απαιτήσεις της Τρόικα βασίζονται σε μία απλή ανάλυση: το 2020 τα χρέη της Ελλάδας θα πρέπει να είναι 120% του ΑΕΠ της. Κι από εκεί μετράνε ανάποδα για το πόσο υψηλό θα πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας το 2019, το 2018, 2017. Έτσι φτάνουν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει το 2016 να έχουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 4,5%. Aυτό όμως συνεπάγεται παραμονή μας στην παγίδα της λιτότητας. Και η ανάπτυξη, την οποία η Ελλάδα τόσο επειγόντως χρειάζεται, θα σβήσει παντελώς».
Αυτό που θα πρέπει όμως πρώτα από όλα να κοιτάξουμε, σύμφωνα με τον υπ. Οικονομίας, είναι ποιες επενδύσεις και τι ανάπτυξη πρέπει να προσδοκούμε, καθώς και το τι είδους πρωτογενή πλεονάσματα είναι βραχυπρόθεσμα εφικτά. «Αν αυτό στο τέλος σημαίνει, ότι τα χρέη της Ελλάδας το 2020 θα είναι υψηλότερα από το 120% του ΑΕΠ, θα πρέπει να το αποδεχτούμε».
Όσον αφορά στην επίτευξη συμφωνίας μέσα κατά το επόμενο Eurogroup στις 11 Μαΐου ο υπ. Οικονομικών είπε: «Δεν είμαι προφήτης, αλλά είναι προς το συμφέρον μας να φτάσουμε σε έναν συμβιβασμό το συντομότερο δυνατόν. Και είμαστε πιο κοντά σε αυτόν το στόχο, από ό,τι πιστεύουν πολλά ΜΜΕ».
euro2day
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου