Τώρα που η Αμάλ Κλούνεϊ ανακίνησε τη συζήτηση γύρω από την αίγλη του Παρθενώνα είναι ώρα να επανορθώσουμε ένα ιστορικό λάθος: να επιστρέψουμε στο σπίτι τους τα αρχαία αυτά γλύπτά, επισημαίνει σε άρθρο της η ανταποκρίτρια της βρετανικής εφημερίδας Guardian στην Αθήνα, Ελένα Σμιθ.
«Σχεδόν καθημερινά κάνω έναν περίπατο γύρω από την Ακρόπολη. Η λέξη "γύρω" είναι η λέξη κλειδί, γιατί οι Έλληνες έχουν διανύσει χιλιόμετρα για να ενώσουν τις αρχαιότητες της Αθήνας με ένα απλό πεζόδρομο. Στο κέντρο αυτού του κλασικού θησαυρού δεσπόζει μία απόκρημνη προεξοχή, γνωστός ο Ιερός Βράχος. Καθώς ανεβαίνεται το μονοπάτι είναι αυτό που στεφανώνει την κορυφή: εκεί, ανάμεσα στα πεύκα, βρίσκεται ο Παρθενώνας, ο σπουδαιότερος όλων των ναών, απαράμιλλος, λευκός και φτιαγμένος από το καλύτερο μάρμαρο του Χρυσού Αιώνα», σημειώνει η δημοσιογράφος.
«Αν και υποστηλωμένη, η επιβλητική σκιά του αριστουργήματος 2.500 ετών κόβει την ανάσα. Ένα δώρο κάτω από τον αττικό ουρανό. Αλλά και κάτι ακόμη: ο καλύτερος αντίλογος σε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα -Ελγίνεια- τα καλλιτεχνήματα που κάποτε κοσμούσαν τον μαγευτικό ναό, αλλά τα τελευταία 200 χρόνια εκτίθενται στο κακοφωτισμένο Βρετανικό Μουσείο, πρέπει να επανενωθούν με τον τόπο που δημιουργήθηκαν», συνεχίζει.
«Δεν θα κρυφτώ. Θα χρησιμοποιήσω τα αθάνατα λόγια του Λόρδου Βύρωνα: "Είμαι με την Ελλάδα". Και τόσο φυσικά ενθουσιασμένη που μία τέτοια διαμάχη -η οποία θα έπρεπε να έχει λυθεί εδώ και πολύ καιρό, εάν πρυτάνευε η λογική και το κοινό αίσθημα-, ανακινήθηκε μετά την επίσκεψη της Αμάλ Κλούνεϊ στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα», τονίζει η Σμιθ.
«Το ότι θα έπρεπε μία νεαρή Αγγλο-λιβανέζα δικηγόρος, προσφάτως παντρεμένη με έναν σταρ του Χόλιγουν να επανεκκινήσει τη συζήτηση (και με τα φλας να αστράφτουν), λέει πολλά για την εποχή που ζούμε. Αλλά δηλώνοντας απλά το προφανές, ότι τα μάρμαρα του Παρθενώνα θα γυρίσουν στην Ελλάδα, είναι αυτό που έβαλε στο επίκεντρο την κυρία Κλούνεϊ», επισημαίνει
Στη συνέχεια η Ελένα Σμιθ αναφέρει ότι έχουν περάσει περισσότερα από 30 χρόνια από τότε που η μεγάλη ελληνίδα ηθοποιός Μελίνα Μερκούρη, πρώτη έθεσε το ζήτημα του επαναπατρισμού, χάρη στον Τόμας Μπρους, τον έβδομο κόμη του Έλγιν που εξορίστηκε στο άλλο άκρο της Ευρώπης. «τα γλυπτά, μέρος της ζωφόρου, τεράστιας ομορφιάς και κλίμακας στην κλασσική τέχνη, λεηλατήθηκαν, όταν η Ελλάδα ήταν χωρίς φωνή και κατακτημένη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και ο Έλγιν ήταν πρέσβης στην Υψηλή Πύλη», προσθέτει.
Αναφέρει δε, ότι θα έτρεμε στην ιδέα της αντίδρασης των Βρετανών, αν ένα δικό τους μνημείο είχε την ίδια μοίρα. «Αλλά επανειλημμένα έχω εντυπωσιαστεί με την ψυχραιμία που έχει επιδείξει η Αθήνα. Με την ευγένεια που τρέφει το ένα έθνος για το άλλο, οι Έλληνες έχουν βάλει την διαπραγμάτευση πάνω από το θυμό, την ειρήνη πάνω από τη διαμάχη και το χιούμορ πάνω από την εχθρικότητα.
Μεταξύ άλλων υπογραμμίζει ότι η απόφση να προσλάβει την κυρία Κλούνεϊ, την νεαρότερη της ομάδας των επιφανών δικηγόρων του γραφείου των Τζέφρι Ρόμπερτσον και Νόρμαρ Πάλμερ, αντανακλά αυτό που θεωρείται ολοένα και περισσότερο εξάντληση κάθε οδού, διπλωματικής και πολιτικής, για να επιλυθεί το ζήτημα (...)
«Ως Βρετανίδα, σκύβω το κεφάλι μου, αλλά δίνω την καρδιά μου σε αυτό που ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος αποκαλούσε «ασυναγώνιστο όπλο»: το κοινό αίσθημα των απλών Βρετανών που εδώ και δύο δεκαετίες έχουν υποστηρίξει τον επαναπατρισμό, όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις. Ήταν και ένας άλλος ποιητής, ο Γιάννης Ρίτσος, ο οποίος είχε συνοψίσει καλύτερα την απώλεια αυτή την μαρμάρων (στη Ρωμιοσύνη): Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται σε λιγότερο ουρανό, αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα. Χρειάζονται τον αττικό ουρανό ώστε να εκτιμηθούν καλύτερα...»
Κλείνοντας το άρθρο της η Ελένα Σμιθ επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει περάσει τις πιο δύσκολες ώρες των τελευταίων χρόνων. Η επανένωση των γλυπτών θα είναι μία ισχυρή τονωτική ένεση για ένα έθνος που σε χαλεπούς καιρούς πάντα στάθηκε κοντά στη Βρετανία. Σπάνια έχουμε τέτοιες ευκαιρίες να κάνουμε σωστό ένα λάθος. Η ευκαιρία είναι τώρα εδώ και η Βρετανία πρέπει να την αδράξει».
Ethnos
«Σχεδόν καθημερινά κάνω έναν περίπατο γύρω από την Ακρόπολη. Η λέξη "γύρω" είναι η λέξη κλειδί, γιατί οι Έλληνες έχουν διανύσει χιλιόμετρα για να ενώσουν τις αρχαιότητες της Αθήνας με ένα απλό πεζόδρομο. Στο κέντρο αυτού του κλασικού θησαυρού δεσπόζει μία απόκρημνη προεξοχή, γνωστός ο Ιερός Βράχος. Καθώς ανεβαίνεται το μονοπάτι είναι αυτό που στεφανώνει την κορυφή: εκεί, ανάμεσα στα πεύκα, βρίσκεται ο Παρθενώνας, ο σπουδαιότερος όλων των ναών, απαράμιλλος, λευκός και φτιαγμένος από το καλύτερο μάρμαρο του Χρυσού Αιώνα», σημειώνει η δημοσιογράφος.
«Αν και υποστηλωμένη, η επιβλητική σκιά του αριστουργήματος 2.500 ετών κόβει την ανάσα. Ένα δώρο κάτω από τον αττικό ουρανό. Αλλά και κάτι ακόμη: ο καλύτερος αντίλογος σε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα -Ελγίνεια- τα καλλιτεχνήματα που κάποτε κοσμούσαν τον μαγευτικό ναό, αλλά τα τελευταία 200 χρόνια εκτίθενται στο κακοφωτισμένο Βρετανικό Μουσείο, πρέπει να επανενωθούν με τον τόπο που δημιουργήθηκαν», συνεχίζει.
«Δεν θα κρυφτώ. Θα χρησιμοποιήσω τα αθάνατα λόγια του Λόρδου Βύρωνα: "Είμαι με την Ελλάδα". Και τόσο φυσικά ενθουσιασμένη που μία τέτοια διαμάχη -η οποία θα έπρεπε να έχει λυθεί εδώ και πολύ καιρό, εάν πρυτάνευε η λογική και το κοινό αίσθημα-, ανακινήθηκε μετά την επίσκεψη της Αμάλ Κλούνεϊ στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα», τονίζει η Σμιθ.
«Το ότι θα έπρεπε μία νεαρή Αγγλο-λιβανέζα δικηγόρος, προσφάτως παντρεμένη με έναν σταρ του Χόλιγουν να επανεκκινήσει τη συζήτηση (και με τα φλας να αστράφτουν), λέει πολλά για την εποχή που ζούμε. Αλλά δηλώνοντας απλά το προφανές, ότι τα μάρμαρα του Παρθενώνα θα γυρίσουν στην Ελλάδα, είναι αυτό που έβαλε στο επίκεντρο την κυρία Κλούνεϊ», επισημαίνει
Στη συνέχεια η Ελένα Σμιθ αναφέρει ότι έχουν περάσει περισσότερα από 30 χρόνια από τότε που η μεγάλη ελληνίδα ηθοποιός Μελίνα Μερκούρη, πρώτη έθεσε το ζήτημα του επαναπατρισμού, χάρη στον Τόμας Μπρους, τον έβδομο κόμη του Έλγιν που εξορίστηκε στο άλλο άκρο της Ευρώπης. «τα γλυπτά, μέρος της ζωφόρου, τεράστιας ομορφιάς και κλίμακας στην κλασσική τέχνη, λεηλατήθηκαν, όταν η Ελλάδα ήταν χωρίς φωνή και κατακτημένη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και ο Έλγιν ήταν πρέσβης στην Υψηλή Πύλη», προσθέτει.
Αναφέρει δε, ότι θα έτρεμε στην ιδέα της αντίδρασης των Βρετανών, αν ένα δικό τους μνημείο είχε την ίδια μοίρα. «Αλλά επανειλημμένα έχω εντυπωσιαστεί με την ψυχραιμία που έχει επιδείξει η Αθήνα. Με την ευγένεια που τρέφει το ένα έθνος για το άλλο, οι Έλληνες έχουν βάλει την διαπραγμάτευση πάνω από το θυμό, την ειρήνη πάνω από τη διαμάχη και το χιούμορ πάνω από την εχθρικότητα.
Μεταξύ άλλων υπογραμμίζει ότι η απόφση να προσλάβει την κυρία Κλούνεϊ, την νεαρότερη της ομάδας των επιφανών δικηγόρων του γραφείου των Τζέφρι Ρόμπερτσον και Νόρμαρ Πάλμερ, αντανακλά αυτό που θεωρείται ολοένα και περισσότερο εξάντληση κάθε οδού, διπλωματικής και πολιτικής, για να επιλυθεί το ζήτημα (...)
«Ως Βρετανίδα, σκύβω το κεφάλι μου, αλλά δίνω την καρδιά μου σε αυτό που ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος αποκαλούσε «ασυναγώνιστο όπλο»: το κοινό αίσθημα των απλών Βρετανών που εδώ και δύο δεκαετίες έχουν υποστηρίξει τον επαναπατρισμό, όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις. Ήταν και ένας άλλος ποιητής, ο Γιάννης Ρίτσος, ο οποίος είχε συνοψίσει καλύτερα την απώλεια αυτή την μαρμάρων (στη Ρωμιοσύνη): Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται σε λιγότερο ουρανό, αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα. Χρειάζονται τον αττικό ουρανό ώστε να εκτιμηθούν καλύτερα...»
Κλείνοντας το άρθρο της η Ελένα Σμιθ επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει περάσει τις πιο δύσκολες ώρες των τελευταίων χρόνων. Η επανένωση των γλυπτών θα είναι μία ισχυρή τονωτική ένεση για ένα έθνος που σε χαλεπούς καιρούς πάντα στάθηκε κοντά στη Βρετανία. Σπάνια έχουμε τέτοιες ευκαιρίες να κάνουμε σωστό ένα λάθος. Η ευκαιρία είναι τώρα εδώ και η Βρετανία πρέπει να την αδράξει».
Ethnos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου