Το «κερδίζω - κερδίζεις («win-win») ή στα τουρκικά «καζάν-καζάν» αναμένεται να αποτελέσει από εδώ και στο εξής τη βάση της συνεργασίας Ελλάδας και Τουρκίας, μετά και την προ ημερών επίσκεψη του πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά στην Κωνσταντινούπολη και τη συνάντησή του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η κατ’ ιδίαν συνομιλία των δύο ανδρών απέδειξε ότι είμαστε προ των πυλών της… συνεκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών στο Αιγαίο, που θα «χτιστεί» πάνω στην προηγούμενη ελληνοτουρκική συνεργασία σε ακίνδυνους τομείς και στην αποχή από πράξεις που θα θίγουν τα συμφέροντα της άλλης πλευράς. Ουσιαστικά το μοντέλο των συμφωνιών σε θέματα «χαμηλής πολιτικής» είναι μόνο η αρχή για μια ευρύτερη συμφωνία που αφορά αυτό που οι Αμερικανοί συνήθως αποκαλούν «big game». Και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τον εντοπισμό υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου εδώ και αρκετό καιρό έχει μετατοπιστεί, από το Αιγαίο, το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό παιχνίδι.
Στο πολιτικό και διπλωματικό παρασκήνιο έχουν εξελιχθεί παράλληλες διαδικασίες το τελευταίο διάστημα, με την εμπλοκή των «μεγάλων δυνάμεων» και ειδικά του αμερικανικού παράγοντα για να υπάρξει μια πιο ουσιαστική προσέγγιση της Ελλάδας με την Τουρκία. Στην περίπου δίωρη συνομιλία των κκ. Σαμαρά και Ερντογάν έγινε συζήτηση με «ανοιχτά χαρτιά» για μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων με επίκεντρο και την ΑΟΖ, αν και κανείς δεν μπορεί να μάθει και να πει με απόλυτη ακρίβεια το τι ακριβώς διημείφθη μεταξύ των δύο πρωθυπουργών.
Οι γνωρίζοντες στα κέντρα λήψης των αποφάσεων όμως αναφέρουν ότι τα καυτά θέματα συζητήθηκαν ως επί το πλείστον και η συνομιλία τους δεν αφορούσε μόνο τον τουρισμό και τη λαθρομετανάστευση. Το έδαφος είχε άλλωστε προετοιμαστεί ήδη από την προηγούμενη συνάντησή τους στην Ντόχα του Κατάρ.
«Αλλα ήταν τα πιο σημαντικά, που σχετίζονται με την επιβίωσή μας σε σχέση με τα ενεργειακά» έλεγε χαρακτηριστικά υψηλόβαθμο στέλεχος της ελληνικής αποστολής. Εξάλλου δεν ήταν τυχαίο ότι οι δύο ηγέτες ήταν απολύτως μόνοι στο δωμάτιο του ανακτόρου των Οθωμανών Σουλτάνων, στο επιβλητικό Ντολμά Μπαχτσέ.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», οι δύο χώρες το επόμενο διάστημα, υπό τον «έλεγχο» και την «εποπτεία» κυρίως του αμερικανικού παράγοντα, αναμένεται να συνεχίσουν τις διερευνητικές επαφές για τα ακανθώδη προβλήματα. Επί της ουσίας θα διευρύνουν τη συνεργασία σε πιο εύκολους τομείς (π.χ. τουρισμός), ενώ σταδιακά θα ωριμάζουν - επικοινωνιακά και πολιτικά - οι συνθήκες για μια κοινή εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου. Εξάλλου δεν ήταν τυχαία η επιλογή του κ. Ερντογάν να μιλήσει για αμοιβαία επωφελή (win-win) βήματα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κρίσιμο στοιχείο είναι ότι τους επόμενους μήνες θα γίνουν γνωστά τα στοιχεία των σεισμικών ερευνών της νορβηγικής PGS τόσο για το Ιόνιο πέλαγος όσο και για τις περιοχές νοτίως της Κρήτης, όπου θα υπάρξουν οι πρώτες ενδείξεις για το τι πλούτος υπάρχει στα ύδατα αυτά.
Παράλληλα, υπάρχουν πληροφορίες ότι, στο πλαίσιο της συνεκμετάλλευσης υπό αμερικανική ομπρέλα, ήδη υπάρχει συζήτηση για ανάμειξη μιας ή και δύο εταιρειών από τις Ηνωμένες Πολιτείες που θα κάνουν για λογαριασμό των δύο χωρών τις έρευνες σε επίμαχες περιοχές, ώστε να μην έχουμε άμεση εμπλοκή των δύο χωρών.
Το κρίσιμο στοιχείο που μας υποδεικνύει και το πώς θα κινηθούν οι δύο χώρες το επόμενο διάστημα, με τη σαφή εντολή από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων των «μεγάλων παικτών», είναι η μία πλευρά να αποφεύγει «να βάζει το δάχτυλο στο μάτι της άλλης».
Αυτή είναι η βάση της συνεργασίας Ελλάδας και Τουρκίας και για τους μυημένους και όσους αποκωδικοποιούν τα μηνύματα των δημόσιων τοποθετήσεων δεν ήταν τυχαία μια αποστροφή του κ. Σαμαρά που πέρασε μάλλον απαρατήρητη από τα ΜΜΕ. Ο κ. Σαμαράς είπε κατά τη συνέντευξη Τύπου: «Βάζουμε την ανάπτυξη στην υπηρεσία της ειρήνης». Αυτή η φράση είχε την ιδιαίτερη σημασία της για το γεωπολιτικό παιχνίδι που παίζεται στην περιοχή, όπως δεν ήταν τυχαία και η κίνηση της Αθήνας προ εβδομάδων να καταθέσει ρηματική διακοίνωση στα Ηνωμένα Εθνη ώστε οι τόνοι να πέσουν.
Μετά και τις συστάσεις και τις συμβουλές από τα κέντρα των «κεντρικών παικτών» στη γεωπολιτική σκακιέρα, η στροφή της Αθήνας στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών ήταν ενδεικτική. Και αυτό διότι από τις σκέψεις περί κατάθεσης συντεταγμένων στα Ηνωμένα Εθνη για τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας, που ήταν στρατηγική επιλογή ακόμη και στενού συνεργάτη του κ. Σαμαρά, περάσαμε σε μια «τακτική Realpolitik». «Σε αυτή την αλλαγή στάσης της Αθήνας πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη σημασία για τα μελλούμενα και δεν είναι τυχαία» επεσήμαναν στο «Βήμα» διπλωματικοί παράγοντες.
Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αξιολογηθούν ως ιδιαίτερα σοβαρές οι δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας της Τουρκίας Τανέρ Γιλντίζ, δύο 24ωρα μετά την ολοκλήρωση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας.
«Εχουμε την πρόθεση να χρησιμοποιήσουμε τα ενεργειακά θέματα όχι ως λόγο δημιουργίας έντασης αλλά ως λόγο ανάπτυξης και ανοίγματος» τόνισε ο κ. Γιλντίζ που στο παρελθόν έχει προβεί σε σκληρές δηλώσεις εναντίον της Αθήνας. Οπως ανέφεραν διπλωματικοί κύκλοι, υπάρχει σύμπτωση της λέξης «ανάπτυξη» που χρησιμοποίησε και ο έλληνας Πρωθυπουργός και ενισχύει το επιχείρημα ότι υπάρχει ευρύτερη συμφωνία στο θέμα της συνεκμετάλλευσης.
Ο τούρκος υπουργός προχώρησε μάλιστα και ένα βήμα παραπέρα υπογραμμίζοντας ότι παρά τη διάσταση απόψεων μεταξύ των δύο χωρών στην Ανατολική Μεσόγειο που οδήγησε την Ελλάδα να καταθέσει ρηματική διακοίνωση στα Ηνωμένα Εθνη «δεν υπάρχει πρόβλημα για θέματα ενέργειας». Και πρόσθεσε: «Γιατί πρέπει τα ενεργειακά ζητήματα να καταστούν αιτία έντασης όταν όλες οι σχέσεις μας με την Ελλάδα βαίνουν καλώς; Μας ρωτούν: "Θα διεξαγάγετε έρευνες στο Αιγαίο;". Aπαντάμε: "Προς το παρόν δεν θα διεξαγάγουμε". "Δεν γνωρίζουμε ότι οι όποιες έρευνες προκαλούν αντιπαράθεση;". "Ασφαλώς το γνωρίζουμε"».
Ο κ. Σαμαράς υπήρξε σαφής λέγοντας ότι «υπάρχουν ζητήματα στα οποία διαφωνούμε και η διαφωνία μας μπορεί να είναι και ουσιαστική». Σε άλλη αποστροφή του όμως αναφέρθηκε στον «χρυσό κανόνα» της ελληνοτουρκικής συνεργασίας που πρέπει να είναι «ο αλληλοσεβασμός, το Διεθνές Δίκαιο και η προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας».
Η εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου
Ο παράγοντας «λύση του Κυπριακού»
Από το πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν μπορεί να αγνοηθεί το Κυπριακό. Το νησί βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη μέγκενη της οικονομικής κρίσης, αλλά είναι παράγοντας που δεν μπορεί να αγνοηθεί στην εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου. Η επίλυση του Κυπριακού, αν και όχι εύκολη, θεωρείται ότι μπορεί να απελευθερώσει δυνάμεις συνεργασίας. Φυσικά, θα πρέπει να ξεπεραστούν οι αντιρρήσεις του σκληροπυρηνικού Ντερβίς Ερογλου.
Η κυβέρνηση Αναστασιάδη, παρά τους περιορισμούς της οικονομικής συγκυρίας, επιδιώκει να αναβαθμίσει τη διεθνή εικόνα της και «να παίξει με την Ευρώπη».
Θεωρεί ότι με τον τρόπο αυτόν θα μπορέσει να εμφανιστεί ως παράγοντας ηρεμίας σε μια εποχή όπου η γειτονική Μέση Ανατολή φλέγεται. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται, σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, η πρόθεση της Λευκωσίας να καταθέσει κατόπιν προσεκτικής προετοιμασίας αίτηση για ένταξη στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» του ΝΑΤΟ.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που παρακολουθείται με μεγάλη προσοχή στις Βρυξέλλες.
Αρμόδιοι κύκλοι διαμηνύουν προς την κυπριακή πλευρά ότι δεν θα πρέπει να εμφανιστεί ως αντιτουρκική αλλά εντασσόμενη σε μια ευρύτερη στρατηγική.
Ωστόσο θα επρόκειτο για μείζονα επιλογή που θα μετέβαλλε τις ισορροπίες. Αν η ένταξη στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» προχωρήσει, τότε θα ανοίξει ο δρόμος και για την προσκόλληση του Ισραήλ στον νέο άξονα.
tovima
Η κατ’ ιδίαν συνομιλία των δύο ανδρών απέδειξε ότι είμαστε προ των πυλών της… συνεκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών στο Αιγαίο, που θα «χτιστεί» πάνω στην προηγούμενη ελληνοτουρκική συνεργασία σε ακίνδυνους τομείς και στην αποχή από πράξεις που θα θίγουν τα συμφέροντα της άλλης πλευράς. Ουσιαστικά το μοντέλο των συμφωνιών σε θέματα «χαμηλής πολιτικής» είναι μόνο η αρχή για μια ευρύτερη συμφωνία που αφορά αυτό που οι Αμερικανοί συνήθως αποκαλούν «big game». Και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τον εντοπισμό υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου εδώ και αρκετό καιρό έχει μετατοπιστεί, από το Αιγαίο, το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό παιχνίδι.
Στο πολιτικό και διπλωματικό παρασκήνιο έχουν εξελιχθεί παράλληλες διαδικασίες το τελευταίο διάστημα, με την εμπλοκή των «μεγάλων δυνάμεων» και ειδικά του αμερικανικού παράγοντα για να υπάρξει μια πιο ουσιαστική προσέγγιση της Ελλάδας με την Τουρκία. Στην περίπου δίωρη συνομιλία των κκ. Σαμαρά και Ερντογάν έγινε συζήτηση με «ανοιχτά χαρτιά» για μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων με επίκεντρο και την ΑΟΖ, αν και κανείς δεν μπορεί να μάθει και να πει με απόλυτη ακρίβεια το τι ακριβώς διημείφθη μεταξύ των δύο πρωθυπουργών.
Οι γνωρίζοντες στα κέντρα λήψης των αποφάσεων όμως αναφέρουν ότι τα καυτά θέματα συζητήθηκαν ως επί το πλείστον και η συνομιλία τους δεν αφορούσε μόνο τον τουρισμό και τη λαθρομετανάστευση. Το έδαφος είχε άλλωστε προετοιμαστεί ήδη από την προηγούμενη συνάντησή τους στην Ντόχα του Κατάρ.
«Αλλα ήταν τα πιο σημαντικά, που σχετίζονται με την επιβίωσή μας σε σχέση με τα ενεργειακά» έλεγε χαρακτηριστικά υψηλόβαθμο στέλεχος της ελληνικής αποστολής. Εξάλλου δεν ήταν τυχαίο ότι οι δύο ηγέτες ήταν απολύτως μόνοι στο δωμάτιο του ανακτόρου των Οθωμανών Σουλτάνων, στο επιβλητικό Ντολμά Μπαχτσέ.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», οι δύο χώρες το επόμενο διάστημα, υπό τον «έλεγχο» και την «εποπτεία» κυρίως του αμερικανικού παράγοντα, αναμένεται να συνεχίσουν τις διερευνητικές επαφές για τα ακανθώδη προβλήματα. Επί της ουσίας θα διευρύνουν τη συνεργασία σε πιο εύκολους τομείς (π.χ. τουρισμός), ενώ σταδιακά θα ωριμάζουν - επικοινωνιακά και πολιτικά - οι συνθήκες για μια κοινή εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου. Εξάλλου δεν ήταν τυχαία η επιλογή του κ. Ερντογάν να μιλήσει για αμοιβαία επωφελή (win-win) βήματα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κρίσιμο στοιχείο είναι ότι τους επόμενους μήνες θα γίνουν γνωστά τα στοιχεία των σεισμικών ερευνών της νορβηγικής PGS τόσο για το Ιόνιο πέλαγος όσο και για τις περιοχές νοτίως της Κρήτης, όπου θα υπάρξουν οι πρώτες ενδείξεις για το τι πλούτος υπάρχει στα ύδατα αυτά.
Παράλληλα, υπάρχουν πληροφορίες ότι, στο πλαίσιο της συνεκμετάλλευσης υπό αμερικανική ομπρέλα, ήδη υπάρχει συζήτηση για ανάμειξη μιας ή και δύο εταιρειών από τις Ηνωμένες Πολιτείες που θα κάνουν για λογαριασμό των δύο χωρών τις έρευνες σε επίμαχες περιοχές, ώστε να μην έχουμε άμεση εμπλοκή των δύο χωρών.
Το κρίσιμο στοιχείο που μας υποδεικνύει και το πώς θα κινηθούν οι δύο χώρες το επόμενο διάστημα, με τη σαφή εντολή από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων των «μεγάλων παικτών», είναι η μία πλευρά να αποφεύγει «να βάζει το δάχτυλο στο μάτι της άλλης».
Αυτή είναι η βάση της συνεργασίας Ελλάδας και Τουρκίας και για τους μυημένους και όσους αποκωδικοποιούν τα μηνύματα των δημόσιων τοποθετήσεων δεν ήταν τυχαία μια αποστροφή του κ. Σαμαρά που πέρασε μάλλον απαρατήρητη από τα ΜΜΕ. Ο κ. Σαμαράς είπε κατά τη συνέντευξη Τύπου: «Βάζουμε την ανάπτυξη στην υπηρεσία της ειρήνης». Αυτή η φράση είχε την ιδιαίτερη σημασία της για το γεωπολιτικό παιχνίδι που παίζεται στην περιοχή, όπως δεν ήταν τυχαία και η κίνηση της Αθήνας προ εβδομάδων να καταθέσει ρηματική διακοίνωση στα Ηνωμένα Εθνη ώστε οι τόνοι να πέσουν.
Μετά και τις συστάσεις και τις συμβουλές από τα κέντρα των «κεντρικών παικτών» στη γεωπολιτική σκακιέρα, η στροφή της Αθήνας στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών ήταν ενδεικτική. Και αυτό διότι από τις σκέψεις περί κατάθεσης συντεταγμένων στα Ηνωμένα Εθνη για τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας, που ήταν στρατηγική επιλογή ακόμη και στενού συνεργάτη του κ. Σαμαρά, περάσαμε σε μια «τακτική Realpolitik». «Σε αυτή την αλλαγή στάσης της Αθήνας πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη σημασία για τα μελλούμενα και δεν είναι τυχαία» επεσήμαναν στο «Βήμα» διπλωματικοί παράγοντες.
Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αξιολογηθούν ως ιδιαίτερα σοβαρές οι δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας της Τουρκίας Τανέρ Γιλντίζ, δύο 24ωρα μετά την ολοκλήρωση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας.
«Εχουμε την πρόθεση να χρησιμοποιήσουμε τα ενεργειακά θέματα όχι ως λόγο δημιουργίας έντασης αλλά ως λόγο ανάπτυξης και ανοίγματος» τόνισε ο κ. Γιλντίζ που στο παρελθόν έχει προβεί σε σκληρές δηλώσεις εναντίον της Αθήνας. Οπως ανέφεραν διπλωματικοί κύκλοι, υπάρχει σύμπτωση της λέξης «ανάπτυξη» που χρησιμοποίησε και ο έλληνας Πρωθυπουργός και ενισχύει το επιχείρημα ότι υπάρχει ευρύτερη συμφωνία στο θέμα της συνεκμετάλλευσης.
Ο τούρκος υπουργός προχώρησε μάλιστα και ένα βήμα παραπέρα υπογραμμίζοντας ότι παρά τη διάσταση απόψεων μεταξύ των δύο χωρών στην Ανατολική Μεσόγειο που οδήγησε την Ελλάδα να καταθέσει ρηματική διακοίνωση στα Ηνωμένα Εθνη «δεν υπάρχει πρόβλημα για θέματα ενέργειας». Και πρόσθεσε: «Γιατί πρέπει τα ενεργειακά ζητήματα να καταστούν αιτία έντασης όταν όλες οι σχέσεις μας με την Ελλάδα βαίνουν καλώς; Μας ρωτούν: "Θα διεξαγάγετε έρευνες στο Αιγαίο;". Aπαντάμε: "Προς το παρόν δεν θα διεξαγάγουμε". "Δεν γνωρίζουμε ότι οι όποιες έρευνες προκαλούν αντιπαράθεση;". "Ασφαλώς το γνωρίζουμε"».
Ο κ. Σαμαράς υπήρξε σαφής λέγοντας ότι «υπάρχουν ζητήματα στα οποία διαφωνούμε και η διαφωνία μας μπορεί να είναι και ουσιαστική». Σε άλλη αποστροφή του όμως αναφέρθηκε στον «χρυσό κανόνα» της ελληνοτουρκικής συνεργασίας που πρέπει να είναι «ο αλληλοσεβασμός, το Διεθνές Δίκαιο και η προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας».
Η εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου
Ο παράγοντας «λύση του Κυπριακού»
Από το πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν μπορεί να αγνοηθεί το Κυπριακό. Το νησί βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη μέγκενη της οικονομικής κρίσης, αλλά είναι παράγοντας που δεν μπορεί να αγνοηθεί στην εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου. Η επίλυση του Κυπριακού, αν και όχι εύκολη, θεωρείται ότι μπορεί να απελευθερώσει δυνάμεις συνεργασίας. Φυσικά, θα πρέπει να ξεπεραστούν οι αντιρρήσεις του σκληροπυρηνικού Ντερβίς Ερογλου.
Η κυβέρνηση Αναστασιάδη, παρά τους περιορισμούς της οικονομικής συγκυρίας, επιδιώκει να αναβαθμίσει τη διεθνή εικόνα της και «να παίξει με την Ευρώπη».
Θεωρεί ότι με τον τρόπο αυτόν θα μπορέσει να εμφανιστεί ως παράγοντας ηρεμίας σε μια εποχή όπου η γειτονική Μέση Ανατολή φλέγεται. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται, σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, η πρόθεση της Λευκωσίας να καταθέσει κατόπιν προσεκτικής προετοιμασίας αίτηση για ένταξη στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» του ΝΑΤΟ.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που παρακολουθείται με μεγάλη προσοχή στις Βρυξέλλες.
Αρμόδιοι κύκλοι διαμηνύουν προς την κυπριακή πλευρά ότι δεν θα πρέπει να εμφανιστεί ως αντιτουρκική αλλά εντασσόμενη σε μια ευρύτερη στρατηγική.
Ωστόσο θα επρόκειτο για μείζονα επιλογή που θα μετέβαλλε τις ισορροπίες. Αν η ένταξη στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» προχωρήσει, τότε θα ανοίξει ο δρόμος και για την προσκόλληση του Ισραήλ στον νέο άξονα.
tovima
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου