Σε απόσυρσή της από το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας στα Δωδεκάνησα υποχρεώθηκε η καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Τώνια Μοροπούλου μετά τη δημοσιοποίηση της αντιδικίας της με το Δημόσιο για χρήματα τα οποία συνέχισε να εισπράττει μετά την αλλαγή του νόμου για τις άγαμες θυγατέρες.
Η αρχική δικαιολογία με την οποία απάντησε η κυρία Μοροπούλου υποστηρίζοντας ότι δεν ειδοποιήθηκε από τον ασφαλιστικό φορέα για την αλλαγή της νομοθεσίας δεν κρίθηκε επαρκής από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος διαμήνυσε στην υποψήφια του κόμματός του ότι δεν μπορεί να βρίσκεται στους συνδυασμούς του κόμματός του όσο υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα.
Οι πληροφορίες
Στην Πειραιώς υπήρχαν από καιρό πληροφορίες για το ζήτημα που είχε ανακύψει παλαιότερα για την είσπραξη από την καθηγήτρια ποσών που δεν δικαιούνταν, αλλά η εντύπωση με την οποία είχαν μείνει ήταν ότι το ζήτημα είχε διευθετηθεί και τα χρήματα είχαν επιστραφεί.
Γι΄ αυτό και η περίπτωσή της είχε θεωρηθεί διαφορετική από εκείνη της υποψήφιας ευρωβουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Μυρσίνης Λοΐζου, η οποία δεν είχε δηλώσει τον θάνατο της μητέρας και είχε καταδικαστεί από τη Δικαιοσύνη για την παράνομη είσπραξη της σύνταξης και μη επιστροφή των χρημάτων όταν αποκαλύφθηκε το θέμα.
Από την απάντηση, ωστόσο, που έδωσε η κ. Μορόπουλου μετά την πρόσφατη δημοσιοποίηση της υπόθεσης, οι επιτελείς της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαπίστωσαν ότι το ζήτημα δεν έχει κλείσει, αφού δεν επιστράφηκαν τα χρήματα, όπως είχαν πειστεί στην Πειραιώς ότι είχε συμβεί. Κατόπιν τούτου, μόλις ο κ. Μητσοτάκης ενημερώθηκε αναλυτικά για την υπόθεση, διαμήνυσε στην υποψήφια βουλευτή ότι πρέπει η ίδια να αναλάβει πρωτοβουλία για να κλείσει το πολιτικό θέμα που δημιουργήθκε, αποσύροντας την υποψηφιότητά της.
Σε αυτό το πλαίσιο η Τώνια Μωροπούλου, αργά το βράδυ της Κυριακής ανακοίνωσε την παραίτησή της.
Η επιστολή παραίτησης
Η επιστολή παραίτησής της έχει ως εξής:
«Η απόφασή μου να κατέβω ως υποψήφια στις εκλογές της 7ης Ιουλίου προήλθε από τη διάθεσή μου να προσφέρω με τις γνώσεις και την εμπειρία μου στον τόπο μου και ιδιαίτερα στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα.
Λόγω της προσωπικής διαδρομής μου -και όσων αυτή σηματοδοτεί- δέχομαι τις τελευταίες δύο ημέρες πόλεμο από την παράταξη που βρίσκεται στην εξουσία και όργανά της. Αμέσως και δημόσια δήλωσα στους συμπολίτες μου ότι δεν έκανα καμία παράνομη ενέργεια. Και εξέθεσα τα πραγματικά περιστατικά γύρω από την υπόθεση της σύνταξης του αποβιώσαντος πατρός μου Ιωάννη Μορόπουλου, για την οποία άλλωστε είμαι σε διαδικασία άμεσης και έννομης διευθέτησης με το Δημόσιο.
Η λάσπη ωστόσο εναντίον μου συνεχίζεται. Δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να χρησιμοποιήσει αυτή την υπόθεση για να βλάψει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην πορεία του προς τις εθνικές εκλογές. Για αυτό ενημέρωσα τη Νέα Δημοκρατία ότι αποσύρω την υποψηφιότητά μου. Δεν δέχομαι καμία σκιά στη διαδρομή μου, ούτε δέχομαι να γίνω αφορμή αποπροσανατολισμού της πολιτικής ζωής από τα πραγματικά προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας, αλλά και υποβάθμισής της με πόλεμο λάσπης σε όποιον δεν μπορούν να μειώσουν αλλιώς. Η προσπάθεια σπίλωσης τόσο του ονόματος της οικογένειάς μου, όσο και του έργου μου, αποτελεί αήθη τακτική εκ μέρους αυτών που ενορχήστρωσαν την εναντίον μου επίθεση.
Θα εξακολουθήσω να προσφέρω όλες μου τις δυνάμεις στον κοινό αγώνα για ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα μας και την ιδιαίτερη πατρίδα μου, τα Δωδεκάνησα.
Ευχαριστώ όλους όσους πιστεύουν σε εμένα και υποστήριξαν μέχρι σήμερα την υποψηφιότητά μου».
Η ανάρτηση στο Facebook
Νωρίτερα, η κυρία Μοροπούλου, απαντώντας σε δημοσίευμα εφημερίδας το οποίο την έφερε να εισπράττει παράνομα τη σύνταξη του πατέρα της, εξήγησε μέσω Facebook ότι εισέπραττε νόμιμα τη σύνταξη του πατέρα της, από το έτος του θανάτου του το 1977. Ωστόσο, αν και η νομοθεσία άλλαξε ξαφνικά το 2010, «ουδέποτε μέχρι το 2017 ο ασφαλιστικός μου φορέας δεν με είχε ενημερώσει για αυτό».
Αναλυτικά, η απάντηση της κυρίας Μοροπούλου:
«Για το θέμα της συντάξεως του αποβιώσαντος το έτος 1977 πατρός μου Ιωάννη Μορόπουλου, δηλώνω ότι δεν έχω κάνει καμία παράνομη ενέργεια.
Προς ενημέρωση όλων για την υπόθεση αυτή έχουν συμβεί τα κάτωθι:
Εισέπραττα δυνάμει συγκεκριμένης νομοθεσίας την σύνταξη του πάτερα μου. Η νομοθεσία αίφνης άλλαξε το 2010. Ωστόσο ουδέποτε μέχρι το 2017 ο ασφαλιστικός μου φορέας δεν με είχε ενημερώσει για αυτό. Με την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του διοικούμενου, ουδέποτε αμφισβήτησα το ποσό της συντάξεως που μου πιστωνόταν , θεωρώντας ότι αφού το καταβάλει ο ασφαλιστικός φορέας, αυτονοήτως είναι και νόμιμη η καταβολή. Το έτος 2017 οπότε και το διερεύνησα διαπίστωσα ότι έκτοτε τις συγκεκριμένες συντάξεις δικαιούνται όσες πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια τα οποία εγώ δεν πληρώ.
Παρ’ όλα αυτά αφής ενημερώθηκα για την οφειλή μου ουδέποτε αμφισβήτησα την υποχρέωση μου να επιστραφούν τα ποσά τα οποία όμως πραγματικά οφείλω. Ωστόσο το πραγματικό ποσό μονό μια δικαστική απόφαση μπορεί να διαγνώσει και στην όποια δικαστική απόφαση οφείλουν να συμμορφωθούν τόσο εγώ όσο και ο ασφαλιστικός μου φορέας. Για το λόγο αυτό όταν μου γνωστοποιήθηκε η οφειλή από των ασφαλιστικό μου φορέα προσέφυγα αμέσως στην Διοικητική Δικαιοσύνη η οποία επιλαμβάνεται στην δικάσιμο της 2-12-2019 οπότε και θα διαγνωστεί το ακριβές ποσό της οφειλής μου ώστε να το καταβάλλω άμεσα.
Οι 3 λόγοι τους οποίους επικαλούμαι και θα πρέπει η Διοικητική Δικαιοσύνη να διαγνώσει είναι οι ακόλουθοι:
Α. η βεβαίωση του οφειλομένου ποσού εξεδόθη την 23-01-2017 από το ΕΤΑΑ – Τομέα Μηχανικών και ΕΔΕ ήτοι από νπδδ το οποίο είχε ήδη καταργηθεί από 01-01-2017 και τις αρμοδιότητες του ασκεί έκτοτε ο Ε.Φ.Κ.Α. Άρα ακόμα και αν δεν αμφισβητούσα το ύψος του οφειλομένου ποσού και το κατέβαλλα, θα το κατέβαλλα σε ανύπαρκτο νπδδ. Με την προσφυγή μου επιδιώκω την διόρθωση της βεβαίωσης προκειμένου να καταβάλλω το οφειλόμενο ποσό στο νπδδ που είναι ο πραγματικός δικαιούχος δηλαδή ο Ε.Φ.Κ.Α.
Β. Από το φερόμενο ως οφειλόμενο ποσό των 71.051,43 έχω ήδη καταβάλλει το ποσό των 20.604,91 υπό την μορφή φόρου εισοδήματος που επεβλήθη επί των υπό συζήτηση συντάξεων επομένως το ποσό το οποίο πραγματικά οφείλω είναι σημαντικά χαμηλότερο από αυτό το οποίο μη νόμιμα βεβαιώθηκε από τον ασφαλιστικό μου φορέα.
Γ. Επί του ποσού που βεβαιώθηκε έχουν επιβληθεί τόκοι και προσαυξήσεις οι οποίο όμως θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν σε χαμηλότερο ποσό δεδομένου ότι ήδη έχουν καταβληθεί 20.604,91 και επομένως για το αυτό ποσό δεν οφείλονται ούτε τόκοι ούτε προσαυξήσεις που ήδη έχουν ενσωματωθεί στο ποσό των 71.051,43.
Με την συνδρομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης, θα προσδιοριστεί αυτό το οποίο αποτελεί την νόμιμη οφειλή μου ώστε να προχωρήσω στην καταβολή του.
ΥΓ. Κοινοποιώ το παρόν στην εφημερίδα Documento προκειμένου να δημοσιευθεί η απάντησή μου.
Α. Μοροπούλου
protothema
Η αρχική δικαιολογία με την οποία απάντησε η κυρία Μοροπούλου υποστηρίζοντας ότι δεν ειδοποιήθηκε από τον ασφαλιστικό φορέα για την αλλαγή της νομοθεσίας δεν κρίθηκε επαρκής από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος διαμήνυσε στην υποψήφια του κόμματός του ότι δεν μπορεί να βρίσκεται στους συνδυασμούς του κόμματός του όσο υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα.
Οι πληροφορίες
Στην Πειραιώς υπήρχαν από καιρό πληροφορίες για το ζήτημα που είχε ανακύψει παλαιότερα για την είσπραξη από την καθηγήτρια ποσών που δεν δικαιούνταν, αλλά η εντύπωση με την οποία είχαν μείνει ήταν ότι το ζήτημα είχε διευθετηθεί και τα χρήματα είχαν επιστραφεί.
Γι΄ αυτό και η περίπτωσή της είχε θεωρηθεί διαφορετική από εκείνη της υποψήφιας ευρωβουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Μυρσίνης Λοΐζου, η οποία δεν είχε δηλώσει τον θάνατο της μητέρας και είχε καταδικαστεί από τη Δικαιοσύνη για την παράνομη είσπραξη της σύνταξης και μη επιστροφή των χρημάτων όταν αποκαλύφθηκε το θέμα.
Από την απάντηση, ωστόσο, που έδωσε η κ. Μορόπουλου μετά την πρόσφατη δημοσιοποίηση της υπόθεσης, οι επιτελείς της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαπίστωσαν ότι το ζήτημα δεν έχει κλείσει, αφού δεν επιστράφηκαν τα χρήματα, όπως είχαν πειστεί στην Πειραιώς ότι είχε συμβεί. Κατόπιν τούτου, μόλις ο κ. Μητσοτάκης ενημερώθηκε αναλυτικά για την υπόθεση, διαμήνυσε στην υποψήφια βουλευτή ότι πρέπει η ίδια να αναλάβει πρωτοβουλία για να κλείσει το πολιτικό θέμα που δημιουργήθκε, αποσύροντας την υποψηφιότητά της.
Σε αυτό το πλαίσιο η Τώνια Μωροπούλου, αργά το βράδυ της Κυριακής ανακοίνωσε την παραίτησή της.
Η επιστολή παραίτησης
Η επιστολή παραίτησής της έχει ως εξής:
«Η απόφασή μου να κατέβω ως υποψήφια στις εκλογές της 7ης Ιουλίου προήλθε από τη διάθεσή μου να προσφέρω με τις γνώσεις και την εμπειρία μου στον τόπο μου και ιδιαίτερα στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα.
Λόγω της προσωπικής διαδρομής μου -και όσων αυτή σηματοδοτεί- δέχομαι τις τελευταίες δύο ημέρες πόλεμο από την παράταξη που βρίσκεται στην εξουσία και όργανά της. Αμέσως και δημόσια δήλωσα στους συμπολίτες μου ότι δεν έκανα καμία παράνομη ενέργεια. Και εξέθεσα τα πραγματικά περιστατικά γύρω από την υπόθεση της σύνταξης του αποβιώσαντος πατρός μου Ιωάννη Μορόπουλου, για την οποία άλλωστε είμαι σε διαδικασία άμεσης και έννομης διευθέτησης με το Δημόσιο.
Η λάσπη ωστόσο εναντίον μου συνεχίζεται. Δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να χρησιμοποιήσει αυτή την υπόθεση για να βλάψει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην πορεία του προς τις εθνικές εκλογές. Για αυτό ενημέρωσα τη Νέα Δημοκρατία ότι αποσύρω την υποψηφιότητά μου. Δεν δέχομαι καμία σκιά στη διαδρομή μου, ούτε δέχομαι να γίνω αφορμή αποπροσανατολισμού της πολιτικής ζωής από τα πραγματικά προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας, αλλά και υποβάθμισής της με πόλεμο λάσπης σε όποιον δεν μπορούν να μειώσουν αλλιώς. Η προσπάθεια σπίλωσης τόσο του ονόματος της οικογένειάς μου, όσο και του έργου μου, αποτελεί αήθη τακτική εκ μέρους αυτών που ενορχήστρωσαν την εναντίον μου επίθεση.
Θα εξακολουθήσω να προσφέρω όλες μου τις δυνάμεις στον κοινό αγώνα για ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα μας και την ιδιαίτερη πατρίδα μου, τα Δωδεκάνησα.
Ευχαριστώ όλους όσους πιστεύουν σε εμένα και υποστήριξαν μέχρι σήμερα την υποψηφιότητά μου».
Η ανάρτηση στο Facebook
Νωρίτερα, η κυρία Μοροπούλου, απαντώντας σε δημοσίευμα εφημερίδας το οποίο την έφερε να εισπράττει παράνομα τη σύνταξη του πατέρα της, εξήγησε μέσω Facebook ότι εισέπραττε νόμιμα τη σύνταξη του πατέρα της, από το έτος του θανάτου του το 1977. Ωστόσο, αν και η νομοθεσία άλλαξε ξαφνικά το 2010, «ουδέποτε μέχρι το 2017 ο ασφαλιστικός μου φορέας δεν με είχε ενημερώσει για αυτό».
Αναλυτικά, η απάντηση της κυρίας Μοροπούλου:
«Για το θέμα της συντάξεως του αποβιώσαντος το έτος 1977 πατρός μου Ιωάννη Μορόπουλου, δηλώνω ότι δεν έχω κάνει καμία παράνομη ενέργεια.
Προς ενημέρωση όλων για την υπόθεση αυτή έχουν συμβεί τα κάτωθι:
Εισέπραττα δυνάμει συγκεκριμένης νομοθεσίας την σύνταξη του πάτερα μου. Η νομοθεσία αίφνης άλλαξε το 2010. Ωστόσο ουδέποτε μέχρι το 2017 ο ασφαλιστικός μου φορέας δεν με είχε ενημερώσει για αυτό. Με την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του διοικούμενου, ουδέποτε αμφισβήτησα το ποσό της συντάξεως που μου πιστωνόταν , θεωρώντας ότι αφού το καταβάλει ο ασφαλιστικός φορέας, αυτονοήτως είναι και νόμιμη η καταβολή. Το έτος 2017 οπότε και το διερεύνησα διαπίστωσα ότι έκτοτε τις συγκεκριμένες συντάξεις δικαιούνται όσες πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια τα οποία εγώ δεν πληρώ.
Παρ’ όλα αυτά αφής ενημερώθηκα για την οφειλή μου ουδέποτε αμφισβήτησα την υποχρέωση μου να επιστραφούν τα ποσά τα οποία όμως πραγματικά οφείλω. Ωστόσο το πραγματικό ποσό μονό μια δικαστική απόφαση μπορεί να διαγνώσει και στην όποια δικαστική απόφαση οφείλουν να συμμορφωθούν τόσο εγώ όσο και ο ασφαλιστικός μου φορέας. Για το λόγο αυτό όταν μου γνωστοποιήθηκε η οφειλή από των ασφαλιστικό μου φορέα προσέφυγα αμέσως στην Διοικητική Δικαιοσύνη η οποία επιλαμβάνεται στην δικάσιμο της 2-12-2019 οπότε και θα διαγνωστεί το ακριβές ποσό της οφειλής μου ώστε να το καταβάλλω άμεσα.
Οι 3 λόγοι τους οποίους επικαλούμαι και θα πρέπει η Διοικητική Δικαιοσύνη να διαγνώσει είναι οι ακόλουθοι:
Α. η βεβαίωση του οφειλομένου ποσού εξεδόθη την 23-01-2017 από το ΕΤΑΑ – Τομέα Μηχανικών και ΕΔΕ ήτοι από νπδδ το οποίο είχε ήδη καταργηθεί από 01-01-2017 και τις αρμοδιότητες του ασκεί έκτοτε ο Ε.Φ.Κ.Α. Άρα ακόμα και αν δεν αμφισβητούσα το ύψος του οφειλομένου ποσού και το κατέβαλλα, θα το κατέβαλλα σε ανύπαρκτο νπδδ. Με την προσφυγή μου επιδιώκω την διόρθωση της βεβαίωσης προκειμένου να καταβάλλω το οφειλόμενο ποσό στο νπδδ που είναι ο πραγματικός δικαιούχος δηλαδή ο Ε.Φ.Κ.Α.
Β. Από το φερόμενο ως οφειλόμενο ποσό των 71.051,43 έχω ήδη καταβάλλει το ποσό των 20.604,91 υπό την μορφή φόρου εισοδήματος που επεβλήθη επί των υπό συζήτηση συντάξεων επομένως το ποσό το οποίο πραγματικά οφείλω είναι σημαντικά χαμηλότερο από αυτό το οποίο μη νόμιμα βεβαιώθηκε από τον ασφαλιστικό μου φορέα.
Γ. Επί του ποσού που βεβαιώθηκε έχουν επιβληθεί τόκοι και προσαυξήσεις οι οποίο όμως θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν σε χαμηλότερο ποσό δεδομένου ότι ήδη έχουν καταβληθεί 20.604,91 και επομένως για το αυτό ποσό δεν οφείλονται ούτε τόκοι ούτε προσαυξήσεις που ήδη έχουν ενσωματωθεί στο ποσό των 71.051,43.
Με την συνδρομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης, θα προσδιοριστεί αυτό το οποίο αποτελεί την νόμιμη οφειλή μου ώστε να προχωρήσω στην καταβολή του.
ΥΓ. Κοινοποιώ το παρόν στην εφημερίδα Documento προκειμένου να δημοσιευθεί η απάντησή μου.
Α. Μοροπούλου
protothema
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου