Μετά τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, νέες αυστηρές συστάσεις προς την κυβέρνηση για την πορεία υλοποίησης των 16 προαπαιτούμενων που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με τους δανειστές της απευθύνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Με αφορμή την παρουσίαση της τριμηνιαίας μελέτης, το Γραφείο προειδοποιεί ότι είναι ανάγκη να κλείσει επιτυχώς η διαδικασία της 2ης αξιολόγησης, με την εκταμίευση από την πλευρά των Ευρωπαίων της δόσης από τα κέρδη από τη διακράτηση των κρατικών ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης. Σε διαφορετική περίπτωση, οι συνέπειες θα είναι μεγάλες για την ελληνική προσπάθεια.
Στην έκθεση του Γραφείου που δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα επισημαίνεται πως η επιτυχής ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων δράσεων, «είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ενδεχόμενη αρνητική απόφαση δεν θα στερήσει μόνο σημαντικά ποσά από το δημόσιο ταμείο, αλλά θα στείλει και ιδιαίτερα αρνητικό μήνυμα αναφορικά με την προσήλωση της χώρας στην υπεύθυνη οικονομική πολιτική. Πλέον αυτού, κάποιες από τις ενέργειες που εκκρεμούν αποτελούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν τη λειτουργία του ελληνικού κράτους, (όπως οι επιλογές των γενικών/ειδικών γραμματέων ή η στελέχωση της ΑΑΔΕ)».
Παρόμοια προειδοποίηση απηύθυναν προς την Ελλάδα και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι οποίοι υπό το καθεστώς της ανωνυμίας μίλησαν τη Δευτέρα στο Reuters.
Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής τονίζεται η ανάγκη ουσιαστικής και λειτουργικής λύσης στο θέμα του ν. Κατσέλη και της μείωσης των κόκκινων δανείων, «με ενιαίους κανόνες και κριτήρια που δεν στρεβλώνουν τα κίνητρα και δεν προκαλούν δημοσιονομικούς κινδύνους».
Από εκεί και πέρα η έκθεση υπολογίζει πως ο προϋπολογισμός του 2018 έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο κατά 700 εκατ. ευρώ από αυτό του 2017, διατηρώντας ωστόσο επιφύλαξη για τα τελικά στοιχεία που θα ανακοινωθούν από το Υπουργείο Οικονομικών. Παράλληλα κάνει λόγο επίσης για δυσμενείς εξελίξεις στο πεδίο του εξωτερικού ισοζυγίου της χώρας, με το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να αυξάνεται κατά 2 δισ. ευρώ το 2018, καθώς και στο πεδίο του πληθωρισμού, με τον δομικό πληθωρισμό να κλείνει το 2018 στο 0,5%.
Το Γραφείο παρουσίασε στοιχεία τα οποία δείχνουν ότι το 2018 αυξήθηκε ο αριθμός των εργαζομένων που αμείβονται με το κατώτατο μισθό (άνοδος κατά 1% ή 40.000 επιπλέον εργαζόμενοι). Ωστόσο ήταν καθησυχαστικό αναφορικά με τις επιπτώσεις της αύξησης του στην ανταγωνιστικότητα των εξαγωγικών επιχειρήσεων.
Οι πέντε κίνδυνοι που απειλούν την ελληνική οικονομία
Συνολικά το Γραφείο προειδοποιεί για πέντε βασικούς κινδύνους: α) ένα «ατύχημα» στην 2η αξιολόγηση, β) το ενδεχόμενο να υπάρξουν αναδρομικά λόγω των εν εξελίξει δικαστικών αποφάσεων, τα οποία θα επιβαρύνουν δημοσιονομικά το έτος κατά το οποίο θα υπάρξει αναγνώριση της υποχρέωσης του Δημοσίου, γ) μια πιθανή παλινδρόμηση λόγω της μη πλήρους εφαρμογής του νέου Θεσμικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Διαχείρισης, δ) τον κίνδυνο γύρω από την απομείωση των κόκκινων δανείων και ε) την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Όπως μάλιστα αναφέρει σχετικά με το τελευταίο, «η σημαντικότερη πηγή ανησυχίας είναι η επιβράδυνση της Ευρωζώνης που ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τη χώρα μας μέσω της μείωσης των εξαγωγών».
Αναφορικά με τα κόκκινα δάνεια, το Γραφείο Προϋπολογισμού αναφέρει πως το απόθεμα τους συνεχίζει μεν να μειώνεται σε απόλυτα μεγέθη, ωστόσο ο λόγος τους ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει στο 48%, ποσοστό αρκετά υψηλό.
«Η μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πρέπει να επιταχυνθεί προκειμένου να ενισχυθεί η πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών και να επιταχυνθεί η ανάκαμψη της οικονομίας», αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει πως «η αποτελεσματική αντιμετώπιση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων θα βοηθούσε στη μείωση του κινδύνου που μεταδίδουν στην πραγματική οικονομία προκαλώντας θετικές επιπτώσεις στην οικονομική μεγέθυνση αλλά και περαιτέρω αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού. Οι συζητήσεις που γίνονται αυτό το διάστημα για τις ρυθμίσεις των οφειλών προς το δημόσιο, τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών θα πρέπει να καταλήξουν σε ουσιαστικές και λειτουργικές λύσεις με ενιαίους κανόνες και κριτήρια που δεν στρεβλώνουν τα κίνητρα και δεν προκαλούν δημοσιονομικούς κινδύνους».
Για το ζήτημα των αναδρομικών, το Γραφείο Προϋπολογισμού επισημαίνει πως «εξακολουθούμε να θεωρούμε σημαντικό δημοσιονομικό κίνδυνο την κλιμάκωση των δικαστικών διεκδικήσεων αναδρομικών που αφορούν μισθολογικές και συνταξιοδοτικές παροχές. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι το τρέχον έτος θα πραγματοποιηθούν πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις, η όξυνση του πολιτικού ανταγωνισμού ενδέχεται να προκαλέσει πλειοδοσία εξαγγελιών με σημαντικό κόστος που μπορεί να διαταράξει τη δημοσιονομική ισορροπία».
Το Γραφείο καταγράφει πως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου έχουν μειωθεί σημαντικά σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αλλά οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογούμενων και ασφαλισμένων έχουν αυξηθεί, αν και με φθίνοντα ρυθμό.
Το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο στο τέλος του τέταρτου τριμήνου του 2018 διαμορφώθηκε στα 104,36 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 4,44 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2017 και κατά 1,27 δισ. ευρώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2018. Αυτή η αύξηση οφείλεται σύμφωνα με την έκθεση «στο γεγονός ότι στη διάρκεια του τέταρτου τριμήνου οι εκροές από το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο, δηλαδή οι εισπράξεις και διαγραφές ληξιπρόθεσμων οφειλών (1,84 δις ευρώ), ήταν λιγότερες από τις εισροές, δηλαδή τη δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών (3,11 δισ. ευρώ)».
Η πορεία του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2018 σε μηνιαία βάση δείχνει ότι τον Οκτώβριο (στοιχεία κατά την 1/11/2018) αυξήθηκε κατά 275,96 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. «Το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης προέρχεται από τον ΦΠΑ, λόγω των περιοδικών δηλώσεων τρίτου τριμήνου και τους φόρους στην περιουσία, λόγω της λήξης της δεύτερης δόσης του ΕΝΦΙΑ. Η αύξηση συνεχίστηκε και τον Νοέμβριο (στοιχεία κατά την 1/12/2018) και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό (715,31 εκατ. ευρώ), καθώς εκτός από τις κατηγορίες του ΦΠΑ και των φόρων στην περιουσία σημαντική επιβάρυνση προήλθε από τη λήξη της τελευταίας δόσης του φόρου εισοδήματος.
Τον Δεκέμβριο παρατηρήθηκε νέα αύξηση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά 281,91 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα που σχετίζεται κυρίως με την λήξη της προτελευταίας δόσης του ΕΝΦΙΑ. Από τα ανωτέρω είναι σαφές ότι η αυξητική πορεία του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά το τέταρτο τρίμηνο δικαιολογείται στο πλαίσιο της εποχικής διακύμανσης» αναφέρεται.
mononews
Με αφορμή την παρουσίαση της τριμηνιαίας μελέτης, το Γραφείο προειδοποιεί ότι είναι ανάγκη να κλείσει επιτυχώς η διαδικασία της 2ης αξιολόγησης, με την εκταμίευση από την πλευρά των Ευρωπαίων της δόσης από τα κέρδη από τη διακράτηση των κρατικών ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης. Σε διαφορετική περίπτωση, οι συνέπειες θα είναι μεγάλες για την ελληνική προσπάθεια.
Στην έκθεση του Γραφείου που δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα επισημαίνεται πως η επιτυχής ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων δράσεων, «είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ενδεχόμενη αρνητική απόφαση δεν θα στερήσει μόνο σημαντικά ποσά από το δημόσιο ταμείο, αλλά θα στείλει και ιδιαίτερα αρνητικό μήνυμα αναφορικά με την προσήλωση της χώρας στην υπεύθυνη οικονομική πολιτική. Πλέον αυτού, κάποιες από τις ενέργειες που εκκρεμούν αποτελούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν τη λειτουργία του ελληνικού κράτους, (όπως οι επιλογές των γενικών/ειδικών γραμματέων ή η στελέχωση της ΑΑΔΕ)».
Παρόμοια προειδοποίηση απηύθυναν προς την Ελλάδα και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι οποίοι υπό το καθεστώς της ανωνυμίας μίλησαν τη Δευτέρα στο Reuters.
Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής τονίζεται η ανάγκη ουσιαστικής και λειτουργικής λύσης στο θέμα του ν. Κατσέλη και της μείωσης των κόκκινων δανείων, «με ενιαίους κανόνες και κριτήρια που δεν στρεβλώνουν τα κίνητρα και δεν προκαλούν δημοσιονομικούς κινδύνους».
Από εκεί και πέρα η έκθεση υπολογίζει πως ο προϋπολογισμός του 2018 έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο κατά 700 εκατ. ευρώ από αυτό του 2017, διατηρώντας ωστόσο επιφύλαξη για τα τελικά στοιχεία που θα ανακοινωθούν από το Υπουργείο Οικονομικών. Παράλληλα κάνει λόγο επίσης για δυσμενείς εξελίξεις στο πεδίο του εξωτερικού ισοζυγίου της χώρας, με το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να αυξάνεται κατά 2 δισ. ευρώ το 2018, καθώς και στο πεδίο του πληθωρισμού, με τον δομικό πληθωρισμό να κλείνει το 2018 στο 0,5%.
Το Γραφείο παρουσίασε στοιχεία τα οποία δείχνουν ότι το 2018 αυξήθηκε ο αριθμός των εργαζομένων που αμείβονται με το κατώτατο μισθό (άνοδος κατά 1% ή 40.000 επιπλέον εργαζόμενοι). Ωστόσο ήταν καθησυχαστικό αναφορικά με τις επιπτώσεις της αύξησης του στην ανταγωνιστικότητα των εξαγωγικών επιχειρήσεων.
Οι πέντε κίνδυνοι που απειλούν την ελληνική οικονομία
Συνολικά το Γραφείο προειδοποιεί για πέντε βασικούς κινδύνους: α) ένα «ατύχημα» στην 2η αξιολόγηση, β) το ενδεχόμενο να υπάρξουν αναδρομικά λόγω των εν εξελίξει δικαστικών αποφάσεων, τα οποία θα επιβαρύνουν δημοσιονομικά το έτος κατά το οποίο θα υπάρξει αναγνώριση της υποχρέωσης του Δημοσίου, γ) μια πιθανή παλινδρόμηση λόγω της μη πλήρους εφαρμογής του νέου Θεσμικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Διαχείρισης, δ) τον κίνδυνο γύρω από την απομείωση των κόκκινων δανείων και ε) την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Όπως μάλιστα αναφέρει σχετικά με το τελευταίο, «η σημαντικότερη πηγή ανησυχίας είναι η επιβράδυνση της Ευρωζώνης που ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τη χώρα μας μέσω της μείωσης των εξαγωγών».
Αναφορικά με τα κόκκινα δάνεια, το Γραφείο Προϋπολογισμού αναφέρει πως το απόθεμα τους συνεχίζει μεν να μειώνεται σε απόλυτα μεγέθη, ωστόσο ο λόγος τους ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει στο 48%, ποσοστό αρκετά υψηλό.
«Η μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πρέπει να επιταχυνθεί προκειμένου να ενισχυθεί η πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών και να επιταχυνθεί η ανάκαμψη της οικονομίας», αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει πως «η αποτελεσματική αντιμετώπιση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων θα βοηθούσε στη μείωση του κινδύνου που μεταδίδουν στην πραγματική οικονομία προκαλώντας θετικές επιπτώσεις στην οικονομική μεγέθυνση αλλά και περαιτέρω αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού. Οι συζητήσεις που γίνονται αυτό το διάστημα για τις ρυθμίσεις των οφειλών προς το δημόσιο, τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών θα πρέπει να καταλήξουν σε ουσιαστικές και λειτουργικές λύσεις με ενιαίους κανόνες και κριτήρια που δεν στρεβλώνουν τα κίνητρα και δεν προκαλούν δημοσιονομικούς κινδύνους».
Για το ζήτημα των αναδρομικών, το Γραφείο Προϋπολογισμού επισημαίνει πως «εξακολουθούμε να θεωρούμε σημαντικό δημοσιονομικό κίνδυνο την κλιμάκωση των δικαστικών διεκδικήσεων αναδρομικών που αφορούν μισθολογικές και συνταξιοδοτικές παροχές. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι το τρέχον έτος θα πραγματοποιηθούν πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις, η όξυνση του πολιτικού ανταγωνισμού ενδέχεται να προκαλέσει πλειοδοσία εξαγγελιών με σημαντικό κόστος που μπορεί να διαταράξει τη δημοσιονομική ισορροπία».
Το Γραφείο καταγράφει πως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου έχουν μειωθεί σημαντικά σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αλλά οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογούμενων και ασφαλισμένων έχουν αυξηθεί, αν και με φθίνοντα ρυθμό.
Το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο στο τέλος του τέταρτου τριμήνου του 2018 διαμορφώθηκε στα 104,36 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 4,44 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2017 και κατά 1,27 δισ. ευρώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2018. Αυτή η αύξηση οφείλεται σύμφωνα με την έκθεση «στο γεγονός ότι στη διάρκεια του τέταρτου τριμήνου οι εκροές από το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο, δηλαδή οι εισπράξεις και διαγραφές ληξιπρόθεσμων οφειλών (1,84 δις ευρώ), ήταν λιγότερες από τις εισροές, δηλαδή τη δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών (3,11 δισ. ευρώ)».
Η πορεία του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2018 σε μηνιαία βάση δείχνει ότι τον Οκτώβριο (στοιχεία κατά την 1/11/2018) αυξήθηκε κατά 275,96 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. «Το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης προέρχεται από τον ΦΠΑ, λόγω των περιοδικών δηλώσεων τρίτου τριμήνου και τους φόρους στην περιουσία, λόγω της λήξης της δεύτερης δόσης του ΕΝΦΙΑ. Η αύξηση συνεχίστηκε και τον Νοέμβριο (στοιχεία κατά την 1/12/2018) και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό (715,31 εκατ. ευρώ), καθώς εκτός από τις κατηγορίες του ΦΠΑ και των φόρων στην περιουσία σημαντική επιβάρυνση προήλθε από τη λήξη της τελευταίας δόσης του φόρου εισοδήματος.
Τον Δεκέμβριο παρατηρήθηκε νέα αύξηση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά 281,91 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα που σχετίζεται κυρίως με την λήξη της προτελευταίας δόσης του ΕΝΦΙΑ. Από τα ανωτέρω είναι σαφές ότι η αυξητική πορεία του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά το τέταρτο τρίμηνο δικαιολογείται στο πλαίσιο της εποχικής διακύμανσης» αναφέρεται.
mononews
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου