Το τέλος του προγράμματος αγοράς ομολόγων στο τέλος Δεκεμβρίου, ανακοίνωσε σήμερα και επισήμως η ΕΚΤ. Ενα πρόγραμμα ρευστότητας που θα ήταν σωτήριο για την Ελλάδα αν... το έβλεπε ποτέ.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε σήμερα να τερματίσει επίσημα το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 2,6 τρισεκ. ευρώ στο τέλος του χρόνου. Αλλά ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει να επανενενδύει τα κεφάλαια από ομόλογα που ωριμάζουν για μεγάλο διάστημα μετά την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει τίτλους τον Μάρτιο του 2015 στο πλαίσιο των μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής της, με στόχο το πρόγραμμα να φτάσει το 1 τρισ. ευρώ.
Τελικά, κατέληξε να διαρκεί σχεδόν τέσσερα χρόνια από το 2015-2018 φτάνοντας τα 2,6 τρισ. ευρώ, κυρίως για την αγορά κρατικών ομολόγων, μια κίνηση χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της. Μεταξύ άλλων έχει αγοράσει ιταλικά ομόλογα συνολικής αξίας 363 δισ. ευρώ, ομόλογα Πορτογαλίας ύψους 36 δισ. ευρώ, 72,9 δισ. Βελγίου κ.α.
Ωστόσο, από τη λίστα των αγορών της ΕΚΤ λείπει η χώρα που ίσως είχε την μεγαλύτερη ανάγκη του ευρωπαϊκού υπερ-όπλου ρευστότητας: Η Ελλάδα.
Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ θα ενίσχυε αποφασιστικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών για τη χώρα, τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Χάθηκε όμως πολύτιμος χρόνος με τις διχαστικές λογικές το 2014, το 2015 και το 2016 με τις «αυταπάτες», το 2017, με τις ατελείωτες διαπραγματεύσεις για τις αξιολογήσεις, ενώ το 2018 ήταν η «καθαρή έξοδος» που ενταφίασε και την τελευταία ελπίδα για την ένταξη – έστω και συμβολικά – της Ελλάδας στο πρόγραμμα.
Κάπως έτσι η Ελλάδα αποχαιρέτησε σήμερα το QE που δεν είδε ποτέ. Η λήξη του προγράμματος εξανέμισε και τις τελευταίες ελπίδες μας.
Τα πράγματα καθίστανται ακόμη πιο απογοητευτικά, καθώς ενώ η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να επενδύσει σε ελληνικούς τίτλους, πριν υπάρξει αξιόπιστη συμφωνία για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Εξάλλου, η Ελλάδα έχει υπαχθεί σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας από τις 20 Αυγούστου, οπότε και τελείωσε το τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Ο Μάριο Ντράγκι έχει διασαφηνίσει πως δεν εγγυάται τη συνέχιση του waiver, παρά μόνο εάν η αξιολόγηση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι θετική. Και αυτό θα γίνει εν καιρώ.
iefimerida
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε σήμερα να τερματίσει επίσημα το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 2,6 τρισεκ. ευρώ στο τέλος του χρόνου. Αλλά ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει να επανενενδύει τα κεφάλαια από ομόλογα που ωριμάζουν για μεγάλο διάστημα μετά την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει τίτλους τον Μάρτιο του 2015 στο πλαίσιο των μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής της, με στόχο το πρόγραμμα να φτάσει το 1 τρισ. ευρώ.
Τελικά, κατέληξε να διαρκεί σχεδόν τέσσερα χρόνια από το 2015-2018 φτάνοντας τα 2,6 τρισ. ευρώ, κυρίως για την αγορά κρατικών ομολόγων, μια κίνηση χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της. Μεταξύ άλλων έχει αγοράσει ιταλικά ομόλογα συνολικής αξίας 363 δισ. ευρώ, ομόλογα Πορτογαλίας ύψους 36 δισ. ευρώ, 72,9 δισ. Βελγίου κ.α.
Ωστόσο, από τη λίστα των αγορών της ΕΚΤ λείπει η χώρα που ίσως είχε την μεγαλύτερη ανάγκη του ευρωπαϊκού υπερ-όπλου ρευστότητας: Η Ελλάδα.
Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ θα ενίσχυε αποφασιστικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών για τη χώρα, τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Χάθηκε όμως πολύτιμος χρόνος με τις διχαστικές λογικές το 2014, το 2015 και το 2016 με τις «αυταπάτες», το 2017, με τις ατελείωτες διαπραγματεύσεις για τις αξιολογήσεις, ενώ το 2018 ήταν η «καθαρή έξοδος» που ενταφίασε και την τελευταία ελπίδα για την ένταξη – έστω και συμβολικά – της Ελλάδας στο πρόγραμμα.
Κάπως έτσι η Ελλάδα αποχαιρέτησε σήμερα το QE που δεν είδε ποτέ. Η λήξη του προγράμματος εξανέμισε και τις τελευταίες ελπίδες μας.
Τα πράγματα καθίστανται ακόμη πιο απογοητευτικά, καθώς ενώ η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να επενδύσει σε ελληνικούς τίτλους, πριν υπάρξει αξιόπιστη συμφωνία για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Εξάλλου, η Ελλάδα έχει υπαχθεί σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας από τις 20 Αυγούστου, οπότε και τελείωσε το τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Ο Μάριο Ντράγκι έχει διασαφηνίσει πως δεν εγγυάται τη συνέχιση του waiver, παρά μόνο εάν η αξιολόγηση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι θετική. Και αυτό θα γίνει εν καιρώ.
iefimerida
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου