Για τριμηνιαία επιτήρηση της Ελλάδας μετά το τέλος του προγράμματος έκανε λόγο Ευρωπαίος αξιωματούχος, με συμμετοχή και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ονομάζοντας την «ενισχυμένη εποπτεία» (Enhanced Surveillance). Επίσης περιέγραψε ένα πλαίσιο συμφωνίας, το οποίο θα περιλαμβάνει και ελάφρυνση χρέους αλλά και δεσμεύσεις βάσει των οποίων θα συνεχίσει να εφαρμόζει τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις στο μέλλον η Ελλάδα κάνονταςσαφές ότι οι αγορές θα εξετάζουν προσεκτικά τις ελληνικές επιδόσεις την επόμενη δεκαετία.
Μάλιστα, οι Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι η πραγματική «επιτυχία» ή «αποτυχία» της εξόδου θα καθοριστεί από τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν στη χώρα τα επόμενα δύο χρόνια.
Εκτίμησε επίσης ότι το «μαξιλάρι» διαθεσίμων του ελληνικού Δημοσίου, το οποίο θα συγκεντρωθεί τόσο από την ελληνική συνεισφορά όσο και από δόσεις του ESM θα φτάσει στα 20 δισ. ευρώ και θα επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της χώρας έως και το τέλος του 2019.
Ο ίδιος αξιωματούχος ανέφερε πως οι μεσοπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου είναι διαχειρίσιμες, ακόμη και χωρίς νέα μέτρα για το χρέος.
Όπως ανέφερε τα επόμενα χρόνια οι ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους θα είναι διαχειρίσιμες και θα φτάνουν έως το 7 έως 8% του ΑΕΠ. Θα είναι λίγο υψηλότερες, έως το 10% του ΑΕΠ, έως το 2030, δηλαδή σχετικά διαχειρίσιμες, όπως είπε, ακόμη και χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους.
Όσον αφορά στις αιρεσιμότητες που θα τεθούν σε εφαρμογή μετά το μνημόνιο, ανέφερε ότι θα συνδέονται με τα SMPs & ANFAs (αδιάθετα κέρδη ομολόγων που διακρατούν κεντρικές τράπεζες). Τα εκτίμησε συνολικά σε 4 δισ. ευρώ ή στο 2% του ΑΕΠ και είπε ότι θα αποδίδονται ετησίως με ρυθμό 1 δισ. ανά έτος την περίοδο 2019-2022.
Μίλησε επίσης για παρεμβάσεις στο χρέος που θα γίνουν μακροπρόθεσμα και αναφέρθηκε σε πολιτική δέσμευση για περαιτέρω παρεμβάσεις στο δάνειο του EFSF (δεύτερο δάνειο), αν αυτό καταστεί αναγκαίο.
Απαριθμώντας τους κινδύνους αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις μίλησε για:
-την ιδιοκτησία του προγράμματος
-τους κινδύνους αναφορικά με την εφαρμογή λόγω αδυναμίας της δημόσιας διοίκησης
-δυνατότητα αντιμετώπισης των κατεστημένων συμφερόντων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Επισήμανε ακόμη ότι σήμερα πολύ μεγάλο μέρος του χρέους έχει πάρα πολύ χαμηλό επιτόκιο εξυπηρέτησης.
Αναφορικά με το τι πρέπει να γίνει, είπε ότι η Ελλάδα πρέπει να επιβραβευτεί για τις προσπάθειες που έκανε, αλλά εκεί πρέπει το Eurogroup να εξασφαλίσει ότι δεν θα ανατραπούν και πάλι οι μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει και ότι δεν θα χρειαστεί και πάλι χρήματα η χώρα στο μέλλον αν της δοθεί ελάφρυνση χρέους.
mononews
Μάλιστα, οι Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι η πραγματική «επιτυχία» ή «αποτυχία» της εξόδου θα καθοριστεί από τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν στη χώρα τα επόμενα δύο χρόνια.
Εκτίμησε επίσης ότι το «μαξιλάρι» διαθεσίμων του ελληνικού Δημοσίου, το οποίο θα συγκεντρωθεί τόσο από την ελληνική συνεισφορά όσο και από δόσεις του ESM θα φτάσει στα 20 δισ. ευρώ και θα επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της χώρας έως και το τέλος του 2019.
Ο ίδιος αξιωματούχος ανέφερε πως οι μεσοπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου είναι διαχειρίσιμες, ακόμη και χωρίς νέα μέτρα για το χρέος.
Όπως ανέφερε τα επόμενα χρόνια οι ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους θα είναι διαχειρίσιμες και θα φτάνουν έως το 7 έως 8% του ΑΕΠ. Θα είναι λίγο υψηλότερες, έως το 10% του ΑΕΠ, έως το 2030, δηλαδή σχετικά διαχειρίσιμες, όπως είπε, ακόμη και χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους.
Όσον αφορά στις αιρεσιμότητες που θα τεθούν σε εφαρμογή μετά το μνημόνιο, ανέφερε ότι θα συνδέονται με τα SMPs & ANFAs (αδιάθετα κέρδη ομολόγων που διακρατούν κεντρικές τράπεζες). Τα εκτίμησε συνολικά σε 4 δισ. ευρώ ή στο 2% του ΑΕΠ και είπε ότι θα αποδίδονται ετησίως με ρυθμό 1 δισ. ανά έτος την περίοδο 2019-2022.
Μίλησε επίσης για παρεμβάσεις στο χρέος που θα γίνουν μακροπρόθεσμα και αναφέρθηκε σε πολιτική δέσμευση για περαιτέρω παρεμβάσεις στο δάνειο του EFSF (δεύτερο δάνειο), αν αυτό καταστεί αναγκαίο.
Απαριθμώντας τους κινδύνους αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις μίλησε για:
-την ιδιοκτησία του προγράμματος
-τους κινδύνους αναφορικά με την εφαρμογή λόγω αδυναμίας της δημόσιας διοίκησης
-δυνατότητα αντιμετώπισης των κατεστημένων συμφερόντων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Επισήμανε ακόμη ότι σήμερα πολύ μεγάλο μέρος του χρέους έχει πάρα πολύ χαμηλό επιτόκιο εξυπηρέτησης.
Αναφορικά με το τι πρέπει να γίνει, είπε ότι η Ελλάδα πρέπει να επιβραβευτεί για τις προσπάθειες που έκανε, αλλά εκεί πρέπει το Eurogroup να εξασφαλίσει ότι δεν θα ανατραπούν και πάλι οι μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει και ότι δεν θα χρειαστεί και πάλι χρήματα η χώρα στο μέλλον αν της δοθεί ελάφρυνση χρέους.
mononews
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου