Σε πλήρη εφαρμογή τίθεται το 2017 η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, μέσω της οποίας οι νέες συντάξεις για όλους τους μισθωτούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που θα καταθέσουν αίτηση συνταξιοδότησης εντός του νέου έτους εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένες έως και κατά 30%. Ανατροπές, παράλληλα, «κρύβει» ο νόμος Κατρούγκαλου και στο πεδίο των εισφορών.
Στο επίπεδο των συντάξεων, όσοι μισθωτοί αποφασίσουν να συνταξιοδοτηθούν εντός του 2017 θα υποστούν μειώσεις από 10% έως 30% σε σχέση με τη σύνταξη που θα δικαιούνταν εάν αποχωρούσαν από την εργασία τους ένα χρόνο πριν, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι το νέο... ρετιρέ των συντάξεων χτίζεται κάπου κοντά στα 1.000 ευρώ.
Ο νόμος Κατρούγκαλου ορίζει ρητά ότι όσοι αποχωρήσουν από δημόσιο και ιδιωτικό τομέα θα λάβουν ως κύρια σύνταξη το άθροισμα δύο ποσών. Της Εθνικής Σύνταξης που ορίστηκε στα 384 ευρώ για 20ετή ασφάλιση και πάνω (μειώνεται κατά 2% για κάθε έτος που υπολείπεται μέχρι την 15ετία) και της ανταποδοτικής σύνταξης που υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των αποδοχών από το 2002 και μετά και νέους χαμηλότερους συντελεστές αναπλήρωσης.
Η πολυαναμενόμενη εγκύκλιος που θα οριστικοποιεί τις λεπτομέρειες του νέου τρόπου υπολογισμού των κύριων συντάξεων δεν έχει εκδοθεί ακόμη, καθώς δεν έχει οριστεί ο συντελεστής της ετήσιας μεταβολής μισθών από το 2002 μέχρι σήμερα. Οι ειδικοί πάντως εκτιμούν ότι ο νέος τύπος που θα ισχύσει οδηγεί μεγάλες κατηγορίες νέων συνταξιούχων σε απώλειες που κυμαίνονται μεταξύ 10% έως 30%.
Και σημειώνουν πως τις μεγαλύτερες απώλειες θα καταγράψουν δημόσιοι υπάλληλοι και εργαζόμενοι σε ΔΕΚΟ - Τράπεζες που φεύγουν με περισσότερα από 25 χρόνια ασφάλισης (απώλειες 10%-30%), υψηλόμισθοι του ΙΚΑ που φεύγουν με πολλά έτη ασφάλισης (απώλειες 5%-30%) και ελευθεροεπαγγελματίες (ΟΑΕΕ) με εισφορές σε υψηλές κατηγορίες που φεύγουν με 35ετία και άνω (απώλειες 5%-20%).
Στον αντίποδα, θα ευνοηθούν όσοι θα αποχωρήσουν με χαμηλές συντάξιμες αποδοχές (700-1.000 ευρώ) και πολλά έτη ασφάλισης (35ετία και άνω) καθώς και όσοι θα αποχωρήσουν με 20-25 έτη ασφάλισης, με χαμηλές συντάξιμες αποδοχές και μετά τα 67.
Οι εισφορές
Το νομοσχέδιο που συζητείται από σήμερα στη Βουλή, προβλέπει ότι όσοι έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές (πάνω από τον γενικό κανόνα του 20%, π.χ.) και ταυτόχρονα έχουν εξαιρεθεί από τον μηχανισμό του 2015 αύξησης των ορίων ηλικίας - δηλαδή οι υπαγόμενοι σε βαρέα και ανθυγιεινά, οι μητέρες και χήροι πατέρες ανίκανων τέκνων, οι ασφαλισμένοι σε ειδικές κατηγορίες λόγω χρόνιων ή ειδικών παθήσεων κ.α. - χάνουν την προσαύξηση της σύνταξης που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου (ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς).
Επίσης, προβλέπεται ότι για τον επανυπολογισμό των καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων θα ληφθεί υπόψη και η διάταξη για προσαύξηση της σύνταξης (ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς) όσων έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές (ΔΕΚΟ, Τράπεζες, μονοσυνταξιούχοι ΤΣΑΥ, ειδικός λογαριασμός ΤΣΜΕΔΕ κ.α).
Οι αλλαγές
Στο πεδίο των εισφορών, μεγάλοι χαμένοι αναδεικνύονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς από 1/1/2017 που ενεργοποιείται ο νόμος Κατρούγκαλου, οι κρατήσεις για την κύρια σύνταξη θα γίνονται πλέον επί του συνόλου των αποδοχών που λαμβάνει ο υπάλληλος και όχι επί των αποδοχών του Οκτωβρίου 2011 όπως συμβαίνει μέχρι την 31/12/2016.
Αναλυτικά, με την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της σύνταξης και την εφαρμογή ενιαίων κανόνων για όλους τους μισθωτούς, σύμφωνα με την τελευταία ασφαλιστική μεταρρύθμιση, η κράτηση για την κύρια σύνταξη που για τον εργαζόμενο αντιστοιχεί σε 6,67% (από συνολικά 20% για εργοδότη και εργαζόμενο) επιβάλλεται πλέον στο σύνολο των αποδοχών όπως αυτές ορίστηκαν από το νέο μισθολόγιο του ν. 4354/2016.
Κατά συνέπεια προκύπτουν διαφορές στην καταβολή των εισφορών και στις καθαρές αποδοχές. Μεγάλοι χαμένοι από τις αλλαγές είναι οι υπάλληλοι κατηγοριών Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, ειδικά όσοι έχουν και αρκετά χρόνια υπηρεσίας. Σε αυτούς η καθαρή απώλεια ξεκινά από λίγα ευρώ και μπορεί να αγγίξει τα 30 ευρώ το μήνα.
Ωφελημένοι από τις νέες κρατήσεις εκτιμάται ότι θα είναι οι υπάλληλοι κατηγοριών Υποχρεωτικής και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης οι οποίοι ενδέχεται να δουν αύξηση στο καθαρό τους μισθό από 1 μέχρι και 20 ευρώ.
Σταδιακή μείωση των εισφορών για τους ασφαλισμένους στα Ειδικά Ταμεία έρχεται με το νέο σύστημα από 1/1/2017, ώστε να φτάσουν να πληρώνουν 20% για σύνταξη (13,33% εργοδότης και 6,67% εργαζόμενος) όπως όλοι οι υπόλοιποι μισθωτοί, έως το 2020. Ευνοημένοι θεωρούνται οι μισθωτοί των ΔΕΚΟ και των Τραπεζών που έχουν ενταχθεί στο ΙΚΑ και πλέον θα ανήκουν στον ΕΦΚΑ, που πληρώνουν εισφορές έως και 28% και εντός τετραετίας θα πρέπει να καταβάλλουν 20%.
Βάσει του νομοσχεδίου σκούπα που κατατέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή, οι δημοσιογράφοι – ασφαλισμένοι στο ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, θα πληρώνουν από 1η Ιανουαρίου 2017 εισφορές για κύρια ασφάλιση της τάξης των 6,6%. Οι εργοδότες, για τον Δεκέμβριο του 2016 θα καταβάλλουν εισφορά 7,5%, ενώ από 1/1/2017 οι εισφορές τους θα αυξηθούν περίπου κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες.
«Τα μπλοκάκια»
Δραματικές αλλαγές φέρνει το νέο έτος και στους μισθωτούς που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο φυσικά και νομικά πρόσωπα, καθώς και στους μισθωτούς που συνδέονται με εξαρτημένη σχέση εργασίας και ταυτόχρονα αυτοαπασχολούνται.
Οι απαιτούμενες υπουργικές αποφάσεις δεν έχουν ακόμη εκδοθεί και κανείς δεν γνωρίζει το ύψος της εισφοράς, το ποσό επί της οποίες θα επιβάλλεται αυτή αλλά και το πως θα καθορίζεται ο ασφαλιστικός χρόνος. Ο νόμος ορίζει ότι όσοι αμείβονται μόνο με δελτίο παροχής και απασχολούνται σε έως και δύο εργοδότες, ο νόμος ορίζει ότι θα ασφαλίζονται ως μισθωτοί, δηλαδή το 13,67% θα το πληρώνει ο εργοδότης.
Διπλή επιβάρυνση θα υποστούν από την 1/1/2017 και οι μισθωτοί που έχουν και “μπλοκάκι” αφενός διότι οι ατομικές τους εισφορές όπως και των ελευθέρων επαγγελματιών (επιτηδευματίες, έμποροι, βιοτέχνες) θα υπολογίζονται με το 26,95% του φορολογητέου εισοδήματός τους και αφετέρου διότι θα εξακολουθούν να πληρώνουν εισφορά και για σύνταξη και για ασθένεια για την απασχόλησή τους ως μισθωτοί.
Στο πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας θεσπίζεται ελάχιστο πλαφόν για τις εισφορές μισθωτών πλήρους απασχόλησης με βάση τον κατώτατο μισθό (586 ευρώ). Εάν η διάταξη δεν αλλάξει, θίγει τους νέους κάτω των 25 ετών που εργάζονται με πλήρη απασχόληση και λαμβάνουν μεικτό μισθό 510 ευρώ.
Ωστόσο από το υπουργείο διαβεβαιώνουν πως θα υπάρξει νομοτεχνική διόρθωση, καθώς στόχος της ρύθμισης είναι να προβλεφθεί πως τα 586 είναι το ελάχιστο ποσό βάσει του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές για τους πλήρως απασχολούμενους, ενώ οι μερικώς απασχολούμενοι θα πληρώνουν επί του εκάστοτε μισθού τους.
Διευκρινίσεις δίνονται και για τους ελευθεροεπαγγελματίες – αυτοαπασχολούμενους με πολύ μικρό εισόδημα ή ζημιές οι οποίοι έχουν και μισθωτή εργασία με μερική απασχόληση, καθώς προβλέπεται ότι από το ελάχιστο πλαφόν υπολογισμού των εισφορών (586 ευρώ το μήνα) θα αφαιρείται το ύψος των αποδοχών από την μερική απασχόληση.
Παράλληλα, ορίζεται μεταβατική περίοδος για τις εισφορές των ναυτικών. Ο νέος τρόπος που ορίζει ο νόμος 4387 (υπολογισμός επί του βασικού μισθού που δεν μπορεί να είναι κατώτερος από τον προβλεπόμενο στην τελευταία συλλογική σύμβαση) θα εφαρμόζεται για ναυτολόγια από 1/7/2017 και μετά.
euro2day
Στο επίπεδο των συντάξεων, όσοι μισθωτοί αποφασίσουν να συνταξιοδοτηθούν εντός του 2017 θα υποστούν μειώσεις από 10% έως 30% σε σχέση με τη σύνταξη που θα δικαιούνταν εάν αποχωρούσαν από την εργασία τους ένα χρόνο πριν, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι το νέο... ρετιρέ των συντάξεων χτίζεται κάπου κοντά στα 1.000 ευρώ.
Ο νόμος Κατρούγκαλου ορίζει ρητά ότι όσοι αποχωρήσουν από δημόσιο και ιδιωτικό τομέα θα λάβουν ως κύρια σύνταξη το άθροισμα δύο ποσών. Της Εθνικής Σύνταξης που ορίστηκε στα 384 ευρώ για 20ετή ασφάλιση και πάνω (μειώνεται κατά 2% για κάθε έτος που υπολείπεται μέχρι την 15ετία) και της ανταποδοτικής σύνταξης που υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των αποδοχών από το 2002 και μετά και νέους χαμηλότερους συντελεστές αναπλήρωσης.
Η πολυαναμενόμενη εγκύκλιος που θα οριστικοποιεί τις λεπτομέρειες του νέου τρόπου υπολογισμού των κύριων συντάξεων δεν έχει εκδοθεί ακόμη, καθώς δεν έχει οριστεί ο συντελεστής της ετήσιας μεταβολής μισθών από το 2002 μέχρι σήμερα. Οι ειδικοί πάντως εκτιμούν ότι ο νέος τύπος που θα ισχύσει οδηγεί μεγάλες κατηγορίες νέων συνταξιούχων σε απώλειες που κυμαίνονται μεταξύ 10% έως 30%.
Και σημειώνουν πως τις μεγαλύτερες απώλειες θα καταγράψουν δημόσιοι υπάλληλοι και εργαζόμενοι σε ΔΕΚΟ - Τράπεζες που φεύγουν με περισσότερα από 25 χρόνια ασφάλισης (απώλειες 10%-30%), υψηλόμισθοι του ΙΚΑ που φεύγουν με πολλά έτη ασφάλισης (απώλειες 5%-30%) και ελευθεροεπαγγελματίες (ΟΑΕΕ) με εισφορές σε υψηλές κατηγορίες που φεύγουν με 35ετία και άνω (απώλειες 5%-20%).
Στον αντίποδα, θα ευνοηθούν όσοι θα αποχωρήσουν με χαμηλές συντάξιμες αποδοχές (700-1.000 ευρώ) και πολλά έτη ασφάλισης (35ετία και άνω) καθώς και όσοι θα αποχωρήσουν με 20-25 έτη ασφάλισης, με χαμηλές συντάξιμες αποδοχές και μετά τα 67.
Οι εισφορές
Το νομοσχέδιο που συζητείται από σήμερα στη Βουλή, προβλέπει ότι όσοι έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές (πάνω από τον γενικό κανόνα του 20%, π.χ.) και ταυτόχρονα έχουν εξαιρεθεί από τον μηχανισμό του 2015 αύξησης των ορίων ηλικίας - δηλαδή οι υπαγόμενοι σε βαρέα και ανθυγιεινά, οι μητέρες και χήροι πατέρες ανίκανων τέκνων, οι ασφαλισμένοι σε ειδικές κατηγορίες λόγω χρόνιων ή ειδικών παθήσεων κ.α. - χάνουν την προσαύξηση της σύνταξης που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου (ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς).
Επίσης, προβλέπεται ότι για τον επανυπολογισμό των καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων θα ληφθεί υπόψη και η διάταξη για προσαύξηση της σύνταξης (ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς) όσων έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές (ΔΕΚΟ, Τράπεζες, μονοσυνταξιούχοι ΤΣΑΥ, ειδικός λογαριασμός ΤΣΜΕΔΕ κ.α).
Οι αλλαγές
Στο πεδίο των εισφορών, μεγάλοι χαμένοι αναδεικνύονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς από 1/1/2017 που ενεργοποιείται ο νόμος Κατρούγκαλου, οι κρατήσεις για την κύρια σύνταξη θα γίνονται πλέον επί του συνόλου των αποδοχών που λαμβάνει ο υπάλληλος και όχι επί των αποδοχών του Οκτωβρίου 2011 όπως συμβαίνει μέχρι την 31/12/2016.
Αναλυτικά, με την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της σύνταξης και την εφαρμογή ενιαίων κανόνων για όλους τους μισθωτούς, σύμφωνα με την τελευταία ασφαλιστική μεταρρύθμιση, η κράτηση για την κύρια σύνταξη που για τον εργαζόμενο αντιστοιχεί σε 6,67% (από συνολικά 20% για εργοδότη και εργαζόμενο) επιβάλλεται πλέον στο σύνολο των αποδοχών όπως αυτές ορίστηκαν από το νέο μισθολόγιο του ν. 4354/2016.
Κατά συνέπεια προκύπτουν διαφορές στην καταβολή των εισφορών και στις καθαρές αποδοχές. Μεγάλοι χαμένοι από τις αλλαγές είναι οι υπάλληλοι κατηγοριών Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, ειδικά όσοι έχουν και αρκετά χρόνια υπηρεσίας. Σε αυτούς η καθαρή απώλεια ξεκινά από λίγα ευρώ και μπορεί να αγγίξει τα 30 ευρώ το μήνα.
Ωφελημένοι από τις νέες κρατήσεις εκτιμάται ότι θα είναι οι υπάλληλοι κατηγοριών Υποχρεωτικής και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης οι οποίοι ενδέχεται να δουν αύξηση στο καθαρό τους μισθό από 1 μέχρι και 20 ευρώ.
Σταδιακή μείωση των εισφορών για τους ασφαλισμένους στα Ειδικά Ταμεία έρχεται με το νέο σύστημα από 1/1/2017, ώστε να φτάσουν να πληρώνουν 20% για σύνταξη (13,33% εργοδότης και 6,67% εργαζόμενος) όπως όλοι οι υπόλοιποι μισθωτοί, έως το 2020. Ευνοημένοι θεωρούνται οι μισθωτοί των ΔΕΚΟ και των Τραπεζών που έχουν ενταχθεί στο ΙΚΑ και πλέον θα ανήκουν στον ΕΦΚΑ, που πληρώνουν εισφορές έως και 28% και εντός τετραετίας θα πρέπει να καταβάλλουν 20%.
Βάσει του νομοσχεδίου σκούπα που κατατέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή, οι δημοσιογράφοι – ασφαλισμένοι στο ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, θα πληρώνουν από 1η Ιανουαρίου 2017 εισφορές για κύρια ασφάλιση της τάξης των 6,6%. Οι εργοδότες, για τον Δεκέμβριο του 2016 θα καταβάλλουν εισφορά 7,5%, ενώ από 1/1/2017 οι εισφορές τους θα αυξηθούν περίπου κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες.
«Τα μπλοκάκια»
Δραματικές αλλαγές φέρνει το νέο έτος και στους μισθωτούς που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο φυσικά και νομικά πρόσωπα, καθώς και στους μισθωτούς που συνδέονται με εξαρτημένη σχέση εργασίας και ταυτόχρονα αυτοαπασχολούνται.
Οι απαιτούμενες υπουργικές αποφάσεις δεν έχουν ακόμη εκδοθεί και κανείς δεν γνωρίζει το ύψος της εισφοράς, το ποσό επί της οποίες θα επιβάλλεται αυτή αλλά και το πως θα καθορίζεται ο ασφαλιστικός χρόνος. Ο νόμος ορίζει ότι όσοι αμείβονται μόνο με δελτίο παροχής και απασχολούνται σε έως και δύο εργοδότες, ο νόμος ορίζει ότι θα ασφαλίζονται ως μισθωτοί, δηλαδή το 13,67% θα το πληρώνει ο εργοδότης.
Διπλή επιβάρυνση θα υποστούν από την 1/1/2017 και οι μισθωτοί που έχουν και “μπλοκάκι” αφενός διότι οι ατομικές τους εισφορές όπως και των ελευθέρων επαγγελματιών (επιτηδευματίες, έμποροι, βιοτέχνες) θα υπολογίζονται με το 26,95% του φορολογητέου εισοδήματός τους και αφετέρου διότι θα εξακολουθούν να πληρώνουν εισφορά και για σύνταξη και για ασθένεια για την απασχόλησή τους ως μισθωτοί.
Στο πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας θεσπίζεται ελάχιστο πλαφόν για τις εισφορές μισθωτών πλήρους απασχόλησης με βάση τον κατώτατο μισθό (586 ευρώ). Εάν η διάταξη δεν αλλάξει, θίγει τους νέους κάτω των 25 ετών που εργάζονται με πλήρη απασχόληση και λαμβάνουν μεικτό μισθό 510 ευρώ.
Ωστόσο από το υπουργείο διαβεβαιώνουν πως θα υπάρξει νομοτεχνική διόρθωση, καθώς στόχος της ρύθμισης είναι να προβλεφθεί πως τα 586 είναι το ελάχιστο ποσό βάσει του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές για τους πλήρως απασχολούμενους, ενώ οι μερικώς απασχολούμενοι θα πληρώνουν επί του εκάστοτε μισθού τους.
Διευκρινίσεις δίνονται και για τους ελευθεροεπαγγελματίες – αυτοαπασχολούμενους με πολύ μικρό εισόδημα ή ζημιές οι οποίοι έχουν και μισθωτή εργασία με μερική απασχόληση, καθώς προβλέπεται ότι από το ελάχιστο πλαφόν υπολογισμού των εισφορών (586 ευρώ το μήνα) θα αφαιρείται το ύψος των αποδοχών από την μερική απασχόληση.
Παράλληλα, ορίζεται μεταβατική περίοδος για τις εισφορές των ναυτικών. Ο νέος τρόπος που ορίζει ο νόμος 4387 (υπολογισμός επί του βασικού μισθού που δεν μπορεί να είναι κατώτερος από τον προβλεπόμενο στην τελευταία συλλογική σύμβαση) θα εφαρμόζεται για ναυτολόγια από 1/7/2017 και μετά.
euro2day
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου