Πιστός στην προεκλογική θέση των Βρετανών Συντηρητικών ότι η Τουρκία δεν μπορεί να ενταχθεί στην ΕΕ όσο συνεχίζεται η κατοχή της Κύπρου, δήλωσε ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας αρμόδιος για ευρωπαϊκές υποθέσεις, Ντέιβιντ Λίντινγκτον σε συγκέντρωση Κυπρίων του Λονδίνου.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση από το κοινό που συγκεντρώθηκε το βράδυ της Τρίτης στο οίκημα της Ελληνικής Κυπριακής Αδελφότητας στο βόρειο Λονδίνο, ο κ. Λίντινγκτον απάντησε: «Η πραγματικότητα είναι πως κάθε απόφαση για ένταξη πρέπει να λαμβάνεται ομοφώνως. Άρα απλά δεν μπορώ να δω πώς είναι δυνατό για την Τουρκία να ολοκληρώσει τη διαδικασία ένταξης αν δεν έχει προηγηθεί συμφωνία για το μέλλον της Κύπρου. Επιπλέον, πάγιο τμήμα των προϋποθέσεων ένταξης είναι οι καλές σχέσεις γειτονίας».
Κατά την εισαγωγική του ομιλία ο Βρετανός Υφυπουργός είπε ότι η βρετανική Κυβέρνηση προσδοκά στο χτίσιμο της στενότερης δυνατής σχέσης με το νέο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας ανεξάρτητα από το ποιος υποψήφιος θα εκλεγεί. Ο Βρετανός κυβερνητικός αξιωματούχος πρόσθεσε ότι είναι σημαντικό να δημιουργηθεί νωρίς μια σχέση που θα επιτρέπει την εποικοδομητική συνεργασία σε θέματα που άπτονται του μέλλοντος της Ευρώπης και του νησιού ειδικότερα.
Εξέφρασε την ελπίδα ο νέος Πρόεδρος της Κύπρου να αφοσιωθεί με τρόπο δυναμικό στην αναζήτηση οδών προσέγγισης μιας τελικής συμφωνίας στο Κυπριακό. Πρόσθεσε ότι παράλληλα το Λονδίνο θα συνεχίσει να καλεί σε κάθε ευκαιρία την Τουρκία να αναλάβει παρόμοια δέσμευση και σε λόγια αλλά και σε πράξεις.
Ο κ. Λίντινγκτον επανέλαβε πως πάγια θέση της κυβέρνησης της Βρετανίας είναι ότι αναζητείται μια λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με ίσα δικαιώματα για όλες τις κοινότητες, σε συμφωνία με όλα τα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση από το ακροατήριο διευκρίνισε ότι στην πράξη ο όρος «διζωνική» θα πρέπει να σημαίνει κάτι που οι ηγέτες των δύο πλευρών θα αισθάνονται ότι μπορεί να πείσει τις αντίστοιχες κοινότητές τους.
Συνέχισε εκφράζοντας για ακόμα μία φορά τη θέση του Λονδίνου ότι δεν είναι ο ρόλος του να εισβάλει στη σκηνή του Κυπριακού λέγοντας ότι έχει την απάντηση. «Το δίδαγμα από την αποτυχία του σχεδίου Ανάν είναι σίγουρα ότι αν όλες οι κοινότητες της Κύπρου δεν νιώθουν πως η τελική διευθέτηση είναι δικής τους ιδιοκτησίας, τότε είναι απίθανο ένας τέτοιος διακανονισμός να αποδειχθεί βιώσιμος», είπε ο Ντέιβιντ Λίντινγκτον και συμπλήρωσε ότι για το λόγο αυτό η βρετανική Κυβέρνηση θα συνεχίσει να παρέχει ισχυρή στήριξη στην κυπριακής καθοδήγησης διαδικασία.
Απαντώντας σε ερώτηση από το ακροατήριο, είπε ότι αυτό που μπορεί να κάνει η Βρετανία είναι να συζητά με τις εμπλεκόμενες πλευρές για το πώς μπορούν να προσεγγίσουν τη λύση. Είπε δε ότι η λύση είναι προς το συμφέρον και της Τουρκίας, κάνοντας λόγο για «απομόνωση και οικονομική υπανάπτυξη της τουρκοκυπριακής κοινότητας που αποτελεί μια πραγματικότητα». Πρόσθεσε ότι ο καλύτερος τρόπος για να αρθεί αυτή η «απομόνωση» είναι μια πλήρης διευθέτηση του προβλήματος.
Απαντώντας εκ νέου σε ερώτηση που αμφισβητούσε την εγκυρότητα της αναφοράς σε «απομόνωση των Τουρκοκυπρίων», ο Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών επέμεινε, παραπέμποντας «στους δείκτες οικονομικής ανάπτυξης και στην αναστολή εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου» στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Ο κ. Λίντινγκτον πρόσθεσε ότι χρειάζεται μεν να δούμε ενεργοποίηση από την Τουρκία ως προς την πλήρη τήρηση του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας, αλλά ότι δεν είναι μυστική η στήριξη του Λονδίνου στην πορεία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και η επιθυμία του για άνοιγμα διαπραγματευτικών κεφαλαίων. Εκτίμησε ότι όσο ο στόχος της ένταξης θεωρείται εφικτός, τόσο οι Τούρκοι ηγέτες και πολίτες θα επικεντρώνονται στο τι πρέπει να κάνουν για να διαπραγματευτούν λύση του Κυπριακού.
Ο Υφυπουργός εξέφρασε την ελπίδα στο τέλος να δούμε την ανατροπή αυτής της «σκληρής» διαίρεσης της Κύπρου και την «αρχή ίασης» του πόνου, ο οποίος «σαφώς δεν μπορεί ποτέ να διαγραφεί».
Ο κ. Λίντινγκτον δεν παρέλειψε να εξάρει την προεδρία της ΕΕ όπως ασκήθηκε από την Κύπρο. Έκανε λόγο για εκτέλεση καθηκόντων με αφοσίωση και δεινή ικανότητα. Έπλεξε ιδιαίτερα το εγκώμιο του Ανδρέα Μαυρογιάννη, προσθέτοντας ότι πολλά από τα δομικά υλικά της πρόσφατης συμφωνίας επί του επόμενου προϋπολογισμού της ΕΕ τοποθετήθηκαν στη θέση τους επί κυπριακής προεδρίας. «Η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να επαίρεται για τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων της», είπε συμπερασματικά ο Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών.
Σχολίασε εξάλλου πως η οικονομική πρόκληση θα είναι μάλλον η πρώτη προτεραιότητα του νέου προέδρου της Κύπρου. Πρόσθεσε ότι αν και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θέλει να ενταχθεί στην ευρωζώνη, θέλει να δει την Κύπρο και τους υπόλοιπους εταίρους του ευρώ να δημιουργούν μία σταθερή νομισματική ένωση με ευημερία και ανάπτυξη.
Στάθηκε επίσης στην «αποφασιστική» έκφραση στήριξης από το Φόρεϊν Όφις του δικαιώματος της Κύπρου να αξιοποιήσει τους φυσικούς πόρους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της.
Έθεσε εξάλλου το ζήτημα της γενικότερης ευημερίας της Ευρώπης, λέγοντας ότι Κύπρος και Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να βρουν κοινό σκοπό σε ευρωπαϊκού επιπέδου πρωτοβουλίες που θα προσπαθούν να δημιουργήσουν ευημερία παρά την παγκόσμια οικονομική πρόκληση που έρχεται από χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. «Η επόμενη γενιά Ευρωπαίων πολιτών δεν θα μπορεί να απολαμβάνει το επίπεδο διαβίωσης και την κοινωνική προστασία που η δική μας γενιά θεωρεί δεδομένα. Άρα πρέπει να δούμε την Ευρώπη να εργάζεται συλλογικά για περαιτέρω ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς και αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της», επισήμανε ο κ. Λίντινγκτον.
Σε ερώτηση για την υποχρέωση της Άγκυρας να παράσχει ελευθερία δράσης στη Επιτροπή Αγνοουμένων ο Βρετανός Υφυπουργός είπε ότι πρόκειται για ζήτημα ανθρωπιστικής φύσης. Είπε ότι Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως και στην ελεύθερη Κύπρο υπάρχουν περιοχές που πρέπει να ερευνηθούν. «Ανεξάρτητα από το δίκαιο ή άδικο μεμονωμένων ισχυρισμών, όλες οι οικογένειες ανεξαρτήτως προέλευσης δικαιούνται να μάθουν την αλήθεια», συμπλήρωσε ο κ. Λίντινγκτον.
Η εκδήλωση οργανώθηκε από τους βουλευτές των Συντηρητικών του βορείου Λονδίνου Τερέζα Βίλιερς (υπουργός Βόρειας Ιρλανδίας), Μάικ Φρηρ και Μάθιου Όφορντ σε συνεννόηση με παράγοντες της παροικίας.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση από το κοινό που συγκεντρώθηκε το βράδυ της Τρίτης στο οίκημα της Ελληνικής Κυπριακής Αδελφότητας στο βόρειο Λονδίνο, ο κ. Λίντινγκτον απάντησε: «Η πραγματικότητα είναι πως κάθε απόφαση για ένταξη πρέπει να λαμβάνεται ομοφώνως. Άρα απλά δεν μπορώ να δω πώς είναι δυνατό για την Τουρκία να ολοκληρώσει τη διαδικασία ένταξης αν δεν έχει προηγηθεί συμφωνία για το μέλλον της Κύπρου. Επιπλέον, πάγιο τμήμα των προϋποθέσεων ένταξης είναι οι καλές σχέσεις γειτονίας».
Κατά την εισαγωγική του ομιλία ο Βρετανός Υφυπουργός είπε ότι η βρετανική Κυβέρνηση προσδοκά στο χτίσιμο της στενότερης δυνατής σχέσης με το νέο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας ανεξάρτητα από το ποιος υποψήφιος θα εκλεγεί. Ο Βρετανός κυβερνητικός αξιωματούχος πρόσθεσε ότι είναι σημαντικό να δημιουργηθεί νωρίς μια σχέση που θα επιτρέπει την εποικοδομητική συνεργασία σε θέματα που άπτονται του μέλλοντος της Ευρώπης και του νησιού ειδικότερα.
Εξέφρασε την ελπίδα ο νέος Πρόεδρος της Κύπρου να αφοσιωθεί με τρόπο δυναμικό στην αναζήτηση οδών προσέγγισης μιας τελικής συμφωνίας στο Κυπριακό. Πρόσθεσε ότι παράλληλα το Λονδίνο θα συνεχίσει να καλεί σε κάθε ευκαιρία την Τουρκία να αναλάβει παρόμοια δέσμευση και σε λόγια αλλά και σε πράξεις.
Ο κ. Λίντινγκτον επανέλαβε πως πάγια θέση της κυβέρνησης της Βρετανίας είναι ότι αναζητείται μια λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με ίσα δικαιώματα για όλες τις κοινότητες, σε συμφωνία με όλα τα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση από το ακροατήριο διευκρίνισε ότι στην πράξη ο όρος «διζωνική» θα πρέπει να σημαίνει κάτι που οι ηγέτες των δύο πλευρών θα αισθάνονται ότι μπορεί να πείσει τις αντίστοιχες κοινότητές τους.
Συνέχισε εκφράζοντας για ακόμα μία φορά τη θέση του Λονδίνου ότι δεν είναι ο ρόλος του να εισβάλει στη σκηνή του Κυπριακού λέγοντας ότι έχει την απάντηση. «Το δίδαγμα από την αποτυχία του σχεδίου Ανάν είναι σίγουρα ότι αν όλες οι κοινότητες της Κύπρου δεν νιώθουν πως η τελική διευθέτηση είναι δικής τους ιδιοκτησίας, τότε είναι απίθανο ένας τέτοιος διακανονισμός να αποδειχθεί βιώσιμος», είπε ο Ντέιβιντ Λίντινγκτον και συμπλήρωσε ότι για το λόγο αυτό η βρετανική Κυβέρνηση θα συνεχίσει να παρέχει ισχυρή στήριξη στην κυπριακής καθοδήγησης διαδικασία.
Απαντώντας σε ερώτηση από το ακροατήριο, είπε ότι αυτό που μπορεί να κάνει η Βρετανία είναι να συζητά με τις εμπλεκόμενες πλευρές για το πώς μπορούν να προσεγγίσουν τη λύση. Είπε δε ότι η λύση είναι προς το συμφέρον και της Τουρκίας, κάνοντας λόγο για «απομόνωση και οικονομική υπανάπτυξη της τουρκοκυπριακής κοινότητας που αποτελεί μια πραγματικότητα». Πρόσθεσε ότι ο καλύτερος τρόπος για να αρθεί αυτή η «απομόνωση» είναι μια πλήρης διευθέτηση του προβλήματος.
Απαντώντας εκ νέου σε ερώτηση που αμφισβητούσε την εγκυρότητα της αναφοράς σε «απομόνωση των Τουρκοκυπρίων», ο Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών επέμεινε, παραπέμποντας «στους δείκτες οικονομικής ανάπτυξης και στην αναστολή εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου» στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Ο κ. Λίντινγκτον πρόσθεσε ότι χρειάζεται μεν να δούμε ενεργοποίηση από την Τουρκία ως προς την πλήρη τήρηση του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας, αλλά ότι δεν είναι μυστική η στήριξη του Λονδίνου στην πορεία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και η επιθυμία του για άνοιγμα διαπραγματευτικών κεφαλαίων. Εκτίμησε ότι όσο ο στόχος της ένταξης θεωρείται εφικτός, τόσο οι Τούρκοι ηγέτες και πολίτες θα επικεντρώνονται στο τι πρέπει να κάνουν για να διαπραγματευτούν λύση του Κυπριακού.
Ο Υφυπουργός εξέφρασε την ελπίδα στο τέλος να δούμε την ανατροπή αυτής της «σκληρής» διαίρεσης της Κύπρου και την «αρχή ίασης» του πόνου, ο οποίος «σαφώς δεν μπορεί ποτέ να διαγραφεί».
Ο κ. Λίντινγκτον δεν παρέλειψε να εξάρει την προεδρία της ΕΕ όπως ασκήθηκε από την Κύπρο. Έκανε λόγο για εκτέλεση καθηκόντων με αφοσίωση και δεινή ικανότητα. Έπλεξε ιδιαίτερα το εγκώμιο του Ανδρέα Μαυρογιάννη, προσθέτοντας ότι πολλά από τα δομικά υλικά της πρόσφατης συμφωνίας επί του επόμενου προϋπολογισμού της ΕΕ τοποθετήθηκαν στη θέση τους επί κυπριακής προεδρίας. «Η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να επαίρεται για τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων της», είπε συμπερασματικά ο Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών.
Σχολίασε εξάλλου πως η οικονομική πρόκληση θα είναι μάλλον η πρώτη προτεραιότητα του νέου προέδρου της Κύπρου. Πρόσθεσε ότι αν και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θέλει να ενταχθεί στην ευρωζώνη, θέλει να δει την Κύπρο και τους υπόλοιπους εταίρους του ευρώ να δημιουργούν μία σταθερή νομισματική ένωση με ευημερία και ανάπτυξη.
Στάθηκε επίσης στην «αποφασιστική» έκφραση στήριξης από το Φόρεϊν Όφις του δικαιώματος της Κύπρου να αξιοποιήσει τους φυσικούς πόρους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της.
Έθεσε εξάλλου το ζήτημα της γενικότερης ευημερίας της Ευρώπης, λέγοντας ότι Κύπρος και Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να βρουν κοινό σκοπό σε ευρωπαϊκού επιπέδου πρωτοβουλίες που θα προσπαθούν να δημιουργήσουν ευημερία παρά την παγκόσμια οικονομική πρόκληση που έρχεται από χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. «Η επόμενη γενιά Ευρωπαίων πολιτών δεν θα μπορεί να απολαμβάνει το επίπεδο διαβίωσης και την κοινωνική προστασία που η δική μας γενιά θεωρεί δεδομένα. Άρα πρέπει να δούμε την Ευρώπη να εργάζεται συλλογικά για περαιτέρω ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς και αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της», επισήμανε ο κ. Λίντινγκτον.
Σε ερώτηση για την υποχρέωση της Άγκυρας να παράσχει ελευθερία δράσης στη Επιτροπή Αγνοουμένων ο Βρετανός Υφυπουργός είπε ότι πρόκειται για ζήτημα ανθρωπιστικής φύσης. Είπε ότι Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως και στην ελεύθερη Κύπρο υπάρχουν περιοχές που πρέπει να ερευνηθούν. «Ανεξάρτητα από το δίκαιο ή άδικο μεμονωμένων ισχυρισμών, όλες οι οικογένειες ανεξαρτήτως προέλευσης δικαιούνται να μάθουν την αλήθεια», συμπλήρωσε ο κ. Λίντινγκτον.
Η εκδήλωση οργανώθηκε από τους βουλευτές των Συντηρητικών του βορείου Λονδίνου Τερέζα Βίλιερς (υπουργός Βόρειας Ιρλανδίας), Μάικ Φρηρ και Μάθιου Όφορντ σε συνεννόηση με παράγοντες της παροικίας.
philenews
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου