Ο Άρης Χερουβείμ έχασε στη φωτιά σχεδόν όλη του την οικογένεια, την αδερφή του, τη μητέρα του και τα δίδυμα ανιψάκια. Περιέγραψε αναλυτικά τις αγωνιώδεις προσπάθειές του να επικοινωνήσει με τις αρχές για να μάθει κάποιο νέο για τους δικούς του ανθρώπους. Τελικώς κατάφερε στις 2 τα ξημερώματα να φτάσει στο σπίτι της μητέρας του και 50 μέτρα από εκεί να τις βρει καμένες στη μέση του δρόμου, καλυμμένες με ένα σεντόνι της αστυνομίας.
Η Γεωργία Μοσχού, κάτοικος του Νέου Βουτζά, έχασε την αδερφή της και την ανιψιά της οι οποίες αν και κατάφεραν να φύγουν από το σπίτι έγκαιρα η αστυνομία τους κατηύθυνε λάθος μέσα στη φωτιά, μέσα στο Μάτι, κι έτσι οι γυναίκες αυτές κάηκαν και κατέληξαν λίγες μέρες αργότερα στο νοσοκομείο από σοβαρά εγκαύματα.
Ο Αλέξανδρος Φλώρος βρισκόταν μαζί με την οικογένειά του στο σπίτι τους, που απέχει περίπου 600 μέτρα από την ακτή. «Είδα τη φωτιά να έρχεται προς τα εμάς, υπήρχαν παντού στάχτες. Έβλεπα πυκνή ροή οχημάτων από τη Μαραθώνος και κάτω. Φωνάζω στην οικογένεια να βγουν έξω και μπήκαμε στο αυτοκίνητο να φύγουμε», είπε ο μάρτυρας στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο και σημείωσε ότι κανένας δεν τους ειδοποίησε να φύγουν.
Ο μάρτυρας μαζί με τους συγγενείς του κατάφεραν να φτάσουν στην ακτή. Έβλεπαν πυκνό καπνό από την πλευρά του βουνού, ενώ ερχόταν συνεχώς κόσμος στην παραλία και η ορατότητα μειωνόταν.
«Μπήκαμε στη θάλασσα, κάποια στιγμή χάσαμε τη στεριά, δεν βλέπαμε. Κολυμπούσαμε, προσπαθούσαμε να μείνουμε ενωμένοι, ο αέρας δυνάμωνε όσο περνούσε η ώρα. Προσπαθούσαμε να μείνουμε σε κοντινή απόσταση ο ένας από τον άλλο. Έπεφταν σπίθες, κουκουνάρια στο νερό. Κάποια στιγμή δυσκόλεψαν τα πράγματα πάρα πολύ. Ακούγαμε τα αεροπλάνα και νομίζαμε ότι έρχονταν να μας σώσουν, φωνάζαμε βοήθεια. Κάποια στιγμή η γυναίκα μου λέει, «αυτό ήταν…», κατέθεσε ο μάρτυρας. Όπως είπε είχαν αρχίσει να χάνουν το κουράγιο τους και προσπαθούσαν να παραμένουν ενωμένοι κολυμπώντας μη γνωρίζοντας προς τα πού κατευθύνονται.
«Μετά από πολλές ώρες είδαμε κάτι φώτα. Είχαμε φτάσει κοντά στο λιμάνι της Ραφήνας, ήταν φώτα πλοίου. Ερχόταν ένα ψαροκάικο. Μας έριξε φως με φακό, μετά μια κουλούρα. Η γυναίκα μου είχε πάθει υποθερμία, τα παιδιά είχαν γίνει μπλε. Μας έδωσαν κουβέρτες. Είδα έναν παππού να επιπλέει στη θάλασσα… Ανέσυραν μια γυναίκα, της έκαναν ανάνηψη, δεν τα κατάφερε… Μας έβγαλαν στην ακτή, από το σοκ δεν θυμόμασταν να πάρουμε τηλέφωνο κάποιον δικό μας… Δεν βλέπαμε καλά, στην ακτή φαίνονταν κάποια ασθενοφόρα. Εκεί είδαμε πλαστικές σακούλες μαύρες που τις έκλειναν… Αν μέναμε μέσα στο σπίτι θα καιγόμασταν ζωντανοί. Ήταν τόσο το θερμικό φορτίο που έλιωσαν τα σίδερα…», είπε με τρεμάμενη φωνή και πρόσθεσε πως καθ’ όλη τη διάρκεια της προσπάθειάς του να σώσει τον εαυτό του και την οικογένειά του δεν είδε ούτε έναν εκπρόσωπο των αρχών. «Τον μόνο ένστολο που είδα ήταν μια λιμενικός στις 11 τη νύχτα στο λιμάνι της Ραφήνας», είπε.
Στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε και ο Κωνσταντίνος Χατζησταματίου, που την αποφράδα 23η Ιουλίου 2018, γλίτωσε παρά τρίχα το θάνατο, τόσο ο ίδιος, όσο και η υπόλοιπη οικογένειά του.
« Στις 17.30 άρχισαν να μυρίζουν καπνοί. Στις 18:00 με καλεί η γυναίκα μου, γιατί άρχισαν να πέφτουν μεγάλες καύτρες. Άνοιξα την πίσω πόρτα και η φωτιά είχε μπει ήδη στην αυλή μας. Πήρα τη νύφη, τον εγγονό μου και τη γυναίκα μου και τρέχαμε προς παραλία. Οι καπνοί δε σε άφηναν να δεις στα 5 μέτρα, άρχισε η δυσφορία. Έξω από το σπίτι, μας ήρθε το πρώτο θερμικό κύμα. Η νύφη μου κάθε ένα μέτρο λιποθυμούσε και προσπαθούσα να τη συνέφερε, προσπαθήσω να δώσω νερό και στο παιδί. Ο εγγονός μου ήταν καμένος σχεδόν σε όλο του το σώμα. Με ιδιωτικό ασθενοφόρο πήγαμε το παιδί στο νοσοκομείο Παίδων».
Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας και ο ίδιος χρειάστηκε να νοσηλευτεί επί περίπου 40 ημέρες με σοβαρά εγκαύματα και να υποβληθεί σε δυο σοβαρά χειρουργεία για την αποκατάσταση της υγείας του.
Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο Ιωάννης Χατζηαθανασίου, που έχασε την αδερφή του και τον ανιψιό του. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, η αδερφή του και ο ανιψιός του απανθρακώθηκαν στο εξοχικό τους στο Κόκκινο Λιμανάκι.
« Πήγαμε με το γιο μου την επόμενη ημέρα κι αρχίσαμε να ψάχνουμε, πήγαμε έξω από το σπίτι της αδερφής μου και είδα τα κλειδιά του ανιψιού μου πάνω στην πόρτα. Το μηχανάκι του ήταν απέξω μισοκαμμένο. Σκέφτηκα ότι θα έχουν φύγει προς τη θάλασσα. Ο Παναγιώτης, ο ανιψιός μου, είδε τη φωτιά και μπήκε στο facebook και έγραψε «θα καεί πολύς κόσμος». Αλλά δυστυχώς δεν προέβλεψε τον δικό του. Από ότι έμαθα μετά, ο Παναγιώτης πήγαινε πόρτα- πόρτα κι έσωσε πολύ κόσμο, ο ίδιος ίσως καθυστέρησε και εγκλωβίστηκε.
Ένταση προκλήθηκε νωρίτερα στη δίκη μεταξύ δικηγόρων υποστήριξης της κατηγορίας και υπεράσπισης, αναφορικά με το περιεχόμενο των ερωτήσεων που γίνονταν στον πυρόπληκτο μάρτυρα που εκείνη την ώρα εξεταζόταν. «Ντροπή σας, φοβάστε την αλήθεια», φώναξαν αγανακτισμένοι συγγενείς θυμάτων που βρίσκονταν στο ακροατήριο.
Οκτώ από τους 21 κατηγορούμενους κάθισαν σήμερα στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
ertnews
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου