Η οριστική και πλήρης απώλεια-περικοπή της σύνταξης δημοσίου και στρατιωτικού υπαλλήλου, μετά από καταδικαστική αμετάκλητη δικαστική απόφαση είναι σε ευθεία και άμεση αντίθεση τόσο με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, όσο και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), αποφάνθηκε η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου και δικαίωσε πρώην υπάλληλο του υπουργείου Οικονομικών.
Σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων οι υπάλληλοι -είτε όταν ήταν στην ενέργεια, είτε ως συνταξιούχοι- οι οποίοι καταδικάστηκαν αμετάκλητα σε κάθειρξη για τα αδικήματα, μεταξύ των άλλων, της κλοπής, υπεξαίρεσης, απάτης, πλαστογραφίας, απιστίας, παραποίησης ή καταδικάστηκαν σε φυλάκιση για δωροδοκία ή δωροληψία, κατά του Δημοσίου ή κατά νομικών προσώπων, αυτόματα χάνουν όλη τη σύνταξή τους (σταματάει η συνταξιοδότησή τους).
Στην προκειμένη περίπτωση, πρώην υπάλληλος του υπουργείου Οικονομίας καταδικάστηκε σε κάθειρξης 5 ετών και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για 2 έτη για το αδίκημα της κατ΄ εξακολούθηση πλαστογραφίας με χρήση σε βάρος του Δημοσίου. Η ποινή επικυρώθηκε με αμετάκλητη απόφαση του Αρείου Πάγου. Στη συνέχεια διακόπηκε οριστικά η χορήγησή της σύνταξή του.
Ο συνταξιούχος αρχικά προσέφυγε στο Ν.Σ.Κ. χωρίς όμως αποτέλεσμα και μετά προσέφυγε στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Οι σύμβουλοι του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου αποφάνθηκαν ότι η πλήρης διακοπή της σύνταξης «συνιστά κύρωση υπερβολικά επαχθή», η οποία ανατρέπει τη δίκαιη ισορροπία ανάμεσα «στις απαιτήσεις του γενικού συμφέροντος και της προάσπισης του περιουσιακού δικαιώματος προς απόληψη σύνταξης».
Επιπλέον, προσθέτει η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, «η πλήρης και αυτοδίκαιη αποστέρηση της σύνταξης και, μάλιστα, ανεξαρτήτως του εάν μέρος της αντιστοιχεί σε καταβληθείσες από τον υπάλληλο εισφορές, συνεπαγόμενη, περαιτέρω, την απώλεια και κάθε κοινωνικής κάλυψης, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλισης υγείας, συνιστά μέτρο εξαιρετικά επαχθές».
Είναι ένα επαχθές μέτρο -συνεχίζει η δικαστική απόφαση- «που ακολουθεί τον υπάλληλο μέχρι το πέρας του βίου του και θέτει σε κίνδυνο τη διαβίωσή του, στερώντας από αυτόν το βασικό μέσο για την αντιμετώπιση των βιοτικών του αναγκών, σε μία ηλικία κατά την οποία η δυνατότητα αναπλήρωσης της σύνταξης μέσω άλλων πόρων είναι σε μεγάλο βαθμό αβέβαιη, αν όχι ανύπαρκτη, με συνέπεια την προσβολή και της προστατευόμενης από το άρθρο 2 του Συντάγματος ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του».
Παράλληλα, οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έκριναν ότι οι δυσμενείς συνέπειες από την ολική περικοπή της σύνταξης είναι «δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, δοθέντος ότι το επιβαλλόμενο μέτρο είναι τέτοιας έντασης και διάρκειας που τον υπερακοντίζει καταδήλως».
Κατόπιν αυτών, κρίθηκε ότι η σχετική διάταξη του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα καθώς έρχεται σε αντίθεση τόσο με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος), όσο και με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
protothema
Σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων οι υπάλληλοι -είτε όταν ήταν στην ενέργεια, είτε ως συνταξιούχοι- οι οποίοι καταδικάστηκαν αμετάκλητα σε κάθειρξη για τα αδικήματα, μεταξύ των άλλων, της κλοπής, υπεξαίρεσης, απάτης, πλαστογραφίας, απιστίας, παραποίησης ή καταδικάστηκαν σε φυλάκιση για δωροδοκία ή δωροληψία, κατά του Δημοσίου ή κατά νομικών προσώπων, αυτόματα χάνουν όλη τη σύνταξή τους (σταματάει η συνταξιοδότησή τους).
Στην προκειμένη περίπτωση, πρώην υπάλληλος του υπουργείου Οικονομίας καταδικάστηκε σε κάθειρξης 5 ετών και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για 2 έτη για το αδίκημα της κατ΄ εξακολούθηση πλαστογραφίας με χρήση σε βάρος του Δημοσίου. Η ποινή επικυρώθηκε με αμετάκλητη απόφαση του Αρείου Πάγου. Στη συνέχεια διακόπηκε οριστικά η χορήγησή της σύνταξή του.
Ο συνταξιούχος αρχικά προσέφυγε στο Ν.Σ.Κ. χωρίς όμως αποτέλεσμα και μετά προσέφυγε στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Οι σύμβουλοι του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου αποφάνθηκαν ότι η πλήρης διακοπή της σύνταξης «συνιστά κύρωση υπερβολικά επαχθή», η οποία ανατρέπει τη δίκαιη ισορροπία ανάμεσα «στις απαιτήσεις του γενικού συμφέροντος και της προάσπισης του περιουσιακού δικαιώματος προς απόληψη σύνταξης».
Επιπλέον, προσθέτει η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, «η πλήρης και αυτοδίκαιη αποστέρηση της σύνταξης και, μάλιστα, ανεξαρτήτως του εάν μέρος της αντιστοιχεί σε καταβληθείσες από τον υπάλληλο εισφορές, συνεπαγόμενη, περαιτέρω, την απώλεια και κάθε κοινωνικής κάλυψης, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλισης υγείας, συνιστά μέτρο εξαιρετικά επαχθές».
Είναι ένα επαχθές μέτρο -συνεχίζει η δικαστική απόφαση- «που ακολουθεί τον υπάλληλο μέχρι το πέρας του βίου του και θέτει σε κίνδυνο τη διαβίωσή του, στερώντας από αυτόν το βασικό μέσο για την αντιμετώπιση των βιοτικών του αναγκών, σε μία ηλικία κατά την οποία η δυνατότητα αναπλήρωσης της σύνταξης μέσω άλλων πόρων είναι σε μεγάλο βαθμό αβέβαιη, αν όχι ανύπαρκτη, με συνέπεια την προσβολή και της προστατευόμενης από το άρθρο 2 του Συντάγματος ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του».
Παράλληλα, οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έκριναν ότι οι δυσμενείς συνέπειες από την ολική περικοπή της σύνταξης είναι «δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, δοθέντος ότι το επιβαλλόμενο μέτρο είναι τέτοιας έντασης και διάρκειας που τον υπερακοντίζει καταδήλως».
Κατόπιν αυτών, κρίθηκε ότι η σχετική διάταξη του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα καθώς έρχεται σε αντίθεση τόσο με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος), όσο και με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
protothema
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου