Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έλαβε σήμερα την ιστορική απόφαση να ξεκινήσει το Μάρτιο ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (κρατικών και ιδιωτικών), ύψους 60 δισ. ευρώ κάθε μήνα έως το Σεπτέμβριο του 2016. Το συνολικό ύψος του προγράμματος φθάνει τα 1,1 τρισ. ευρώ και έχει ως στόχο να αυξήσει τον πληθωρισμό προς το επίπεδο του 2% και ταυτόχρονα να βοηθήσει την ανάπτυξης της καχεκτικής οικονομίας της Ευρωζώνης.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι τόνισε, πάντως, ότι η ΕΚΤ με τη νομισματική πολιτική της μπορεί μόνο να δημιουργήσει τις βάσεις για την ανάπτυξη, αυξάνοντας τη ρευστότητα των τραπεζών. Για να υπάρξει, πράγματι, η ανάπτυξη, πρόσθεσε, πρέπει να γίνουν επενδύσεις και αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει την εμπιστοσύνη από την πλευρά των επενδυτών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η εμπιστοσύνη των επενδυτών και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι, τόνισε, θέμα των κυβερνήσεων.
Οι αγορές ομολόγων θα αφορούν τους τίτλους με επενδυτική διαβάθμιση, ενώ για τα ελληνικά (και κυπριακά) ομόλογα που δεν έχουν επενδυτική διαβάθμιση οι αγορές θα γίνονται, εφόσον οι χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα. Οι αγορές ελληνικών τίτλων δεν μπορούν να αρχίσουν πριν από τον Ιούλιο, όπως είπε ο Ντράγκι. Και αυτό, επειδή η ΕΚΤ -που έχει ήδη στο χαρτοφυλάκιο της ελληνικά ομόλογα- δεν μπορεί να αγοράζει πάνω από το 33% των ομολόγων μίας χώρας και συνεπώς θα πρέπει να εξοφληθούν πρώτα τα ομόλογα που λήγουν το καλοκαίρι.
Ο κ. Ντράγκι παρέκαμψε τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΕΚΤ – κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας – όσον αφορά στην πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, αν και αναγκάσθηκε να δεχθεί τις αντιρρήσεις της Γερμανίας στον επιμερισμό του κινδύνου από τις αγορές κρατικών ομολόγων σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Έτσι, ο επικεφαλής της ΕΚΤ δήλωσε ότι τον κίνδυνο μη αποπληρωμής των ομολόγων κάθε χώρας θα έχει η αντίστοιχη εθνική κεντρική τράπεζά της που θα τα αγοράζει, ενώ η ΕΚΤ (και συνεπώς όλες οι χώρες – μέλη) θα αναλαμβάνει τον κίνδυνο μόνο για το 8% των συνολικών αγορών ομολόγων. Επίσης, ο κίνδυνος θα επιμερίζεται σε όλες τις χώρες για τις αγορές ομολόγων ευρωπαϊκών θεσμών (όπως της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων), οι οποίες αντιστοιχούν στο 12% του συνολικού προγράμματος, οπότε η διάχυση του κινδύνου θα αφορά στο 20% των συνολικών αγορών (περίπου 220 δις. ευρώ). Ο πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε, πάντως, ότι οι αγορές των ομολόγων θα αποφασίζονται κεντρικά από τη Φρανκφούρτη και συνεπώς δεν τίθεται θέμα παράκαμψης της ενιαίας νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας.
Ενδιαφέρον έχει ότι υπήρξε μεγάλη πλειοψηφία στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ υπέρ της άμεσης έναρξης της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης. Τόσο μεγάλης, που όπως είπε ο κ. Ντράγκι, δεν χρειάσθηκε να γίνει ψηφοφορία. Επιπλέον, όλα τα μέλη του Δ.Σ. – ακόμη και οι Γερμανοί που διαφώνησαν με την υλοποίηση της πολιτικής αυτής – συμφώνησαν ότι η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει το μέσο αυτό, καθώς αποτελεί ένα μέτρο νομισματικής πολιτικής. Συναίνεση υπήρξε και στον περιορισμό της κοινής ανάληψης κινδύνου στο 20% του προγράμματος.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι τόνισε, πάντως, ότι η ΕΚΤ με τη νομισματική πολιτική της μπορεί μόνο να δημιουργήσει τις βάσεις για την ανάπτυξη, αυξάνοντας τη ρευστότητα των τραπεζών. Για να υπάρξει, πράγματι, η ανάπτυξη, πρόσθεσε, πρέπει να γίνουν επενδύσεις και αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει την εμπιστοσύνη από την πλευρά των επενδυτών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η εμπιστοσύνη των επενδυτών και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι, τόνισε, θέμα των κυβερνήσεων.
Οι αγορές ομολόγων θα αφορούν τους τίτλους με επενδυτική διαβάθμιση, ενώ για τα ελληνικά (και κυπριακά) ομόλογα που δεν έχουν επενδυτική διαβάθμιση οι αγορές θα γίνονται, εφόσον οι χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα. Οι αγορές ελληνικών τίτλων δεν μπορούν να αρχίσουν πριν από τον Ιούλιο, όπως είπε ο Ντράγκι. Και αυτό, επειδή η ΕΚΤ -που έχει ήδη στο χαρτοφυλάκιο της ελληνικά ομόλογα- δεν μπορεί να αγοράζει πάνω από το 33% των ομολόγων μίας χώρας και συνεπώς θα πρέπει να εξοφληθούν πρώτα τα ομόλογα που λήγουν το καλοκαίρι.
Ο κ. Ντράγκι παρέκαμψε τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΕΚΤ – κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας – όσον αφορά στην πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, αν και αναγκάσθηκε να δεχθεί τις αντιρρήσεις της Γερμανίας στον επιμερισμό του κινδύνου από τις αγορές κρατικών ομολόγων σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Έτσι, ο επικεφαλής της ΕΚΤ δήλωσε ότι τον κίνδυνο μη αποπληρωμής των ομολόγων κάθε χώρας θα έχει η αντίστοιχη εθνική κεντρική τράπεζά της που θα τα αγοράζει, ενώ η ΕΚΤ (και συνεπώς όλες οι χώρες – μέλη) θα αναλαμβάνει τον κίνδυνο μόνο για το 8% των συνολικών αγορών ομολόγων. Επίσης, ο κίνδυνος θα επιμερίζεται σε όλες τις χώρες για τις αγορές ομολόγων ευρωπαϊκών θεσμών (όπως της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων), οι οποίες αντιστοιχούν στο 12% του συνολικού προγράμματος, οπότε η διάχυση του κινδύνου θα αφορά στο 20% των συνολικών αγορών (περίπου 220 δις. ευρώ). Ο πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε, πάντως, ότι οι αγορές των ομολόγων θα αποφασίζονται κεντρικά από τη Φρανκφούρτη και συνεπώς δεν τίθεται θέμα παράκαμψης της ενιαίας νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας.
Ενδιαφέρον έχει ότι υπήρξε μεγάλη πλειοψηφία στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ υπέρ της άμεσης έναρξης της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης. Τόσο μεγάλης, που όπως είπε ο κ. Ντράγκι, δεν χρειάσθηκε να γίνει ψηφοφορία. Επιπλέον, όλα τα μέλη του Δ.Σ. – ακόμη και οι Γερμανοί που διαφώνησαν με την υλοποίηση της πολιτικής αυτής – συμφώνησαν ότι η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει το μέσο αυτό, καθώς αποτελεί ένα μέτρο νομισματικής πολιτικής. Συναίνεση υπήρξε και στον περιορισμό της κοινής ανάληψης κινδύνου στο 20% του προγράμματος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου