Νέα απάντηση στην Εύα Καϊλή έδωσαν η Επίτροπος για τον Ανταγωνισμό Μαργκρέιτε Βεστάγκερ και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ με αφορμή τις τραπεζικές χρεώσεις.
Ενώ η Λαγκάρντ δείχνει κατευθείαν τις εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές που με τις πρακτικές τους δεν επιτρέπουν τον ανταγωνισμό να λειτουργήσει υπέρ των πολιτών αφήνοντας τις τράπεζες να επιβάλουν ό, τι χρεώσεις θέλουν, η Βεστάγκερ παραδέχεται ότι η εικόνα της Επιτροπής για την εφαρμογή των κανονισμών που ορίζουν τις τραπεζικές χρεώσεις (IFR, PSD2, PAD) είναι περιορισμένη. Επιφυλάσσεται να επανέλθει στο Ευρωκοινοβούλιο με σχετική αναφορά εντός του 2020 και δείχνει προς τις Ρυθμιστικές Αρχές των κρατών-μελών για την ευθύνη ελέγχου των τραπεζικών χρεώσεων.
Καθώς το παραδοσιακό μοντέλο κερδοφορίας των τραπεζών γίνεται όλο και πιο αντιπαραγωγικό εξαιτίας των νέων ανταγωνιστικών τεχνολογιών και των επιχειρήσεων Fintech, αλλά και των πολύ χαμηλών επιτοκίων, οι τράπεζες προσπαθούν να κρατηθούν στη ζωή χρεώνοντας παραλόγως υψηλά, φανερά και κεκαλυμμένα κόμιστρα, στους καταναλωτές.
Η ραγδαία αύξηση των φανερών χρεώσεων και ο πολλαπλασιασμός των αφανών, που επιβαρύνει δυσανάλογα τους πολίτες, εξελίσσεται σε κεντρικό ζήτημα που θέτει σε αμφισβήτηση τον ρόλο των τραπεζών στην οικονομία του, όχι και τόσο μακρινού, μέλλοντος. Οι τράπεζες αντί να μειώσουν τα λειτουργικά τους κόστη και να ισχυροποιήσουν τη τεχνολογική τους ικανότητα βελτιώνοντας έτσι την ποιότητα των υπηρεσιών τους, προτιμούν να προσφέρουν όλο και χαμηλότερη ποιότητα υπηρεσιών σε όλο και μεγαλύτερες τιμές, που καθορίζονται με αδιαφανή τρόπο και που εκπλήσσουν δυσάρεστα τους πολίτες.
Στην απάντησή της προς την Εύα Καϊλή, την τέταρτη σχετική τα τελευταία δύο χρόνια, η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Vestager υπογραμμίζει ότι ολοκληρώθηκε η μελέτη για την εφαρμογή του κανονισμού για τις διατραπεζικές προμήθειες, για την οποία είχε δεσμευτεί στην Ελληνίδα Ευρωβουλευτή πριν περίπου ένα χρόνο, και υποσχέθηκε ότι θα έρθει με σχετική αναφορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το θέμα εντός του έτους, παραδεχόμενη ωστόσο πως «η εμπειρία που έχει αποκτηθεί όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω οδηγιών είναι μέχρι στιγμής περιορισμένη».
Όπως υποστηρίζει και η Λαγκάρντ σε κάθε περίπτωση οι εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές είναι υπεύθυνες για την ποιότητα εφαρμογής των κανονισμών και τη προστασία του καταναλωτή από πρακτικές καρτέλ που στρεβλώνουν την αγορά και τις τιμές, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι δεν είναι ευθύνη της ΕΚΤ.
Με αφορμή τις απαντήσεις της Προέδρου της ΕΚΤ και της Επιτρόπου, η Εύα Καϊλή δήλωσε: «Είναι παράλογο σε μία εποχή που οι τραπεζικές υπηρεσίες γίνονται όλο και φθηνότερες, να μην υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα από την Επιτροπή και την ΕΚΤ για το πως εφαρμόζονται οι κανονισμοί, για την διαφάνεια σε σχέση με το ύψος, τον αριθμό και την επιβολή των χρεώσεων από τις τράπεζες. Ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, πρέπει να γίνουν άμεσα σημαντικές αλλαγές ώστε να αναπτυχθούν εναλλακτικές επιλογές τραπεζικών υπηρεσιών από εταιρίες Fintech, και οι Ρυθμιστικές Αρχές να εξασφαλίσουν ότι οι στόχοι για Ανοιχτή Τραπεζική (open banking) και σύντομα για ανοιχτές χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (open finance), θα δημιουργήσουν ένα νέο περιβάλλον ανταγωνισμού που θα ωφελήσει την οικονομία και τους καταναλωτές».
protothema
Ενώ η Λαγκάρντ δείχνει κατευθείαν τις εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές που με τις πρακτικές τους δεν επιτρέπουν τον ανταγωνισμό να λειτουργήσει υπέρ των πολιτών αφήνοντας τις τράπεζες να επιβάλουν ό, τι χρεώσεις θέλουν, η Βεστάγκερ παραδέχεται ότι η εικόνα της Επιτροπής για την εφαρμογή των κανονισμών που ορίζουν τις τραπεζικές χρεώσεις (IFR, PSD2, PAD) είναι περιορισμένη. Επιφυλάσσεται να επανέλθει στο Ευρωκοινοβούλιο με σχετική αναφορά εντός του 2020 και δείχνει προς τις Ρυθμιστικές Αρχές των κρατών-μελών για την ευθύνη ελέγχου των τραπεζικών χρεώσεων.
Καθώς το παραδοσιακό μοντέλο κερδοφορίας των τραπεζών γίνεται όλο και πιο αντιπαραγωγικό εξαιτίας των νέων ανταγωνιστικών τεχνολογιών και των επιχειρήσεων Fintech, αλλά και των πολύ χαμηλών επιτοκίων, οι τράπεζες προσπαθούν να κρατηθούν στη ζωή χρεώνοντας παραλόγως υψηλά, φανερά και κεκαλυμμένα κόμιστρα, στους καταναλωτές.
Η ραγδαία αύξηση των φανερών χρεώσεων και ο πολλαπλασιασμός των αφανών, που επιβαρύνει δυσανάλογα τους πολίτες, εξελίσσεται σε κεντρικό ζήτημα που θέτει σε αμφισβήτηση τον ρόλο των τραπεζών στην οικονομία του, όχι και τόσο μακρινού, μέλλοντος. Οι τράπεζες αντί να μειώσουν τα λειτουργικά τους κόστη και να ισχυροποιήσουν τη τεχνολογική τους ικανότητα βελτιώνοντας έτσι την ποιότητα των υπηρεσιών τους, προτιμούν να προσφέρουν όλο και χαμηλότερη ποιότητα υπηρεσιών σε όλο και μεγαλύτερες τιμές, που καθορίζονται με αδιαφανή τρόπο και που εκπλήσσουν δυσάρεστα τους πολίτες.
Στην απάντησή της προς την Εύα Καϊλή, την τέταρτη σχετική τα τελευταία δύο χρόνια, η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Vestager υπογραμμίζει ότι ολοκληρώθηκε η μελέτη για την εφαρμογή του κανονισμού για τις διατραπεζικές προμήθειες, για την οποία είχε δεσμευτεί στην Ελληνίδα Ευρωβουλευτή πριν περίπου ένα χρόνο, και υποσχέθηκε ότι θα έρθει με σχετική αναφορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το θέμα εντός του έτους, παραδεχόμενη ωστόσο πως «η εμπειρία που έχει αποκτηθεί όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω οδηγιών είναι μέχρι στιγμής περιορισμένη».
Όπως υποστηρίζει και η Λαγκάρντ σε κάθε περίπτωση οι εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές είναι υπεύθυνες για την ποιότητα εφαρμογής των κανονισμών και τη προστασία του καταναλωτή από πρακτικές καρτέλ που στρεβλώνουν την αγορά και τις τιμές, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι δεν είναι ευθύνη της ΕΚΤ.
Με αφορμή τις απαντήσεις της Προέδρου της ΕΚΤ και της Επιτρόπου, η Εύα Καϊλή δήλωσε: «Είναι παράλογο σε μία εποχή που οι τραπεζικές υπηρεσίες γίνονται όλο και φθηνότερες, να μην υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα από την Επιτροπή και την ΕΚΤ για το πως εφαρμόζονται οι κανονισμοί, για την διαφάνεια σε σχέση με το ύψος, τον αριθμό και την επιβολή των χρεώσεων από τις τράπεζες. Ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, πρέπει να γίνουν άμεσα σημαντικές αλλαγές ώστε να αναπτυχθούν εναλλακτικές επιλογές τραπεζικών υπηρεσιών από εταιρίες Fintech, και οι Ρυθμιστικές Αρχές να εξασφαλίσουν ότι οι στόχοι για Ανοιχτή Τραπεζική (open banking) και σύντομα για ανοιχτές χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (open finance), θα δημιουργήσουν ένα νέο περιβάλλον ανταγωνισμού που θα ωφελήσει την οικονομία και τους καταναλωτές».
protothema
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου